…
Εδώ θέλω να παρεμβάλω ένα σημαντικό στοιχείο: λέξεις όπως Ζωή, Σκοπός και Ψυχή είναι τελείως ακατάλληλες στην καθαρή επιστημονική σκέψη. Οι όροι αυτοί απέκτησαν τη σημασία τους επειδή αναγνωρίζουμε την ενότητα μιας συγκεκριμένης ομάδας φαινομένων· και στην πραγματικότητα δεν μας παρέχουν οποιαδήποτε βάση κατάλληλη για να χαρακτηρίσουμε αυτή την ενότητα. Κάθε φορά που βρίσκουμε ένα καινούργιο φαινόμενο που συμμετέχει σε κάποιο βαθμό στη φύση εκείνων που έχουμε ονομάσει ήδη “φαινόμενα Ζωής”, αλλά δεν συμφωνούμε μ’ όλες τις απόψεις που καθορίζουν τον όρο “ζωή”, βρισκόμαστε μπροστά στο πρόβλημα να διευρύνουμε την έννοια της λέξης “ζωή”, για να περιλαμβάνει όλες τις απόψεις, ή να την περιορίσουμε ώστε να μην τις παριλαμβάνει. Έχουμε βρεθεί μπροστά σ’ αυτό το πρόβλημα στο παρελθόν, εξετάζοντας ιούς, οι οποίοι δείχνουν μερικές ιδιότητες της ζωής, πολλαπλασιάζονται, οργανώνονται – αλλά δεν εκφράζουν αυτές τις ιδιότητες με μια πλήρως εξελιγμένη μορφή. Τώρα που παρατηρούνται ορισμένες αναλογίες συμπεριφοράς στη μηχανή και στο ζωντανό οργανισμό, το πρόβλημα του αν η μηχανεί ζει ή όχι είναι (για τους σκοπούς μας) ζήτημα ερμηνείας. Και είμαστε ελεύθεροι να απαντήσουμε είτε ότι η μηχανή ζει είτε ότι δεν ζει, ανάλογα με το τι μας βολεύει. Όπως λέει ο Humpty Dumpty για μερικές απ’ τις πιο σπουδαίες κουβέντες του, “τις πληρώνω έξτρα και τις αναγκάζω να κάνουν ό,τι θέλω”.
Εάν επιθυμούμε να χρησιμοποιήσουμε τη λέξη “ζωή” για να καλύψουμε όλα τα φαινόμενα, τα οποίο τοπικά κινούνται αντίθετα προς την τάση αύξησης της εντροπίας, είμαστε ελεύθεροι να το κάνουμε. Όμως τότε θα συμπεριλάβουμε πολλά αστρονομικά φαινόμενα, που έχουν σκιώδη μόνο ομοιότητα με τη ζωή όπως την ξέρουμε κανονικά. Γι’ αυτό, κατά τη γνώμη μου, το καλύτερο είναι να αποφύγουμε όλες τις αόριστες εκφράσεις που εγείρουν ερωτήματα, όπως “ζωή”, “ψυχή”, “βιταλισμός” και τα παρόμοια, και να πούμε απλά για ό,τι αφορά τις μηχανές, ότι δεν υπάρχει λόγος να μην μοιάζουν με τα ανθρώπινα όντα στο να αντιπροσωπεύουν εστίες ελαττούμενης εντροπίας σε ένα πλαίσιο όπου η γενική εντροπία τείνει να αυξάνει.
…
Η θέση μου είναι ότι η φυσική λειτουργία ενός ζωντανού οργανισμού και μερικών απ’ τις πιο καινούργιες μηχανές επικοινωνίας είναι ακριβώς ανάλογες, σε ότι αφορά τις προσπάθειες να ελέγξουν την εντροπία μέσω ανάδρασης. Και οι δυο, και ο ζωντανός οργανισμός και η μηχανή, έχουν αισθητήρες σαν ένα στάδιο στον κύκλο της λειτουργίας τους: υπάρχει, δηλαδή, και στις δύο περιπτώσεις μια ειδική συσκευή (ή όργανο) για τη συλλογή πληροφοριών από τον εξωτερικό κόσμο … κι αυτές οι πληροφορίες διατίθενται στο ζωντανό οργανισμό ή/και στη μηχανή κατά τη λειτουργία τους. Και στις δύο περιπτώσεις αυτά τα εξωτερικά μηνύματα δεν λαμβάνονται “καθαρά”, αλλά αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας εκ μέρους των εσωτερικών μετασχηματιστικών δυνατοτήτων της συσκευής, ζωντανής ή μη. Κάθε πληροφορία, τότε, παίρνει νέα μορφή, αξιοποιήσιμη για τα επόμενα στάδια της δράσης. Και στον ζωντανό οργανισμό και στη μηχανή η δράση είναι τέτοια ώστε να επιδρά στον εξωτερικό κόσμο. Και στα δύο η δράση που πραγματοποιείται κι όχι απλά η δράση που προγραμματίζεται να γίνει, και τα αποτελέσματα αυτής της δράσης, αναφέρονται πάλι στην κεντρική ρυθμιστική συσκευή, είτε του ζωντανού οργανισμού είτε της μηχανής.
