The Internet of Things: σχόλια πάνω στην πολιτική οικονομία της δικτυωμένης πληροφοριακής μηχανής

Always look at the bright side of life…

Η ώρα είναι 7:59 το πρωί μιας κάποιας καθημερινής κι εσείς απολαμβάνετε τον ύπνο σας. Σε ένα λεπτό, το έξυπνο ρολόι χειρός που αγοράσατε πρόσφατα πρόκειται να σας ξυπνήσει με τους ήχους κάποιας  indie, μελιστάλαχτης μελωδίας (εδώ υποθέτουμε ότι είστε τόσο ψυχαναγκαστικοί ώστε να ρυθμίζετε το ξυπνητήρι σας σε στρογγυλές ώρες). Ο μηχανικός δείκτης του ρολογιού, που φυσικά πάνω από την ηλεκτρονική ευφυΐα του οφείλει να έχει  vintage αισθητική, μετακινείται στο επόμενο λεπτό, αλλά ήχος δεν βγαίνει. Όχι, το ρολόι δεν χάλασε. Απλά είναι τόσο έξυπνο ώστε έχει υπολογίσει πόσες ώρες έχετε κοιμηθεί και μπορεί να καταλάβει από τους χτύπους της καρδιάς σας ότι βρίσκεστε σε κάποιο βαθύ στάδιο του ύπνου. Οπότε, για το δικό σας καλό, “αποφασίζει” να σας δώσει άλλη μία ώρα ύπνου. Αφού τελικά σας ξυπνήσει κάπου γύρω στις εννιά και κάτι κι αμέσως μόλις σηκωθείτε από το κρεβάτι, στέλνει σήμα στα έξυπνα φώτα του σπιτιού σας να ανοίξουν αυτόματα. Κι αυτά είναι τόσο έξυπνα που μέσα από τις δημοσιεύσεις σας στο  facebook,  μπορούν να υπολογίσουν τη διάθεση σας, κάτι που δεν είναι δα και τόσο δύσκολο στις περιπτώσεις ερωτοληψίας. Ένα απαλό, αισθησιακό φως γεμίζει το δωμάτιο, τη στιγμή που η καφετιέρα δέχεται κι αυτή ένα σήμα για να αρχίσει να ετοιμάζει τον καφέ σας. Εννοείται ότι ο έξυπνος θερμοσίφωνας έχει φέρει το νερό στην κατάλληλη θερμοκρασία. Λίγο αργότερα, καθώς οδηγείτε προς τη δουλειά, το έξυπνο αυτοκίνητό σας (που μάλλον δεν θα χρειάζεται καν οδηγό),  με βάση το ιστορικό των μουσικών σας προτιμήσεων, σας παίζει αυτόματα ένα καινούριο τραγούδι που πιστεύει ότι θα σας αρέσει. Φυσικά, πέφτει μέσα κι εσείς προσπαθείτε να ακολουθήσετε τον ρυθμό του, όταν ξαφνικά νιώθετε ένα “αγκάλιασμα” από το έξυπνο μπουφάν σας. Κάποιο  post σας στο  facebook έλαβε ένα  like και το μπουφάν σας, που φυσικά είναι συνδεδεμένο στο διαδίκτυο, έχει ρυθμιστεί έτσι ώστε να σας “αγκαλιάζει” σε κάθε  like.


[Μερικές ώρες αργότερα]

Μόλις έχετε τελειώσει από τη δουλειά και μπαίνετε στο (έξυπνο, μην επαναλαμβανόμαστε) αυτοκίνητο σας. Ακουμπάτε τον αντίχειρά σας στο  scanner αναγνώρισης για να πάρει μπροστά και του ζητάτε να σας βρει ένα απόμερο εστιατόριο, με θέα τη θάλασσα και να κάνει κράτηση για ένα ρομαντικό δείπνο ακριβώς την ώρα που θα δύει ο ήλιος. Ο “εγκέφαλος” του αυτοκινήτου ξεκινάει την αναζήτηση, αλλά εδώ παρεμβαίνει το έξυπνο ρολόι για να σας ενημερώσει ότι, με βάση τη σημερινή κινητική σας δραστηριότητα, δεν έχετε κάψει τις απαραίτητες θερμίδες ώστε να διατηρείστε σε καλή φυσική κατάσταση. Σας προτείνει να επισκεφτείτε το γυμναστήριο, όμως εσείς επιμένετε στο δείπνο. Η αναζήτηση συνεχίζει λοιπόν μέχρι που το ρολόι παρεμβαίνει και πάλι για να σας υπενθυμίσει ότι, σε περίπτωση απουσίας σας από το γυμναστήριο, κινδυνεύετε να μην πιάσετε το όριο των χιλιομέτρων στον διάδρομο. Κι αν δεν το πιάσετε, θα χάσετε την ετήσια έκπτωση και στις 12:00 ακριβώς το βράδυ, θα χρεωθούν τα διπλά χρήματα στον λογαριασμό σας. Πάντα αυτόματα. Σας προτείνει μία συμβιβαστική λύση. Πηγαίντε τώρα στο γυμναστήριο μόνο για τα 23 χιλιόμετρα που σας έχουν απομείνει και μεταθέστε το δείπνο για αργότερα. Δέχεστε, ελαφρώς εκνευρισμένος, είναι η αλήθεια.
Έχετε ήδη τρέξει τα πρώτα 5 χιλιόμετρα και μέσα στο λαχάνιασμα και τον ιδρώτα αναρωτιέστε πώς θα καταφέρετε να βγάλετε τα υπόλοιπα 18 και πώς θα έχετε μετά κουράγιο για ο,τιδήποτε άλλο πέρα από το να ξεραθείτε στον ύπνο. Τουλάχιστον σας αποσπάει την προσοχή η όμορφη κοπέλα που ήρθε στον ακριβώς απέναντι διάδρομο. Τα έξυπνα γυαλιά σας αναγνωρίζουν ποια είναι, τραβούν πληροφορίες για αυτήν από το διαδίκτυο και η εφαρμογή ερωτικής συμβατότητας που έχετε κατεβάσει σας ενημερώνει ότι έχετε υψηλό βαθμό συμβατότητας μαζί της. Οπότε κι εσείς κορδώνεστε και προσπαθείτε να μην δείχνετε σαν σαραβαλιασμένος στρατιώτης σε πορεία, μπας και την εντυπωσιάσετε. Όμως 6, 7, 8… ο δείκτης των χιλιομέτρων ανεβαίνει βασανιστικά αργά και κοντεύει να σας κοπεί η ανάσα. Ένα διάλειμμα και λίγο νερό θα σας σώσουν. Μόνο που τα πόδια σας είναι τόσο μουδιασμένα από την κούραση που παραπατάτε την ώρα που κατεβαίνετε από τον διάδρομο και τρώτε μια μεγαλειώδη τούμπα.  Η εφαρμογή σάς ενημερώνει ότι αυτό το περιστατικό γελοιοποίησης μόλις μείωσε κάθετα τις πιθανότητες ανταπόκρισης της κοπέλας.

