Την ίδια χρονιά που Norbert Wiener εξέδιδε την πραγματεία του περί “ανθρώπινης χρήσης των ανθρώπινων όντων”, το 1950, μια άλλη εξαιρετική προσωπικότητα στην ιστορία της πληροφορικής, ο Alan Turing, διατύπωνε το ερώτημα εάν οι μηχανές μπορούν να σκεφτούν. Έξυπνος άνθρωπος ο Turing, τουλάχιστον στους επιστημονικούς τομείς που δούλεψε, θέλοντας να αποφύγει τις φιλοσοφικές συζητήσεις για το τι είναι “σκέψη” και τι “ευφυία”, μετέτρεψε το αρχικό του ερώτημα σε εάν οι μηχανές μπορούν να μιμηθούν την σκέψη· και, τελικά, σε εάν οι μηχανές, “απαντώντας σε ερωτήσεις” και “συζητώντας” με ανθρώπους μπορούν να τους πείσουν ότι είναι κι αυτές άνθρωποι.
Απ’ τα μέσα της δεκαετίας του ‘60 ως σήμερα, το test Turing είναι μια απ’ τις διεθνείς διαδικασίες (με μορφή διαγωνισμού) που παρακολουθεί την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης. Στην τελευταία ως τώρα πράξη αυτού του τεχνολογικού τουρνουά, στον διαγωνισμό που έγινε απ’ την Royal Society στο Λονδίνο, το 2014, ένα πρόγραμμα ρωσικής κατασκευής (του Eugene Goostman), που παρίστανε ένα νεαρό Ουκρανό που μιλούσε τα αγγλικά σαν δεύτερη γλώσσα έπεισε το ένα τρίτο των συνομιλητών του ότι είναι άνθρωπος. Μιας και ο Turing είχε βάλει σαν όριο πειθούς το 30%, το γεγονός ότι ξεγελάστηκαν το 33% των συμμετεχόντων θεωρήθηκε απόδειξη πως ο “έλεγχος Turing” απέδειξε, για πρώτη φορά, ότι οι μηχανές μπορούν να σκέφτονται.
Οι διαδοχικές μετατοπίσεις που έξυπνα επέλεξε ο Turing στο ερώτημα του 1950, απ’ την σκέψη στη μίμηση της σκέψης και απ’ την μίμηση της σκέψης στο πετυχημένο ξεγέλασμα ενός ποσοστού συνομιλητών, έχουν το πλεονέκτημα ότι ανιχνεύουν την απάντηση πάντα συγχρονικά και πάντα μέσα σ’ ένα συγκεκριμένο περιβάλλον, όπου είναι αναμενόμενο (πιθανό) ότι κάποιο μηχανικό / πληροφορικό πρόγραμμα μπορεί να ξεγελάσει κάποιους, πείθοντάς τους ότι σκέφτεται. Υπάρχει ωστόσο ένας δεύτερος πόλος: οι ανθρώπινοι συνομιλητές (που μπορεί να ξεγελαστούν ή όχι) σκέφτονται; Τι σκέφτονται; Πως σκέφτονται;
Αν και είναι εύλογο ότι οι τελικοί κριτές στο ερώτημα του Turing και σε κάθε παρόμοιο περί “ευφυίας” των νέων μηχανών θα είναι άνθρωποι, δεν είναι το ίδιο φανερό ότι το πως προσδιορίζεται η σκέψη ή η ευφυία δεν είναι μια α-ιστορική και υπερ-κοινωνική σταθερά. Διαφορετικά υποκείμενα σε διαφορετικές συνθήκες και σε διαφορετικά πολιτιστικά περιβάλλοντα εκτιμούν με διαφορετικά (έως εντελώς διαφορετικά) κριτήρια τι είναι “σκέψη” ή “εξυπνάδα”. Ένας μαθηματικός, για παράδειγμα, που παλεύει επί μήνες να λύσει ένα σύνθετο πρόβλημα (και το λύνει) ενόσω είναι ανίκανος ή αδιάφορος ακόμα και να φάει (οπότε εξαρτιέται απ’ την φροντίδα της συζύγου του) μπορεί να θεωρείται πανέξυπνος απ’ τους συναδέλφους τους και πανηλίθιος απ’ την τροφό του. Ή ένας Turing που συμβάλει καίρια στο σπάσιμο της κωδικοποίησης των στρατιωτικών μηνυμάτων των ναζί στον β παγκόσμιο πόλεμο αλλά, αργότερα, παραδέχεται την ομοφυλοφιλία του μπροστά σε αστυνομικούς (την ώρα που η ομοφυλοφιλία συνιστά αδίκημα, συνεπώς η παραδοχή του θα τον μπλέξει άσχημα) μπορεί να θεωρηθεί πανέξυπνος ή βλάκας, ανάλογα με την περίσταση.