…
Παραπάνω από ένας αιώνας (για την ακρίβεια 115 χρόνια) χωρίζει τα πιο πάνω αποσπάσματα απ’ τους ύμνους του Andrew Ure στον σιδερένιο άνθρωπο και για τις μηχανές που είναι προικισμένες με τη σκέψη, την αίσθηση και την προσοχή ενός πεπειραμένου τεχνίτη.1 Πρόκειται για αποσπάσματα από ένα βιβλίο με τίτλο Κυβερνητική και κοινωνία, η ανθρώπινη χρήση των ανθρώπινων όντων, που εξέδωσε το 1950 ο αμερικάνος μαθηματικός (και φιλόσοφος) Norbert Wiener: οι σχέσεις και οι ομοιότητες ανθρώπινων (και γενικά έμβιων) δραστηριοτήτων και μηχανικών δράσεων μπαίνουν ξανά στο κέντρο ενός τεχνολογικού άλματος. Δεν πρόκειται για τις μηχανές που υμνούσε ο Ure. Ούτε πρόκειται για τους ανθρώπους των αρχών του 19ου αιώνα, χειρώνακτες εργάτες κατά κύριο λόγο. Πολλά έχουν αλλάξει σ’ αυτά τα 115 χρόνια· ο καπιταλισμός έχει εξελιχθεί· οι μηχανές (του) επίσης.
Παρατηρούσαμε στο προηγούμενο τεύχος:
…
Η κατασκευή και η χρήση όλο και αποτελεσματικότερων ατμομηχανών προχώρησε παράλληλα με την ανάπτυξη ενός καινούργιου (τότε) επιστημονικού κλάδου της φυσικής, της θερμοδυναμικής. Η θερμική ενέργεια επρόκειτο να γίνει το ανάλογο της ζωϊκής ψυχής, και πλέον η διάκριση μεταξύ έμβιων όντων και μηχανών γινόταν ασήμαντη. Όπως διατυπωνόταν ξανά και ξανά, το ανθρώπινο σώμα και η μηχανή του εργοστασίου είναι και τα δύο κινητήρες που μετατρέπουν την ενέργεια σε έργο.
…
Η αναμόρφωση της ιδέας περί ανθρώπου (: ουσιαστικά περί εργάτη…) στη βάση των προδιαγραφών των μηχανών, άλλαξε και το ρεπερτόριο της πειθαρχίας μέσα στα εργοστάσια… Το πρόβλημα της ανθρώπινης παραγωγικότητας άρχισε να μετατρέπεται σταδιακά σε πρόβλημα συντήρησης και καλύτερης εκμετάλλευσης της “ανθρώπινης ενέργειας”. Το ζητούμενο άρχισε να παίρνει την μορφή της αναζήτησης της μέγιστης απόδοσης με κριτήρια την σχέση ενέργειας / έργου ανά μονάδα χρόνου.