Μέχρι εδώ ήταν. Φεύγετε από το γυμναστήριο και σπεύδετε για την σιγουράντζα του ρομαντικού δείπνου. Παρά τις προειδοποιήσεις του αυτοκινήτου ότι έχετε παραβιάσει το όριο ταχύτητας, συνεχίζετε να πατάτε το γκάζι λίγο παραπάνω για να προλάβετε, την ίδια στιγμή που προσπαθείτε να καταλάβετε πού ακριβώς δείχνει το  GPS ότι βρισκόσαστε. Ένα τρέμουλο στο τιμόνι σάς επαναφέρει. Περίεργο αυτό, αλλά το προσπερνάτε. Μόνο που στην επόμενη στροφή το αυτοκίνητο δεν λέει να στρίψει, όση δύναμη κι αν βάζετε. Πριν χτυπήσει στο διαχωριστικό, φρενάρει από μόνο του απότομα στη μέση του δρόμου. Και ξεκινάει πάλι απότομα. Και φρενάρει πάλι… Μέχρι που το φορτηγό που ακολουθεί σας παίρνει μαζί του για μια βόλτα στον άλλο κόσμο. Την ώρα που ψυχορραγείτε μέσα στα συντρίμμια του αυτοκινήτου, η οθόνη του βγάζει ένα μήνυμα. “You got owned! Sri Lanka hacker warriors for evah, dude!”. Δόξα τω Θεώ, το έξυπνο ρολόι καταλαβαίνει ότι είστε στα τελευταία σας και στέλνει σήμα στην ασφαλιστική, η οποία σας ενημερώνει αμέσως για το ποσό που δικαιούται η οικογένειά σας. Είναι μια ανακούφιση να ξέρει κανείς ότι η καλή ασφάλεια ζωής τελικά απέδωσε κάτι. Τουλάχιστον δεν θα προλάβετε το δικαστήριο, στο οποίο η ασφαλιστική θα ισχυριστεί ότι, με βάση τα στοιχεία από το μαύρο κουτί του αυτοκινήτου, η παραβίαση του ορίου ταχύτητας συνιστά και παράβαση των όρων του συμβολαίου σας…

Στο προηγούμενο τεύχος του  Cyborg κάναμε μια εκτεταμένη αναφορά στις έξυπνες πόλεις του μέλλοντος. Σε περίπτωση που δεν το καταλάβετε, η παραπάνω φανταστική ιστορία που σκαρφιστήκαμε1, είναι μια αποσπασματική περιγραφή του έξυπνου μέλλοντος… εν γένει, τουλάχιστον έτσι όπως το οραματίζονται μηχανικοί, επιστήμονες κυβερνήσεις, εταιρείες, ακόμα και διεθνείς οργανισμοί. Στα άρθρα και στις αναφορές τους επιστρατεύουν συχνά αυτό το ρητορικό τέχνασμα της αφήγησης μιας μέρας ενός πολίτη του μέλλοντος, αλλά εννοείται ότι η διήγηση περιλαμβάνει μόνο την ειδυλλιακή (για κάποιους, τουλάχιστον) κατάσταση της πρώτης παραγράφου. Καλώς ορίσατε στο Διαδίκτυο των Πραγμάτων ή αλλιώς το  Internet of Things, όπως έχει καθιερωθεί.

Ένα σύντομο ιστορικό

Μέχρι αρκετά πρόσφατα, η κυρίαρχη εικόνα που ερχόταν στο νου κάποιου στο άκουσμα της λέξης Διαδίκτυο περιλάμβανε μια εξειδικευμένη και σχετικά ακριβή συσκευή, τον υπολογιστή, ο χρήστης της οποίας έπρεπε να κάτσει μπροστά της και να αφιερώσει ένα κομμάτι του χρόνου του ώστε να συνδεθεί με άλλους, ακόμα ακριβότερους υπολογιστές, για να βρει τις πληροφορίες που ψάχνει ή να επικοινωνήσει με άλλους χρήστες. Από χωροταξική άποψη, οι υπολογιστές αποτελούσαν κάτι σαν έπιπλο του αστικού σπιτιού, που καταλάμβαναν τον δικό τους χώρο και απαιτούσαν όχι μόνο την παρουσία, αλλά και την ενεργητική συμμετοχή του χρήστη. Αλλά κι από την άποψη του χρόνου, αυτό που λογιζόταν ως “χρόνος μπροστά στον υπολογιστή” συνιστούσε ένα ξεχωριστό πεδίο χρονικής τάξης. Η συσκευή (όπως και τόσες άλλες στο παρελθόν) δεν μπορούσε να λειτουργήσει παρά μόνο αν ο χρήστης αφιέρωνε χρόνο ειδικά για αυτήν. Τα τελευταία χρόνια, καθώς οι υπολογιστικές συσκευές γίνονται όλο και πιο μικρές, από τους φορητούς υπολογιστές μέχρι τα κινητά τηλέφωνα (που μόνο καταχρηστικά και από κεκτημένη αδράνεια συνεχίζουν να αποκαλούνται τηλέφωνα), με το κόστος τους να μειώνεται χρόνο με τον χρόνο, η αντίληψη για αυτές ως χωροχρονικά συμπαγών σημείων, με τους δικούς τους κανόνες, μοιάζει όλο και πιο παρωχημένη.

Για τους υποστηρικτές του Διαδικτύου των Πραγμάτων, αυτή η εξέλιξη αποτελεί μια φυσική τάση της πληροφοριακής τεχνολογίας. Για την ακρίβεια, όχι μόνο αποτελεί φυσική τάση, αλλά έχει ήδη καθυστερήσει να δώσει τους πραγματικούς καρπούς της. Υπάρχει ένα ακόμα χαρακτηριστικό αυτών των συσκευών που θέτει ακόμα εμπόδια στην εκδίπλωση των εγγενών δυνατοτήτων τους – και στη μετάβαση προς την τεχνολογική ουτοπία. Κι αυτό δεν είναι τίποτα άλλο, πέρα από το γεγονός ότι εξακολουθούν να αποτελούν… συσκευές. Η πραγματική επανάσταση πρόκειται να έρθει τη στιγμή εκείνη που κάθε αντικείμενο του τεχνικού και φυσικού περιβάλλοντος, από την κούπα του καφέ και τα εσώρουχα μέχρι και τα ίδια τα βιολογικά όργανα, θα έχει τη δυνατότητα να ενσωματώνει την υπολογιστική και δικτυακή τεχνολογία που σήμερα διαθέτουν οι εξειδικευμένες για αυτόν τον σκοπό συσκευές.  Κάθε αντικείμενο θα πρέπει να μετατραπεί σε μία συσκευή, χωρίς όμως να δίνει την αίσθηση συσκευής που απαιτεί χειρισμό. Όντας διασυνδεδεμένες, θα μπορούν να “μιλάνε” τόσο μεταξύ τους όσο και με τους χρήστες, δίχως τα επικοινωνιακή εμπόδια που θέτουν οι απαιτήσεις για ειδικό χειρισμό τους.