Η ιστορική, κοινωνική / ταξική και πολιτιστική σχετικότητα της “σκέψης” και της “εξυπνάδας” είναι, λοιπόν, αφετηριακή· και είναι η αόρατη βάση πάνω στην οποία στέκεται η παραδοχή πως υπάρχουν “έξυπνες” μηχανές. Εάν η ανθρώπινη σκέψη αλλάζει επειδή έμμεσα ή άμεσα υιοθετεί κριτήρια μηχανικής αυτο-επιβεβαίωσης (ακόμα κι αν αγνοεί ότι αυτό ακριβώς κάνει), τότε είναι βέβαιο ότι οι μηχανές είναι έξυπνες, και θα γίνονται διαρκώς εξυπνότερες· και δεν είναι απαραίτητο το test Turing γι’ αυτό. Ειπωμένο αλλιώς: εάν στη σύγκριση δύο όρων ο ένας εκφυλίζεται σταθερά, τότε ο άλλος θα φαίνεται όλο και πιο βελτιωμένος.
Το ίδιο ισχύει σε σχέση με το ερώτημα εάν οι μηχανές ζουν. Ο Wiener το 1950 προσέφερε μια βάση αναγνώρισης και παραδοχής αυτού του τόσο οξύμωρου σύμφωνα με την τρέχουσα εμπειρία, της μηχανικής ζωής: την αντι-εντροπική δράση της. Αυτή ήταν μια αυστηρή φυσικομαθηματική βάση που δεν έχει ιδιαίτερη αξία στην καθημερινή ζωή στον σύγχρονο κόσμο. Υπάρχει όμως μια άλλη διαδικασία που υποδεικνύει απαντήσεις: ο φετιχισμός. Η πίστη ότι μερικά ανθρώπινα λείψανα μπορούν να κάνουν “ιαματικά θαύματα” ίσως κινητοποιεί σε τέτοιο βαθμό την αυθυποβολή ώστε να αυτο-επιβεβαιώνεται. Η ίδιας προέλευσης φετιχιστική πίστη ότι οι σύγχρονες κυβερνητικές μηχανές κάνουν “θαύματα” έχει περισσότερες πιθανότητες αυτο-επιβεβαίωσης: αυτές οι μηχανές είναι αποτελεσματικές τη στιγμή που τους ζητιέται.
Μακριά απ’ το εντροπικό άγχος και τα φιλοσοφικά ύψη, το τι είναι ζωή μπορεί να αδειάζει, να απογυμνώνεται, να φτωχαίνει και να εκφυλίζεται τόσο ώστε οι νέες μηχανές να ζουν πράγματι. Με άριστη υγεία και αποδοτικότητα (τι άλλο τείνει να καταντήσει η ζωή μέσα απ’ τη μέτρηση της νεότητας και της απόδοσης;)· να ζουν για πολύ καιρό, αν γίνονται τακτικά σέρβις.
Ziggy Stardust
cyborg #03 – 06/2015