…
Η μελέτη των ανταλλαγών (και των απωλειών) ενέργειας προχώρησε πολύ στη διάρκεια του 19ου αιώνα. Διατυπώθηκε ο δεύτερος νόμος της θερμοδυναμικής. Εφευρέθηκε μια καινούργια κρίσιμη έννοια: η εντροπία. Απ’ τον δεύτερο νόμο της θερμοδυναμικής και την εντροπία “γεννήθηκε”, σαν την Αθηνά απ’ το κεφάλι του Δία, μια καινούργια έννοια και μια καινούργια πολλά υποσχόμενη θεωρία, με αξιώσεις επιστήμης: η πληροφορία και η θεωρία πληροφορίας. Ο Wiener (και άλλοι εξίσου σημαντικοί, όπως ο μαθηματικός John von Neumann) μιλάει το 1950, αναλύει, συσχετίζει και, εξίσου σημαντικό, προπαγανδίσει αυτήν την καινούργια θεότητα (την πληροφορία) και τις μηχανές της, στεκόμενος στο ιστορικό μεταίχμιο ανάμεσα σ’ έναν ώριμο (καπιταλιστικά) κόσμο “ενεργειοκεντρικό” και σ’ έναν επερχόμενο (καπιταλιστικά) κόσμο “πληροφοριοκεντρικό”.2 Πολλά έχουν αλλάξει ήδη, και ακόμα περισσότερα πρόκειται να αλλάξουν. Εκεί, προς τα μέσα του 20ου αιώνα, η σχέση ανθρώπινου και μηχανικού ξαναϋφαίνεται, πάνω στις ίδιες βασικές ιδέες, της ομοιότητας και της υποκατάστασης, αλλά μ’ ένα αρκετά διαφορετικό πεδίο εφαρμογών. O cyborg δεν θα είναι ένας βελτιωμένος machorg, αλλά πολύ περισσότερα.
Από θεωρητική (έως και φιλοσοφική σκοπιά) η εφεύρεση της “πληροφορίας” και κάποιας “θεωρίας” γι’ αυτήν και, κυρίως, η αναζήτηση μιας θεωρίας για τον έλεγχο της πληροφορίας, παρουσιαζόταν εκεί, στα μέσα του 20ου αιώνα, σαν το αντίδοτο στην εντροπική Αποκάλυψη που υποσχόταν με βεβαιότητα το δεύτερο θερμοδυναμικό αξίωμα. Ο Wiener τελειώνει την εισαγωγή του βιβλίου του ελπίζοντας σε κάποια κυβερνητική (cybernetic) τάξη μέσα σ’ ένα σύμπαν καταδικασμένο να οδεύει προς το χάος:
…
Καθώς αυξάνει η εντροπία, το σύμπαν κι όλα τα κλειστά συστήματα μέσα σ’ αυτό, τείνουν να εκφυλιστούν και να χάσουν τις διακρίσεις τους, να κινηθούν απ’ τη λιγότερο στην περισσότερο πιθανή κατάσταση, από μια πιθανή κατάσταση οργάνωσης και διαφοροποίησης όπου υπάρχουν οι διακρίσεις και οι μορφές, σε μια κατάσταση χάους και ομοιομορφίας. Στο σύμπαν του Gibbs3 η τάξη είναι ελάχιστα πιθανή, ενώ το χάος πιθανότερο. Αλλά, ενώ το σύμπαν σα σύνολο, εάν πραγματικά υπάρχει ένα ολοκληρωμένο σύμπαν, εξελίσσεται με φθίνουσα πρόοδο, υπάρχουν ορισμένες νησίδες στις οποίες η κατεύθυνση φαίνεται να είναι αντίθετη προς εκείνη του σύμπαντος γενικά, και στις οποίες υπάρχει μια περιορισμένη και παροδική τάση αύξησης της οργάνωσης. Η ζωή βρίσκει καταφύγιο σε μερικές απ’ αυτές τις περιοχές. Μ’ αυτήν ακριβώς την άποψη, άρχισε στον πυρήνα της η εξέλιξη της καινούργιας επιστήμης της Κυβερνητικής.
Αλλά υπάρχουν σοβαροί λόγοι να θεωρήσουμε τέτοιου είδους ανησυχίες απλά αλληγορίες. Όχι μόνο επειδή η “πληροφορία”, η διαχείρισή της, η τεχνοεπιστημονική θεμελίωσή της και οι πρώτες μηχανές της δημιουργήθηκαν για τις στρατιωτικές ανάγκες του Β παγκόσμιου πολέμου (απ’ την κατασκοπεία και την αντικατασκοπεία των ραδιοεπικοινωνιών μεταξύ των αντίπαλων στρατών ως την βελτίωση της απόδοσης των αντιαεροπορικών). Αλλά επειδή, επιπλέον, πριν απ’ το ενδεχόμενο του εντροπικού τέλους του σύμπαντος, έχει δημιουργηθεί, στο τέλος το Β παγκόσμιου και στη συνέχεια, ένα πολύ πιο χειροπιαστό ενδεχόμενο: της καταστροφής του πλανήτη από έναν “θερμό”, πυρηνικό πόλεμο.