“Οι τεχνολογίες με την βαθύτερη επίδραση είναι εκείνες που καταλήγουν να εξαφανίζονται. Διαπλέκονται σε τέτοιο βαθμό μέσα στον ιστό της καθημερινής ζωής που γίνονται τελικά αξεδιάλυτες από αυτόν.”

Mark Weiser, The Computer for the 21st Century, Scientific American, Σεπτέμβριος 1991.
(Ακριβώς το ίδιο θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς και για την ιδεολογία βέβαια…)

Με αυτά τα λόγια ξεκινάει ο  Mark Weiser το περίφημο πλέον άρθρο του, “Ο υπολογιστής του 21ου αιώνα”. Γραμμένο το 1991 (ναι, έχει περάσει ένα τέταρτο του αιώνα από τότε), πριν την πλήρη εμπορική απελευθέρωση του διαδικτύου, όταν ακόμα βρισκόταν υπό την εποπτεία της αμερικανικής κυβέρνησης, και μόλις λίγο καιρό αφότου ο  Tim-Berners Lee είχε σχεδιάσει το  World Wide Web, το εν λόγω άρθρο αποτελεί έκτοτε κάτι σαν μανιφέστο του λεγόμενου  ubiquitous computing2. Ένας όρος που δεν είναι τίποτα άλλο παρά η τότε απόδοση του Διαδικτύου των Πραγμάτων.

Ο λόγος για τον οποίο αναφέρουμε το εν λόγω άρθρο,  πέρα απ’ την όποια ιστορική του αξία, είναι διττός. Πρώτον, λόγω της ημερομηνίας δημοσίευσής του. Αυτό που σήμερα φαντάζει ως προχωρημένο και στα όρια της επιστημονικής φαντασίας, έλκει την καταγωγή του από αρκετά προγενέστερες συζητήσεις και σκέψεις εντός του κύκλου των επιστημόνων (και όχι μόνο), σε εποχές που θα ήταν ακόμα πιο δύσκολο να διανοηθεί κανείς τέτοια σενάρια. Αυτό φυσικά δεν καθιστά τον Weiser προφήτη. Όμως οι τεχνολογικές εξελίξεις και τα αποτελέσματά τους συνιστούν σ’ ένα βαθμό αυτο-εκπληρούμενες προφητείες. Για να το πούμε διαφορετικά, τέτοιες εξελίξεις, πέρα από την όποια εσωτερική δυναμική τους, δεν εμφανίζονται ξαφνικά, σαν να πέσανε από τον ουρανό. Σε κρίσιμα σημεία τους, απαιτούν και συνειδητές (ή συνηθέστερα ημι-συνειδητές) αποφάσεις που ανάγονται εν τέλει σε πολιτικές αποφάσεις. Δεύτερον, και σε αντίθεση με άλλες γραφικές περιπτώσεις που αναλώνονται σε επί της ουσίας μεταφυσικές αναζητήσεις κι ανέφικτα σενάρια που έχουν καθαρά ιδεολογικό σκοπό (όπως τη δυνατότητα μεταθανάτιας ζωής μέσω της ψηφιοποίησης του εγκεφάλου), ο  Weiser φαίνεται πως είχε πολύ καλύτερα πατήματα στην πραγματικότητα. Όντας ο ίδιος επικεφαλής ερευνητής του  Xerox PARC, ενός ερευνητικού κέντρου που έχει στο ιστορικό του αρκετά αποτελέσματα με πολύ απτές εφαρμογές (με την πιο απλή να είναι το γραφικό περιβάλλον των υπολογιστών,  άνευ του οποίου θα ήταν αδύνατο να γνωρίσουν τέτοια μαζική διάδοση), διέθετε τόσο τη γνώση όσο και την απαραίτητη γείωση ώστε να μπορεί να προβεί σε ρεαλιστικές εκτιμήσεις για το μέλλον. Ακόμα κι αν η ρητορική, τόσο του ίδιου όσο και των επιγόνων του, καταφεύγει σε μια ειδυλλιακή εικονοποιία (και δεν θα μπορούσε να κάνει αλλιώς) που συγγενεύει με αυτή των πλανόδιων πωλητών και ανταγωνίζεται ευθέως ως προς τις υπερβολές της τις τηλεοπτικές διαφημίσεις, στο κομμάτι των πρακτικών εφαρμογών κι άσχετα προς τις συνέπειες τους και τις κρυφές παραδοχές τους, μάλλον χτύπησε φλέβα.

Για του λόγου το αληθές, το 2005 η Διεθνής Ένωση για τις Τηλεπικοινωνίες (ITU, International Telecommunication Union) αποφάσισε να αφιερώσει την ετήσια έκθεσή της ακριβώς στο Διαδίκτυο των Πραγμάτων. Η συγκεκριμένη Ένωση δεν αποτελεί τίποτα λιγότερο από την υπηρεσία εκείνη των Ηνωμένων Εθνών που ειδικεύεται σε θέματα τηλεπικοινωνιών.3 Και αν κανείς χρειάζεται αριθμητική επιβεβαίωση, μπορεί να αναζητήσει την χρηματοδότηση που σκοπεύει να διαθέσει η Ε.Ε. για το Διαδίκτυο των Πραγμάτων μέσω του νέου χρηματοδοτικού προγράμματος της για την έρευνα, Horizon 2020.4 Μόνο μία από τις ερευνητικές κατευθύνσεις που προκύπτουν κατόπιν αναζήτησης με τον όρο  Internet of Things μάς δίνει ένα ποσό στα 586 εκατομμύρια ευρώ. Κι αν ακόμα σας φαίνεται μικρό το ποσό σε σχέση με τα συνολικά 80 δισεκατομμύρια του Horizon 2020, έχετε όλη την ευχέρεια να γίνετε λαϊκιστές και να αναζητήσετε, για χάρη της σύγκρισης, ερευνητικά προγράμματα με άλλες λέξεις (για τον καρκίνο, λέμε εμείς τώρα…).

