Ο DiCaprio σαν Hugh Glass στο “The Revenant” (στα ελληνικά: “Η επιστροφή”) του Alejandro Inarritu.
Πριν δείτε (αν είδατε) το φίλμ, το είχαν δει κάποιοι άλλοι. Η παραγωγός εταιρεία 20th Century Fox, πριν την επίσημη προβολή του, έκανε δοκιμαστική προβολή σε “πειραματικούς” θεατές. Πάνω από 100 άτομα είδαν την ταινία φορώντας ειδικά τεχνο-βραχιόλια, που κατέγραφαν τους ρυθμούς της καρδιάς τους, την υγρασία του δέρματος, τις κινήσεις τους στην καρέκλα και τις αντιδράσεις τους στον ήχο. Η καταγραφή έδειξε ότι σε 14 σκηνές οι θεατές / πειραματόζωα καρδιοκτύπησαν, ενώ σε 15 είχαν αντίδραση πανικού (αυτά, μετά την επεξεργασία των δεδομένων). Το δείγμα κοινού έμεινε επίσης χωρίς έντονες συναισθηματικές αντιδράσεις στη μισή περίπου διάρκεια της προβολής.
Αν και τέτοιου είδους βιομετρικές καταγραφές γίνονται εδώ και μια δεκαετία για λογαριασμό διαφημιστικών εταιρειών (και των πελατών τους), η περίπτωση του “The Revenant” είναι η πρώτη δημόσια γνωστή που αφορά τον κινηματογράφο. Ως τώρα παρόμοιες έρευνες στον σινεμά γίνονταν με μικρότερο (αριθμητικά) κοινό, και με συνεντεύξεις για την γνώμη των θεατών εκ των υστέρων. Χαρτιά και μαγνητόφωνα… Τα “φορετά” γκάτζετ είναι φτηνότερα και προσφέρουν πια την δυνατότητα για just in time (και “αντικειμενικές”) μετρήσεις αντιδράσεων, σε πολύ μεγαλύτερα δείγματα.
Ο σκηνοθέτης Inarritu είδε κι αυτός, όπως ήταν φυσικό, τα αποτελέσματα της έρευνας. Οι όχι αυθαίρετες προβλέψεις υποστηρίζουν ότι τέτοιου είδους φορητοί αισθητήρες θα γίνουν κοινοτοπία σύντομα, κυρίως απέναντι σε εναλλακτικές εκδοχές (μοντάζ) των ταινιών, σε συνεργασία σκηνοθετών και εταιρειών. Σκοπός; Να “σημαδεύονται” πιο αποτελεσματικά τα κάθε φορά target group σε ότι αφορά τις συγκινήσεις τους.
Απ’ την εποχή του “μοντάζ των εντυπώσεων” του Αϊζενστάιν έχει περάσει ένας αιώνας… Τι πρόοδος όμως, ε;