Συνεπώς, η “πληροφορία” γεννιέται μεν σαν ο επείγον ενδιάμεσος για την ακόμα μεγαλύτερη βελτίωση της σχέσης (της απόδοσης) ανάμεσα στους χειριστές μερικών μηχανών και στις μηχανές τις ίδιες· όμως προορίζεται να απλώσει την εργαλειακή σκοπιμότητα και λειτουργικότητά της σ’ όλο το εύρος και βάθος των κοινωνικών σχέσεων. Σ’ έναν απόλυτα ολοκληρωτικό πόλεμο το “χάος” δεν πρέπει να διαβρώσει ούτε την πρώτη γραμμή (“μας”) ούτε τα μετόπισθέν (“μας”). Εδώ χρειάζεται, ακόμα περισσότερο από ποτέ, η μέγιστη δυνατή τάξη.
Ο Wiener μοιάζει υπερβολικά προφητικός (αλλά θα αποδειχθεί καθόλου “τρελός” προφήτης) όταν νωρίς νωρίς στο βιβλίο του δηλώνει:
…
Η θέση αυτού του βιβλίου είναι ότι η κοινωνία μπορεί να κατανοηθεί μόνο με την μελέτη των μηνυμάτων και των ευκολιών επικοινωνίας που διαθέτει, και ότι στη μελλοντική ανάπτυξη των ευκολιών επικοινωνίας μεταξύ ανθρώπου και μηχανής, μεταξύ μηχανής και ανθρώπου και μεταξύ μηχανών, οι πληροφορίες θα παίζουν έναν συνεχώς σπουδαιότερο ρόλο.
…
Συμβαίνει, λοιπόν, μια ουσιαστική αλλαγή οπτικής σε ότι αφορά την μηχανοποίηση και την σχέση των ζωντανών οργανισμών και των νέων μηχανών· μια αλλαγή που παίρνει μεν μορφή μέσα στον Β παγκόσμιο πόλεμο για να υπηρετήσει στρατιωτικές ανάγκες, αλλά νωρίς νωρίς ειδικοί σαν τον Wiener διαισθάνονται τις τεράστιες προοπτικές της.4 Το ζητούμενο των καινούργιων (πληροφορικών) μηχανικών μεσολαβήσεων δεν είναι πια μόνο η αύξηση της παραγωγικότητας της “στενά εννοημένης” εργασίας και η μεγαλύτερη απόσπαση υπεραξίας, αλλά η (μηχανική) αναπαράσταση και η προοπτική ελέγχου, εάν είναι δυνατό, του συνόλου του κοινωνικού πεδίου.
Από μια άποψη βρισκόμαστε πάντα μέσα στο “καθολικό πεπρωμένο” του machorg, όχι μόνο όπως το ύμνησε γενικόλογα ο Ure αλλά όπως το πρότεινε συγκεκριμένα και πρακτικά ένας άλλος σπουδαίος της καπιταλιστικής ιστορίας, ο Frederick W. Taylor, στο μνημειώδες The Principles of Scientific Management το 1911, στην εισαγωγή του έργου:
…
Ελπίζω ότι θα γίνει καθαρά στους αναγνώστες ότι τα ίδια βασικά στοιχεία [σ.σ.: της “επιστημονικής οργάνωσης της βιομηχανικής εργασίας”] μπορούν να εφαρμοστούν σε όλες τις κοινωνικές δραστηριότητες: στη διαχείριση των σπιτιών μας· στη διαχείριση των κτημάτων μας· στη διαχείριση των εμπορικών μας εγκαταστάσεων, μικρών και μεγάλων· στις εκλησσίες μας, στα φιλανθρωπικά μας ιδρύματα, στα πανεπιστήμιά μας και στις κυβερνητικές υπηρεσίες μας.
Ο machorg, το πειθαρχημένα εργαζόμενο σώμα-μηχανή, είναι το φανερό ή κρυφό όνειρο των ανώτερων τάξεων όλον τον 19ο αιώνα και τις πρώτες δεκαετίες του 20ου· και γίνεται πραγματικότητα στην αρχή σταδιακά και ύστερα με μεγαλύτερη ταχύτητα, όπως ακριβώς το είχε προβλέψει ο Μαρξ: η ζωντανή εργασία να γίνει απλά το “ζωντανό εξάρτημα” των μηχανών. Ο machorg δουλεύει, δουλεύει, δουλεύει (εν τω μεταξύ αποκτάει συναίσθηση της συλλογικής δύναμής του, οργανώνεται ενάντια στη “μοίρα” του, εξεγείρεται, επαναστατεί)· πολεμάει, πολεμάει, πολεμάει, και γίνεται “κρέας για κανόνια” στα χαρακώματα του πρώτου παγκόσμιου και ξανά “κρέας” κάτω απ’ τις ερπύστριες, τα βομβαρδιστικά, τα θωρηκτά, τα υποβρύχια και την πυρηνική σχάση του δεύτερου.