Το Διαδίκτυο των Πραγμάτων: το τέλος της καπιταλιστικής παραγωγής ή η καθολική διάχυσή της;

Πέρα από τα απόλυτα οικονομικά μεγέθη ωστόσο, ο θαυμαστός καινούριος κόσμος που υπόσχεται να φέρει το Διαδίκτυο των Πραγμάτων φαίνεται να έχει και κάποιες άλλες επιπτώσεις οικονομικής φύσης, όσον αφορά στην ίδια τη δομή της παραγωγής. Σύμφωνα με ορισμένους υποστηρικτές του, το νέο Διαδίκτυο θα επιφέρει, ούτε λίγο ούτε πολύ, το τέλος του καπιταλισμού, όπως τον ξέρουμε εδώ και μερικούς αιώνες. Ένας από τους πιο ένθερμους θιασώτες αυτής της άποψης – πρόβλεψης είναι και ο γνωστός Jeremy Rifkin.5 Το τελευταίο του βιβλίο, που εκδόθηκε μόλις πέρυσι (2014), διαθέτει τον πολύ ταπεινό τίτλο The Zero Marginal Cost Society: The Internet of Things, the Collaborative Commons, and the Eclipse of Capitalism (Η Κοινωνία του Μηδενικού Οριακού Κόστους: Το Διαδίκτυο των Πραγμάτων, τα Συνεργατικά Κοινά και η Έκλειψη του Καπιταλισμού. Τυχόν ομοιότητες με Νέγκρι και Χαρντ δεν είναι καθόλου τυχαίες).

Με κίνδυνο να γίνουμε κάπως κουραστικοί, θα προσπαθήσουμε να ανασυστήσουμε το κεντρικό του επιχείρημα, στον βαθμό που το έχουμε κατανοήσει.6 Αυτό που στα κλασσικά οικονομικά ονομάζεται οριακό κόστος αναφέρεται στο κόστος παραγωγής μιας ακόμα μονάδας ενός συγκεκριμένου προϊόντος. Το συγκεκριμένο μέγεθος θεωρείται ότι έχει ιδιαίτερη σημασία για τον απλό λόγο ότι δεν παραμένει σταθερό. Η παραγωγή του πρώτου πληκτρολογίου από μια επιχείρηση έχει υψηλό κόστος απλούστατα επειδή πρέπει να επενδυθεί κεφάλαιο για την κατασκευή του εργοστασίου. Φυσικά, το δεύτερο πληκτρολόγιο θα έχει μικρότερο οριακό κόστος. Η θεωρία προβλέπει ότι, σε συνθήκες ανοιχτών αγορών κι ελεύθερου ανταγωνισμού, το οριακό κόστος τείνει να φθίνει μέχρι να φτάσει ένα χαμηλό σημείο, οπότε κι αρχίζει η άνοδός του ξανά. Αν ληφθεί υπόψιν και η ζήτηση από την πλευρά των καταναλωτών, τότε (λέει η θεωρία πάντα) υπάρχει ένα ιδανικό σημείο ισορροπίας στο οποίο οι επιχειρήσεις έχουν συμφέρον να τιμολογούν τα προϊόντα τους ακριβώς τόσο όσο και το οριακό κόστος παραγωγής. Σε αυτό το σημείο είναι που μπαίνει ο  Rifkin για να υποστηρίξει το εξής. Το παραγωγικό μοντέλο που υιοθετούν οι νέες επιχειρήσεις που παράγουν προϊόντα πληροφορικής είναι τέτοιο ώστε το οριακό κόστος να τείνει στο μηδέν, εξ ου και ο τίτλος του βιβλίου. Αν το οριακό κόστος παραγωγής ενός πληκτρολογίου απαιτεί πάντα την ύπαρξη πρώτων υλών κι εργασίας, η παραγωγή ενός ακόμα αντιγράφου ενός προγράμματος επεξεργασίας κειμένου δεν χρειάζεται τίποτα από τα δύο κι επομένως το συγκεκριμένο πρόγραμμα έχει μηδενικό οριακό κόστος. Κι εφόσον οι επιχειρήσεις έχουν συμφέρον να πουλάνε ακριβώς σε αυτή την τιμή, προκύπτει μια εγγενής αντίφαση του συγκεκριμένου μοντέλου καπιταλιστικής παραγωγής. Με άλλα λόγια, προσπαθούν να εξάγουν κέρδη την ίδια στιγμή που η οικονομική λογική τούς επιβάλλει να πουλάνε τα προϊόντα τους σε μηδενική τιμή. Για τον  Rifkin, η διέξοδος από αυτή την αντίφαση θα έρθει περίπου σε μισό αιώνα από τώρα (έτσι υπολογίζει ο ίδιος), όταν πλέον αυτό το μοντέλο παραγωγής θα έχει κυριαρχήσει πλήρως, η εσωτερική του λογική θα έχει εκτοπίσει τις κερδοσκοπικές επιχειρήσεις και τα αγαθά θα διακινούνται δωρεάν μέσα σ’ έναν πλήρως δικτυωμένο κόσμο, όπου τον πρώτο λόγο θα τον έχουν οι συνεργατικές κοινότητες,  προπλάσματα των οποίων βλέπουμε ήδη στις κοινότητες ανοιχτού λογισμικού.

Το να λαμβάνει κανείς τοις μετρητοίς τα ιδεώδη μοντέλα των οικονομικών θεωριών είναι από μόνο του δείγμα ολιγόνοιας, ιδιοτέλειας ή, το πιθανότερο, ενός συνδυασμού και των δύο. Το να χρησιμοποιεί κανείς κομμάτια της κριτικής θεωρίας (γιατί ο  Rifkin παραπέμπει και στις μαρξιανές αναλύσεις περί αυτοματοποίησης της παραγωγής) για να υποστηρίξει τέτοιες θέσεις και όχι μόνο να μην ανοίγει ρουθούνι, αλλά να εκλαμβάνεται κιόλας περίπου ως γκουρού, είναι σίγουρα δείγμα διανοητικής κατάντιας. Κι όχι μόνο του  Rifkin. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς εμβριθής γνώστης των οικονομικών θεωριών για να αντιληφθεί ότι η παραπάνω συλλογιστική κάπου έχει κενά. Δυστυχώς για τον  Rifkin, υπάρχει και η καπιταλιστική πραγματικότητα των τελευταίων σαράντα ετών. Σύμφωνα με επίσημες στατιστικές έρευνες (από αυτές που παραγγέλνονται από τα αφεντικά του  Rifkin), τα κέρδη των εταιρειών, ως ποσοστό επί του Α.Ε.Π., όχι μόνο δεν φθίνουν, αλλά έχουν και αυξητικές τάσεις, σε αντίθεση φυσικά με τους πραγματικούς μισθούς. Την ίδια στιγμή, οι εταιρείες με τους μεγαλύτερους τζίρους και τα μεγαλύτερη κέρδη είναι ακριβώς εκείνες που παρέχουν υπηρεσίες στον τομέα της πληροφορικής (να υπενθυμίσουμε ότι η  Google έχει τζίρο μεγαλύτερο από το Α.Ε.Π. διαφόρων χωρών;) και δεν δείχνουν να ανησυχούν ιδιαίτερα μήπως εξαφανιστούν. Κι όσο περιμένουμε τη σωτηρία από τις συνεργατικές κοινότητες, ίσως καλό θα ήταν να ρίχναμε και μια ματιά στις αυξητικές τάσεις μονοπωλιακής συγκέντρωσης κεφαλαίου μεταξύ των πολυεθνικών εταιρειών. Το γεγονός ότι, μέσα στο τρέχον έτος, το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού αναμένεται να βρεθεί με περισσότερο από το 50% του παγκόσμιου πλούτου στα χέρια του, μάλλον θα πρέπει να εκληφθεί ως  bug της θεωρίας του  Rifkin κι όχι ως  feature, για να χρησιμοποιήσουμε τη γλώσσα των προγραμματιστών που τόσο θαυμάζει.