Από μια διαφορετική άποψη όμως, διαλεκτική αυτή, η αναγγελία στην αρχή και, ύστερα, η μορφοποίηση του cyborg, της σχέσης δηλαδή μεταξύ ανθρώπινου και κυβερνητικών / πληροφορικών μηχανών, αποτελεί για δεκαετίες μόνο το “όνειρο” των ευαγγελιστών του machorg. Και γίνεται υπόσχεση για μια Αλλαγή Παραδείγματος μόλις εκεί στα μέσα του 20ου αιώνα. Νωρίτερα, για καιρό, λογιών λογιών ειδικότητες, κοινωνιολόγοι, ανθρωπολόγοι, ψυχολόγοι, γλωσσολόγοι, μαθηματικοί, φιλόσοφοι, ψάχνουν με διαφορετικές αφετηρίες, στο ημίφως του ακαδημαϊσμού, τις απαντήσεις στο ερώτημα: τι είναι αυτό που κάνει τις κοινωνίες να είναι κοινωνίες; Πώς μένουν σταθερές αυτές οι πολυπληθείς, πολυπρόσωπες, σύνθετες οντότητες; Πώς αλλάζουν; Ποιά είναι η “συγκολλητική ουσία” των κοινωνικών φαινομένων; Από τι υλικό συγκροτείται το μυστηριώδες πεδίο των κοινωνικών σχέσεων, με τις συγκλίσεις και τις αποκλίσεις τους, τις έλξεις και τις απωθήσεις τους, τις κανονικότητες και τις παραβάσεις τους, τις εξουσίες και τις αρνήσεις προς αυτές;
Λίγο πριν τον δεύτερο παγκόσμιο, στη διάρκειά του, και αμέσως μετά, η πολυπόθητη απάντηση μοιάζει να παίρνει μορφή: επικοινωνία – ανταλλαγή πληροφοριών! Αυτή είναι η ιστορική θέση απ’ την οποία φυσιογνωμίες σαν τον Wiener αναγγέλουν μια καινούργια εποχή: την κυβερνητική, την cybernetic μηχανοποίηση.
Προς το τέλος του βιβλίου του ο Wiener κρίνει σκόπιμο να αναδημοσιεύσει την συνηγορία υπέρ αυτής της νέας εποχής κάποιου “υπεράνω υποψίας”: ενός καλόγερου. Αναδημοσιεύουμε ένα απόσπασμα απ’ τις σχετικές σελίδες:
…
Στη γνωστή παρισινή εφημερίδα Le Monde, στο φύλλο της 28ης Δεκέμβρη 1948, κάποιος Δομινικανός μοναχός, ο πατήρ Dubarle, έγραψε μια εξαιρετικά διεισδυτική ανασκόπηση σχετική με το βιβλίο μου “Κυβερνητική”.5 Θα αναφέρω παρακάτω μια ιδέα του, σχετικά με τις φοβερές συνέπειες της σκακιστικής μηχανής μεγεθυνόμενης και περιβεβλημένης με μια πανοπλία:“Έτσι, μία από τις συναρπαστικότερες προοπτικές που δημιουργούνται, είναι η δυνατότητα της λογικής ρύθμισης των ανθρώπινων υποθέσεων, και ειδικότερα εκείνων που αφορούν κοινότητες και παρουσιάζουν μια ορισμένη στατιστική κανονικότητα, όπως είναι τα ανθρώπινα φαινόμενα διαμόρφωσης της κοινής γνώμης.
Μπορεί, άραγε, να φανταστεί κανείς μια μηχανή που θα συλλέγει ένα οποιοδήποτε είδος πληροφορίας, όπως π.χ. πληροφορίες σχετικά με την παραγωγή και την αγορά· και κατόπιν να προσδιορίζει ποια θα είναι η πιθανότερη εξέλιξη της κατάστασης, σε συνάρτηση με τη μέση ψυχολογία των ανθρώπινων όντων, και των ποσοτήτων που είναι δυνατόν να μετρηθούν σε κάθε καθορισμένη περίπτωση. Είναι δυνατόν να διανοηθεί κανείς μια κρατική μηχανή που να καλύπτει όλα τα συστήματα πολιτικών αποφάσεων, κάτω από ένα καθεστώς πολλών κρατών κατανεμημένων στην επιφάνεια της γης, ή κάτω από ένα προφανώς απλούστερο καθεστώς μιας κυβέρνησης ολόκληρου του πλανήτη;
Προς το παρόν τίποτα δεν μας εμποδίσει να φανταστούμε κάτι τέτοιο. Μπορούμε να ονειρευτούμε την εποχή που θα είναι δυνατόν μια machine à gouverne (μηχανή διακυβέρνησης) να είναι σε θέση να συμπληρώνει – είτε προς το καλύτερο είτε προς το χειρότερο – την σημερινή προφανή ανικανότητα του ανθρώπινου εγκεφάλου όταν ασχολείται με τον συνηθισμένο μηχανισμό της πολιτικής.
Είναι απίθανο να φανταζόταν ο καλόγερος Durable στα τέλη του 1948 τις πληροφορικές μηχανές και τα special λογισμικά του σύγχρονου χρηματοπιστωτισμού και του flash trading. Κι όμως: η τάση για την μηχανοποίηση των πάντων, όχι μ’ έναν γραμμικό, αυστηρά ντετερμινιστικό αλλά με πιθανολογικό τρόπο και ανάλογες διαδικασίες, μια τάση σαν ονειροπόλημα, αυτή η τάση λοιπόν έχει γεννηθεί κιόλας στα μέσα του 20ου αιώνα. Όχι σαν φαντασίωση μεθυσμένου. Αλλά σε σχέση με τις δυνατότητες και τις υποσχέσεις που δίνουν οι καινούργιες επικοινωνιακές / πληροφορικές μηχανές, απ’ τα σπάργανά τους.
Τεχνικά η Αλλαγή Παραδείγματος θα γίνει σαφής λίγες δεκαετίες αργότερα, απ’ τα τέλη των ‘70s ή τις αρχές των ‘80s. Πολιτικά;
Γράψαμε ήδη (στο προηγούμενο τεύχος) ότι στις δόξες του ο machorg δεν μορφοποιούσε μια ατομική σχέση ή ένα σύνολο ατομικών σχέσεων ανθρώπων – μηχανών. Ήταν η κωδικοποίηση του γενικού μοντέλου της επιθυμητής καπιταλιστικής πραγματικότητας, το καθολικό φαντασιακό για τον κόσμο: η γενίκευση πλημμυρίζει την σκέψη των ευαγγελιστών του machorg, ακόμα κι αν έτσι αναγκάζονται να τρέξουν (νοερά) πολύ γρήγορα.
Οι θεωρητικές, ιδεολογικές και τεχνικές προδιαγραφές του cyborg, δηλαδή αυτής της καινούργιας σύνθεσης ανθρώπινου / μηχανικού πάνω στα πληροφορι[α]κά μοτίβα, δεν έμειναν στη συναγωγή του γενικού (κοινωνικού) μέσα απ’ το επιμέρους της οργάνωσης της βιομηχανικής χειρωνακτικής εργασίας. Αντίθετα στηρίχτηκαν σε μια οργανική κατανόηση του κοινωνικού κατευθείαν, με όρους “αγοράς”, με όρους δηλαδή διαρκούς ανταλλαγής συμβόλων, μηνυμάτων· με κριτήρια διαρκούς επικοινωνίας. Αυτή είναι η πραγματική πρωτοτυπία, η πραγματική καινοτομία της καινούργιας προβληματοποίησης του ανθρώπινου / μηχανικού πριν, στη διάρκεια, κι ακόμα εντονότερα μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο: δεν προέκυψε απ’ την γενίκευση του δεδομένου εργοστασιακού μοντέλου, απ’ την γενίκευση, δηλαδή, της χρήσης ατσάλινων μηχανών με ρουλεμάν και λιπαντικά σε κάθε πλευρά της καθημερινής ζωής. Αλλά μάλλον θα αναφερθεί σ’ ένα γενικό, καθολικό, επικοινωνιακό πεδίο, “πληροφορικό εργοτάξιο” θα τολμούσαμε να πούμε (την κοινωνία, τις κοινωνικές σχέσεις) μέσα στο οποίο υπάρχουν βέβαια και εργάτες, αλλά επίσης υπάρχουν πόρτες που ανοιγοκλείνουν και γατάκια – που – παίζουν – με – κουβαρίστες.6
Ποιοί συνέλαβαν τις κοινωνικές σχέσεις σαν πληφοροφοριακό πλέγμα; Σε μια εποχή σαν την τωρινή όπου η πληροφορία και τα παράγωγά της (η πληροφορική οικονομία, η κυβερνητική, οι cyborg) είναι κοινότοπα, εύκολα θα νόμιζε κανείς ότι η πληροφορία σαν τέτοια υπήρχε ανέκαθεν “κεντρική” στις ανθρώπινες κοινωνίες. Αυτό φαίνεται να συμβαίνει πάντα όταν οι κεντρικές ιδέες / έννοιες ενός καινούργιου Παραδείγματος καθιερώνονται και ηγεμονεύουν: η κυρίαρχη ρητορική αρχίζει και τελειώνει με το πάντα έτσι ήταν τα πράγματα.