Για να περάσουμε και στην ουσία της ριφκιανής ανάλυσης όμως, η πρώτη λαθροχειρία, πέραν της προφανούς ότι αντιλαμβάνεται την οικονομία ως εάν να λειτουργούσε πραγματικά με όρους ελεύθερης αγοράς κι ότι επομένως οι επιχειρήσεις τιμολογούν στο οριακό κόστος (που ισχύει μόνο για μια ισχνή μειοψηφία τους), συνίσταται στο ότι αναφέρεται επί της ουσίας μόνο σ’ ένα κομμάτι της παραγωγικής διαδικασίας. Πολύ βολικά για τον ίδιο, στο κομμάτι εκείνο που αφορά στην αναπαραγωγή – αντιγραφή ενός προϊόντος. Μόνο που πριν αρχίσει να αντιγράφεται μια πληροφοριακή εφαρμογή, κάπως πρέπει να παραχθεί το πρωτότυπό της. Κι αυτό το “κάπως” περιλαμβάνει ανθρώπινη εργασία. Πολλή ανθρώπινη εργασία… Όσοι έχουν την παραμικρή σχέση με αυτόν τον τομέα, γνωρίζουν ότι πολύ συχνά, από το συνολικό κόστος ενός πληροφοριακού συστήματος που περιλαμβάνει τόσο λογισμικό όσο και  hardware, τη μερίδα του λέοντος την παίρνει το λογισμικό. Σε δεύτερο χρόνο κι αφ’ ης στιγμής ένα τέτοιο σύστημα εγκατασταθεί κι αρχίσει να λειτουργεί, το κόστος του λογισμικού σε καμμία περίπτωση δεν εξαφανίζεται. Αντίθετα, έχει υπολογιστεί ξανά και ξανά ότι το μεγαλύτερο μερίδιο του κόστους κατά τη διάρκεια ζωής ενός πακέτου λογισμικού πάει για την συντήρησή του κι όχι για την αρχική παραγωγή του. Μάλιστα, όσο πιο περίπλοκο και βαρύ το λογισμικό  (και πολλά από αυτά τα πακέτα είναι τερατώδη, με εκατομμύρια γραμμές κώδικα), τόσο επιτακτικότερη γίνεται η ανάγκη για συντήρηση. Που πάλι, όλως περιέργως, απαιτεί ανθρώπινη εργασία. Μάλλον ο “γνώστης”  Rifkin δεν έχει ιδέα γιατί ο κλάδος εκείνος που λέγεται  Software Engineering, με τις αρχιτεκτονικές, τα στάνταρ και τα  ISO, που προσπαθούν να μειώσουν κατά το δυνατό τα σφάλματα κατά τη συγγραφή κώδικα, καταλαμβάνει τόσο κεντρική θέση εδώ κι αρκετά χρόνια.

Το επιχείρημά του θα μπορούσε ενδεχομένως να σωθεί αν υποθέταμε ότι η αυτοματοποίηση στην παραγωγή, τόσο υλικών όσο και “άυλων” αγαθών, θα προχωρήσει σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην υπάρχει καν ανάγκη για εργασία. Στο παλαιότερο βιβλίο του, ξεκινά ακριβώς από την (καταρχήν ορθή) εκτίμηση περί ύπαρξης μιας τάσης αυξανόμενης αυτοματοποίησης, για να την προβάλλει ως καθολικό παράδειγμα του μέλλοντος. Η αυτοματοποίηση εκτοπίζει εργατικό δυναμικό από όλο και περισσότερους κλάδους σήμερα. Η ίδια διαδικασία είχε επαναληφθεί και παλαιότερα, με τις βιομηχανικές επαναστάσεις, αλλά κάθε φορά άνοιγαν νέοι κλάδοι εργασίας για να απορροφήσουν το εκτοπισμένο εργατικό δυναμικό. Ωστόσο, σύμφωνα με τις προφητείες του, είναι τόσο ταχεία η σημερινή διαδικασία που όσοι εκτοπίζονται θα μένουν μόνιμα παροπλισμένοι. Και γιατί δεν είναι παροδικό αυτό το φαινόμενο και δεν πρόκειται να δημιουργηθούν νέοι κλάδοι; Ο  Rifkin την έχει την απάντηση. Μα φυσικά, λόγω της αυτοματοποίησης. Αυτό κι αν λέγεται κυκλικό επιχείρημα και λήψη του ζητούμενου! Είναι δυνατή μια καθολική αυτοματοποίηση της ανθρώπινης εργασίας; Φυσικά. Γιατί; Γιατί το λέει ο  Rifkin…

Η αλήθεια είναι ότι έχει επιχειρήσει να στηρίξει τέτοιες προβλέψεις παραπέμποντας στο χιλιοειπωμένο και τετριμμένο πλέον εμπειρικό δεδομένο της μεγέθυνσης του τομέα των υπηρεσιών. Μόνο που ορισμένες πιο εμπεριστατωμένες αναλύσεις (και καθόλου ριζοσπαστικές, όπως του  Castells) έχουν επισημάνει το κάπως άβολο γεγονός ότι οι τομείς των υπηρεσιών είναι πιο “υγιείς” και προσοδοφόροι ακριβώς όταν συμπλέκονται στενά και σε οργανική ενότητα με τους τομείς της παραδοσιακής, υλικότατης βιομηχανίας. Για τον  Rifkin, αυτά είναι λεπτομέρειες. Σε λίγα χρόνια, οι αυτο-αναπαραγόμενες μηχανές και οι τρισδιάστατοι εκτυπωτές θα έχουν αναλάβει ολόκληρη την παραγωγή. Γιατί είναι δυνατό να υπαχθεί όλη η παραγωγή σε τέτοιες μηχανές, γιατί δεν θα μπορεί η ανθρώπινη εργασία να παράγει καλύτερα ή έστω διαφορετικά προϊόντα, γιατί να μην είναι και πιο φτηνή στο κάτω – κάτω, γιατί δεν θα απαιτούνται χειριστές, γιατί ακόμα και τα ορυχεία θα δουλεύουν με ρομπότ και τόσα άλλα γιατί…; Γιατί το λέει ο  Rifkin…