Μια τέτοια πεποίθηση είναι λάθος. Αυτό που ξέρουμε (ή νομίζουμε ότι ξέρουμε) σαν “πληροφορία” είναι πολύ πρόσφατο δημιούργημα, ίσως μόλις του 1948, όταν ο Claude Shannon δημοσίευσε (στην επιθεώρηση της εταιρείας Bell) μια έκθεση με τίτλο Μια μαθηματική θεωρία της επικοινωνίας. Πριν απ’ αυτό, η λέξη “πληροφορία” είχε εξαιρετικά περιορισμένη χρήση, στις κρατικές γραφειοκρατίες ή στην στρατιωτική κατασκοπεία. Μετά απ’ αυτό, και μετά απ’ το ερευνητικό και εννοιολογικό κύμα που δημιουργήθηκε, η λέξη και η έννοια “πληροφορία” απέκτησαν ένα εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο, προορισμένο να απλωθεί παντού.
Η “πληροφορία” όπως προσδιορίστηκε απ’ τον Shannon (και όπως εννοείται έκτοτε) είναι δισυπόστατη. Απ’ την μια μεριά θεωρείται ποσότητα και σαν τέτοια “αντικειμενική”· απ’ την άλλη όμως υπόκειται στην ερμηνεία της, κι ως εκ τούτου είναι υποκειμενική.7 Aυτός ο διϊσμός είναι συνεπής με τον βασικό καπιταλιστικό διϊσμό ανάμεσα στην αξία και στο μέτρο της αξίας, το χρήμα. H ποσοτική εννόηση της “πληροφορίας” επιτρέπει την συσσώρευση (και την χειραγώγηση) των υποκειμενικών ερμηνειών.8
Συνεπώς τόσο η εφεύρεση της “πληροφορίας” σαν γενικού ανάλογου του κοινωνικώς σχετίζεσθαι, όσο και η διαδικασία της γενικευμένης πληροφοριοποίησης, αποτελούν μια ιστορική διαδικασία σφετερισμού. Η πληροφοριοποιημένη σχέση, η σχέση που έχει αναχθεί σε πληροφορίες και διαχείριση πληροφοριών, επιστρέφει στον χειριστή της (όποιας πληροφορικής) μηχανής σαν ξένη ως προς την ανθρώπινη και διϋποκειμενική πράξη της, και σαν τέτοια πρέπει να “εννοηθεί” μέσα σε ένα μόνο ερμηνευτικό πλαίσιο, προκαθορισμένο. Ή, τα (ανθρώπινα) υποκείμενα αναγνωρίζουν στη μηχανή (και στην πληροφορική / μηχανική διαδικασία) τον εαυτό τους. Αυτός είναι ο cyborg.9
Οι ιταλοί αυτόνομοι, στα ‘70s, μίλησαν αναλυτικά για το κοινωνικό εργοστάσιο· και για την πραγματική υπαγωγή των κοινωνιών στο κεφάλαιο, σε σχέση με την φάση της τυπικής υπαγωγής, την περίοδο δηλαδή που ο καπιταλισμός των εργοστασίων ήταν μεν η κυρίαρχη “κοινωνική σχέση”, αλλά όχι η μοναδική. Ο cyborg τότε ήταν, από “φυσική άποψη”, ένα στρατιωτικό εγχείρημα, ένα πρόγραμμα στρατιωτικών ερευνών, μάλλον διαχωρισμένο απ’ τα υπόλοιπα πεδία της κοινωνικής πραγματικότητας. Αλλά ήταν ένα potential· ένα μοντέλο εν δυνάμει.