Δεν θα επιμείνουμε άλλο σε μια οικονομικού τύπου αποδόμηση της ριφκιανής μετα-καπιταλιστικής τεχνο-ουτοπίας. Έχουν κι αντοχές μας τα όρια τους κι εξάλλου, άλλοι (λίγοι, είναι η αλήθεια), με καλύτερες γνώσεις οικονομικών από εμάς, το έχουν επιχειρήσει ήδη – και μάλλον πειστικά. Αν επιμένουμε στην ανάλυση αυτού που λέγεται Διαδίκτυο των Πραγμάτων, αυτό γίνεται γιατί πιστεύουμε ότι όντως η εξέλιξή του δείχνει προς συγκεκριμένες κατευθύνσεις προς τις οποίες ενδέχεται να στραφεί η καπιταλιστική παραγωγή, μέρος των οποίων μπορεί να είναι και οι αντιφάσεις τους. Κι ως συνήθως, οι όποιες αντιφάσεις γεννάνε ως απάντηση και τις κατάλληλες αναδιαρθρώσεις. Και όσοι έχουν επενδυμένα συμφέροντα σ’ έναν συγκεκριμένο τρόπο παραγωγής έχουν το κακό συνήθειο και την ανάλογη ταξική ευφυΐα να μην θέλουν να προβούν σε κάποιο τελετουργικό χαρακίρι και να απολέσουν αμαχητί αυτά τα συμφέροντα, απλά επειδή το λέει η ορθοδοξία των ταχυδακτυλουργών – οικονομολόγων.

Platform Economics

Ας υποθέσουμε ότι το Διαδίκτυο των Πραγμάτων συνιστά όντως μια απόπειρα υπερεντατικής αυτοματοποίησης της παραγωγής. Κάτι τέτοιο είναι μια ευλογοφανής υπόθεση, ειδικά αν ληφθεί υπόψιν το γεγονός ότι πέρα και πίσω από τα γκατζετάκια – καθρεφτάκια για ιθαγενείς, μεγάλο κομμάτι της τεχνολογίας των διασυνδεδεμένων μικρο-αισθητήρων και της ανάλυσης των  Big Data που θα παράγουν και θα στέλνουν, προορίζεται ήδη για χρήση σε τομείς της βιομηχανίας  (π.χ., στην ανάλυση δεδομένων από εργοστάσια, μηχανές και μεταφορικά μέσα για την πρόληψη ανεπιθύμητων καταστάσεων κι ανωμαλιών). Μέσα σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον, αν εταιρείες που ειδικεύονται στην παροχή υπηρεσιών αντιμετωπίζουν πρόβλημα φθίνοντος οριακού κόστους ή εν γένει πρόβλημα απόσπασης υπεραξίας, τότε τι εναλλακτικές έχουν; Αν απλώς επιδιώκουν μεγαλύτερα κέρδη την ίδια στιγμή που αυτοματοποιούν την παραγωγή τους, πώς θα μπορούσαν να αντιδράσουν (σε περίπτωση πάντα που δεν διευθύνονται από επίδοξους κομμουνιστές που “τι να κάνουν που βρέθηκαν μέσα σε αυτόν τον παλιο-καπιταλισμό και τώρα θα χαρίσουν τα κέρδη τους”); Παραπάνω αναφερθήκαμε στη στενή σχέση υπηρεσιών – βιομηχανίας. Αυτό που μπορούν να κάνουν είναι να συνδεθούν ακόμα πιο στενά με τη βιομηχανία, μέσω του γενικότερου κυκλώματος εμπορευματικής κυκλοφορίας. Με άλλα λόγια (κι όπως έχει υποστηρίξει ο  Caffentzis), έχουν τη δυνατότητα να διατηρήσουν τα κέρδη τους “αναγκάζοντας” – μέσω μιας άρρητης συμφωνίας κυρίων – τη βιομηχανία κι όσους κλάδους στηρίζονται σε αυξημένη ανθρώπινη εργασία σε πιο άγρια απόσπαση υπεραξίας και σε μία μεταφορά κερδών από το ένα στο άλλο επίπεδο.

Πέρα από αυτή την κάθετη ολοκλήρωση όμως, υπάρχει και η δυνατότητα μιας οριζόντιου τύπου διασύνδεσης. Όπως μας ενημερώνει ένας ειδικός, το μέλλον για το επιχειρηματικό μοντέλο τέτοιων εταιρειών στην εποχή του Διαδικτύου των Πραγμάτων είναι το λεγόμενο  platform economics:

“Αν εσύ παράγεις αξία, τότε είσαι μια τυπική εταιρεία παραγωγής προϊόντων. Όμως υπάρχουν και καινούρια συστήματα στα οποία η αξία παράγεται εκτός της εταιρείας κι αυτή είναι μια  platform business. Από το  app store της, η  Apple παίρνει μερίδιο 30% από τις καινοτομίες άλλων ανθρώπων.7 Ορίζω την πλατφόρμα ως ένα δημοσιευμένο στάνταρ που επιτρέπει σε άλλους να συνδέονται με αυτή, μαζί με ένα μοντέλο διακυβέρνησης που θέτει τους κανόνες σχετικά με το ποιος παίρνει τι.”

Van Alstyne, The Economics of the Internet of Things, MIT Technology Review.

Σε αυτή την περίπτωση, το ζητούμενο είναι να καταφέρει κανείς να υπαγάγει κάτω από την πλατφόρμα του όσες περισσότερες δραστηριότητες (παραγωγικές, καταναλωτικές, κοινωνικές…) μπορεί και να τις ενοποιήσει σ’ ένα ενιαίο σύστημα. Άπαξ και συμβεί αυτό, η επιβολή διοδίων για την κίνηση εντός του αποτελεί απλή υπόθεση. Ταυτόχρονα, το ρίσκο από την ανάπτυξη νέων προϊόντων μειώνεται καθώς μεταφέρεται και διανέμεται σε όσους επίδοξους παραγωγούς επιδιώκουν να συνδεθούν στην πλατφόρμα. Κάποιος κακεντρεχής θα μπορούσε να ονομάσει τέτοιες πρακτικές ως νταβατζιλίκι και μαύρη εργασία.8 Σε οικονομο-τεχνικούς όρους ίσως και να λεγόταν συμπίεση εργατικού κόστους. Στον κόσμο του Διαδικτύου των Πραγμάτων λέγεται  platform economics. Εδώ όμως ανακύπτει ένα λεπτό και καθόλα πολιτικό θεματάκι. Όπως μας ενημερώνει ο ίδιος ειδικός:

“Σε πολλές περιπτώσεις, ακόμα δεν έχουν καθιερωθεί τέτοια μοντέλα διακυβέρνησης. Για παράδειγμα, η πυκνότητα του πληθυσμού μπορεί να προσδιοριστεί μέσα από την κατανομή των κινητών τηλεφώνων. Αυτά τα δεδομένα ανήκουν σε μια τηλεπικοινωνιακή εταιρεία. Με ποιον τρόπο μπορείς να της παρέχεις κίνητρα ώστε να τα διαμοιραστεί;  Όλοι αυτοί οι αισθητήρες συλλέγουν δεδομένα, αλλά πώς μοιράζεις την αξία;”

Όπως καταλαβαίνει και ο πιο αδαής, όποιος θα κατέχει τέτοια δεδομένα (αλλά και τα πρωτόκολλα διαμοιρασμού τους, θα προσθέταμε) μέσα σ’ ένα τόσο πυκνό δίκτυο, αυτόματα θα διαθέτει κι έναν άνευ προηγουμένου έλεγχο σε τεράστια τμήματα όχι απλώς της παραγωγής, αλλά και της ίδια της κοινωνικής ζωής. Κι αν αφήσουμε στην άκρη ονειροφαντασίες περί δημοκρατικού διαμοιρασμού τους, τότε οι οικονομικοί ανταγωνισμοί μεταξύ εταιρειών αλλά και ολόκληρων γεωπολιτικών μπλοκ ίσως να μην διεξαχθούν με την αναμενόμενη φινέτσα και χάρη.

Υπάρχει μια ακόμα πλευρά όλης αυτής της ιστορίας που έχουμε αφήσει στην άκρη μέχρι τώρα. Η καθολική ποσοτικοποίηση που επαγγέλλεται το Διαδίκτυο των Πραγμάτων, από τις βιολογικές λειτουργίες μέχρι τις κοινωνικές σχέσεις, στο βαθμό που δεν θα συμβεί μέσα σε μια αταξική κοινωνία, όπως φαντασιώνονται διάφοροι, αλλά και στα υπόγεια της καπιταλιστικής πραγματικότητας, δεν μπορεί παρά να σημαίνει και χρήμα. Όλα αυτά τα δεδομένα από κάποιους θα παράγονται και σε κάποιους θα πωλούνται -κάτι που γίνεται ήδη εξάλλου. Όλα αυτά τα δεδομένα θα μεταφράζονται σε εμπόρευμα. Σε άλλες, πιο ηρωικές εποχές του καπιταλισμού, αυτή η διαδικασία λεγόταν άνοιγμα νέων αγορών κι επέκταση της αγοράς σε νέα εδάφη. Τα εδάφη μπορεί να μην είναι πλέον γεωγραφικά προσδιορισμένα και να μην αφορούν οπωσδήποτε  υλικά αγαθά. Τα νέα εδάφη αποτελούνται από σώματα και κοινωνικές σχέσεις (κάποτε, κάποιοι μιλούσαν για το κοινωνικό εργοστάσιο. Πού να ξέραν;). Κι από κάτι ακόμα. Από το ίδιο το μέλλον. Ο διακαής πόθος σε πολλές από τις σχετικές ερευνητικές προσπάθειες είναι η χρήση τέτοιων πυκνών δικτύων και των γιγαντιαίων δεδομένων που θα παράγουν για την πρόβλεψη μελλοντικών καταστάσεων και την εκμετάλλευσή τους ώστε να διακρίνονται νωρίς ευκαιρίες κερδοφορίας και να αποφεύγονται ή να μειώνονται οι ζημιές. Κάθε επιχείρηση φυσικά προβαίνει σε εκτιμήσεις του μέλλοντος. Όμως εδώ υπάρχει μια λεπτή διαφορά. Τα ίδια τα δεδομένα (μαζί με τις εκτιμήσεις, ενδεχομένως) θα είναι το εμπόρευμα. Δεδομένα των οποίων το περιεχόμενο θα αναφέρεται και σε (μελλοντικές) ανθρώπινες συμπεριφορές και κοινωνικές σχέσεις.9

Κομμουνισμός;  Αναμείνατε στο (έξυπνο) ακουστικό σας

Η ιστορική εξέλιξη της καπιταλιστικής τεχνολογίας έχει να επιδείξει κάμποσα επεισόδια όπου καινούρια τεχνολογικά «θαύματα» έδωσαν λαβή σε ρητορικές περί μετάβασης προς ουτοπικές κοινωνίες υπέρβασης του μόχθου και της εργασίας. Δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσει κανείς επί μακρόν περί του κατά πόσον οι ανά καιρούς σχετικές ευχές ευοδώθηκαν. Η φιλολογία γύρω από το Διαδίκτυο των Πραγμάτων όμως επαναλαμβάνει παρόμοια μοτίβα σκέψης και η βραχεία ιστορική μνήμη φαίνεται πως κάνει καλά τη δουλειά της. Ο σκοπός αυτού του άρθρου δεν ήταν απλώς να αποδομήσει τα σχετικά επιχειρήματα, κάτι που αποδεικνύεται μάλλον εύκολο. Δουλειά της κριτικής είναι και το να διακρίνει πίσω από τον θόρυβο υπαρκτές τάσεις, προδιαθέσεις και πιθανές κατευθύνσεις. Αν κάτι μπορούμε να διακρίνουμε στην παρούσα ιστορική στιγμή, έστω κι αμυδρά, αυτό δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από την (παλιά, πολύ παλιά) αδηφάγα λογική επέκτασης της εμπορευματικής πρακτικής σε πλευρές του κοινωνικού που είχαν παραμείνει σχετικά θωρακισμένες ή που εν πάση περιπτώσει εντάσσονταν μόνο έμμεσα ως τμήμα του εμπορευματικού κυκλώματος. Πανταχού παρούσα υπολογιστικότητα… θα μπορούσε να σημαίνει και πανταχού παρούσα εμπορευματικότητα.