Ζούμε λοιπόν ήδη όχι μόνο την πραγματική υπαγωγή των κοινωνικών σχέσεων στο κεφάλαιο, με την πιο διευρυμένη έννοια της λέξης “κεφάλαιο” (διεύρυνση που πιθανόν δεν φανταζόταν ο Μαρξ), αλλά – αναπόφευκτο! – την πραγματική υπαγωγή των κοινωνικών σχέσεων στις μηχανές. Κι αυτό έχει πολύ σημαντικές πολιτικές (όχι απλά “κοινωνικές”) συνέπειες, στις οποίες θα έρθουμε αναλυτικά σε επόμενα τεύχη.
Ziggy Stardust
cyborg #03 – 06/2015
- Andrew Ure The Philosophy of Manufactures, 1835 – Σχετική αναφορά στο CYBORG 2: το πιστόνι, ο εργάτης, ο γάντζος, ανατομία των cyborg προγόνων. ↩︎
- Στην πράξη η καπιταλιστική “ενεργειοκεντρικότητα” έχει μόλις φτάσει σε ένα απίστευτο τεχνικό σημείο, επιδεικνύοντας ταυτόχρονα το απόλυτο μονοπώλιο καταστροφικότητας: στην ανακάλυψη και στην τιθάσσευση της πυρηνικής ενέργειας. ↩︎
- Ο Josiah Willard Gibbs (1839 – 1903) ήταν ένας αμερικάνος φυσικός που μαζί με τον Maxwell και τον Boltzmann δημιούργησε την στατιστική μηχανική, για χρήση στους νόμους της θερμοδυναμικής. ↩︎
- Ας το σημειώσουμε σ’ αυτό το σημείο: όλες οι πρώτης γραμμής εφευρέσεις του Βιοπληροφορικού Παραδείγματος, ως τώρα, έχουν στρατιωτική προέλευση… ↩︎
- Πρόκειται για την πρώτη εκδοχή των απόψεων του Wiener, που κυκλοφόρησε το 1948, απευθυνόμενη σε ειδικούς. ↩︎
- Αναφορά σ’ ένα απ’ τα πρώτα παραδείγματα ομοιότητας μηχανικής και έμβιας συμπεριφοράς, με “άξονα” το νευρικό σύστημα, απ’ το βιβλίο του Wiener. ↩︎
- Μια πέτρα σ’ ένα χωράφι μπορεί να σημαίνει διαφορετικά πράγματα για έναν αγρότη, έναν γεωλόγο, έναν αρχαιολόγο, έναν βοσκό, ένα παιδί, έναν κτίστη ή κάποιον που κινδυνεύει από ένα φίδι. Δεν υπάρχει μια πληροφορία σχετικά μ’ αυτήν την πέτρα, ούτε όμως πολλές, δεδομένου ότι η σημασία που θα της αποδοθεί δεν είναι “επιλογή” ανάμεσα σε πολλά ενδεχόμενα. ↩︎
- Είναι κάτι σαν ένοχο μυστικό μεταξύ των ειδικών πως το τι είναι πληροφορία δεν είναι επαρκώς ορισμένο. Η πολιτική οικονομία της πληροφορίας (ας την πούμε “νέα πολιτική οικονομία”) είναι έτσι θεωρητικά ασαφής αλλά, απ’ την άλλη, επιθετικά λειτουργική. Αυτό μας οδηγεί στην υπόθεση ότι στο βαθμό που η πολιτική οικονομία της πληροφορίας περιλαμβάνει, περικλείει την πολιτική οικονομία της εργασίας, παράγει και αναπαράγει και εκεί (στην εργασία) μια σκόπιμη ασάφεια… ↩︎
- Ο cyborg μπορεί να εννοείται με διάφορους τρόπους και, κυρίως, σαν μεμονωμένος οργανισμός. Αλλά εδώ εννοούμε την κωδικοποίηση του γενικού μοντέλου του νέου βιοπληροφορικού παραδείγματος. Την κωδικοποίηση σύμφωνα με την οποία ο κόσμος δεν είναι αλληλοεμπλεκώμενα γρανάζια (αυτό ήταν το προηγούμενο παράδειγμα) αλλά δίκτυο ροών· και το άτομο (όχι μόνο όταν δουλεύει αλλά σχεδόν παντού και πάντα) είναι μια διασταύρωση αυτών των ροών, την οποία δεν μπορεί να “ενσωματώσει” παρά μόνο μέσα από τηλεχειριστήρια – χωρίς τα οποία δεν υπάρχει ζωή άξια λόγου. ↩︎