Θα κλείσουμε μ’ ένα σχόλιο πολιτικής ανθρωπολογίας, αν μας επιτρέπεται ο όρος. Το όνειρο των απανταχού ορθολογιστών όλων των καιρών, από τον  Leibniz μέχρι τους λογικούς θετικιστές, ήταν η κατασκευή μιας γλώσσας με μαθηματική δομή που θα επέτρεπε την αναγωγή όλων των ακανθωδών κοινωνικών και πολιτικών ζητημάτων σε μονοσήμαντα επιλύσιμες σπαζοκεφαλιές τεχνικού τύπου. Αυτό που αρνούνταν να καταλάβουν ήταν ότι η ηθική (ή, για όσους τυχόν νιώθουν άβολα με αυτόν τον όρο, οι αξιολογικές κρίσεις εν γένει), μαζί με την ευθύνη που αυτόματα συνεπάγεται, αποτελούν πάντα το συμφραζόμενο κάθε λογικής, το καλούπι της εκείνο που διαμορφώνει τις κατευθύνσεις που αυτή θα πάρει. Με το Διαδίκτυο των Πραγμάτων, φαίνεται να παίρνει σάρκα κι οστά το όνειρό τους. Η καθολική ποσοτικοποίηση και η αλγοριθμική διαχείριση όλων αυτών των ποσοτήτων για τη ρύθμιση ακόμα και καθημερινών δραστηριοτήτων επιτρέπει τη φαινομενικά ανακουφιστική εκείνη στάση της απαλλαγής από το βάρος των ευθυνών (αφού το λένε οι αριθμοί…). Αντί περαιτέρω σχολιασμού, θα αναφέρουμε ένα παράδειγμα από το όχι και τόσο μακρινό παρελθόν. Όταν τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης άρχισαν να καταπίνουν κατά χιλιάδες εβραίους, τσιγγάνους, κομμουνιστές κι άλλους παρείσακτους, η πρώτη μέθοδος εξόντωσης που εφάρμοζαν ήταν εκείνη η κλασσική και δοκιμασμένη της εκτέλεσης στο απόσπασμα. Καθώς ο ρυθμός της εξόντωσης ανέβαινε σταδιακά σε βιομηχανικές κλίμακες, οι αξιωματικοί βρέθηκαν αντιμέτωποι μ’ ένα πρόβλημα. Οι στρατιώτες-εκτελεστές άρχισαν να νιώθουν κάπως άβολα, λόγω ενός μικρού τσιμπήματος της ηθικής τους συνείδησης. Η λύση που βρήκαν ήταν απλή. Το στρατόπεδο μετατράπηκε σε εργοστάσιο κι η μέθοδος αυτοματοποιήθηκε με τέτοιο τρόπο ώστε να επιτρέπεται η μαζική και ομοιόμορφη μετακίνηση των κρατουμένων, χωρίς άμεση επαφή με στρατιώτες, οι οποίοι μειώθηκαν και καλούνταν απλά να ανοίγουν πόρτες, να κλείνουν πόρτες και να πατάνε κουμπάκια. Εκείνα τα κουμπάκια που απελευθέρωναν αέριο και βάζαν μπροστά τους φούρνους.

Separatrix
cyborg #02 – 02/2015

  1. Η ιστορία φυσικά και είναι μεν φανταστική, ωστόσο πολλές από τις επιμέρους λεπτομέρειες κι εφαρμογές αποτελούν ήδη πραγματικότητα. ↩︎
  2. Η απόδοση του όρου στα ελληνικά δεν είναι τόσο εύκολη. Περιφραστικά, και κάπως κακόηχα, είναι η αλήθεια, θα μπορούσαμε να το μεταφράσουμε ως “πανταχού παρούσα υπολογιστικότητα”. ↩︎
  3. Αν μη τι άλλο, αξίζει να διαβάσει κανείς αυτή την έκθεση για το κεφάλαιο εκείνο με τον τίτλο 2020: A Day in the Life, αν θέλει να διασκεδάσει με ιστοριούλες σαν αυτή με την οποία ξεκινήσαμε το άρθρο. ↩︎
  4. Horizon 2020 ↩︎
  5. Ο Rifkin, γνωστός οικονομολόγος, έχει θητεύσει, μεταξύ άλλων, και ως σύμβουλος κάμποσων εταιρειών και κυβερνήσεων. Το 1995 εξέδωσε ένα βιβλίο με τον εμφατικό τίτλο Το Τέλος της Εργασίας,   στο οποίο υποστήριζε ότι οι νέες τεχνολογίες του αυτοματισμού και της πληροφορικής θα είχαν ως συνέπεια την εξαφάνιση της εργασίας. Αναμενόμενο είναι βέβαια ότι ο εν λόγω διανοούμενος  ανήκει στους πιο ένθερμους υποστηρικτές του Διαδικτύου των Πραγμάτων. Βλ. και  high tech ένταση, Sarajevo, Τεύχος 91, Ιανουάριος 2015. ↩︎
  6. Σε κάποια από τα επιχειρήματα του, αλλά και στον Νέγκρι, μια πειστική απάντηση μπορεί να βρεθεί στο άρθρο του  George Caffentzis, The End of Work or the Renaissance of Slavery? A Critique of Rifkin and Negri. ↩︎
  7. Διάφοροι προγραμματιστές μπορούν να ανεβάζουν εκεί εφαρμογές που έφτιαξαν οι ίδιοι στον “ελεύθερο” χρόνο τους και να τις κοστολογούν όσο νομίζουν. Για κάθε κατέβασμα της εφαρμογής, η Apple λαμβάνει ένα ποσοστό, απλά επειδή φιλοξενεί στο app store της την εφαρμογή. ↩︎
  8. Κι εδώ κατά τη γνώμη μας εμπίπτει μεγάλο κομμάτι της δραστηριότητας των κοινοτήτων ελεύθερου λογισμικού. Αλλά αυτή είναι μια άλλη κουβέντα που ίσως την ανοίξουμε κάποια στιγμή στο μέλλον. ↩︎
  9. Υπάρχει ένα πολύ οικείο παράδειγμα οικονομικής πρακτικής που ασχολείται κατά κόρον με τον στοιχηματισμό πάνω στην μελλοντική παραγωγή και λέγεται χρηματιστήριο. Όταν λοιπόν η πραγματική παραγωγή, πάνω στην οποία έχουν παιχτεί στοιχήματα, τυγχάνει να αποκλίνει σημαντικά από την προβλεπόμενη, αυτό ονομάζεται κατάρρευση και κάποιοι, στην άλλη άκρη του πλανήτη, μπορεί να βρεθούν να πεινάνε. Στο Διαδίκτυο των Πραγμάτων, όταν οι συμπεριφορές δεν θα συμβαδίζουν με τις προβλέψεις, τι μορφή θα πάρουν άραγε οι καταρρεύσεις; Κι αντίστροφα, ποια μέσα πειθαναγκασμού θα πρέπει ίσως να επιστρατευτούν για να αποφευχθούν οι αποκλίσεις; Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, σε καμμία περίπτωση δεν ασπαζόμαστε τις κάποτε δημοφιλείς θεωρίες περί καζινο-καπιταλισμού. Αντίθετα, υποστηρίζουμε, αν δεν έχει γίνει ήδη φανερό, ότι μιλάμε για οργανικές απολήξεις του καπιταλισμού. ↩︎