Γιατί ο τρόπος που θυμόμαστε (όπως, άλλωστε, και όλα τα έμβια όντα) τραβάει τόσο πολύ την προσοχή των επιστημόνων; Αν τους ρωτήσετε και ασχοληθούν να σας απαντήσουν, θα πάρετε μια τετριμένη ιατρική διακήρυξη: “για να βρεθούν θεραπείες για διάφορες μορφές αμνησίας, άνιας κλπ”. Όμως, είτε το παραδέχονται είτε όχι όλοι αυτοί οι νευροεπιστήμονες που σκαλίζουν τους εγκεφάλους (ή προσομοιώσεις τους) για να βρουν τα μυστικά της μνήμης, υπάρχουν ατσάλινοι κανόνες. Για να είναι εμπορικά αξιοποιήσιμη οποιαδήποτε θεραπεία θα πρέπει να έχει υπολογίσιμη πελατεία. Συνεπώς, θεραπείες της αμνησίας θα υπάρξουν μόνο όταν αυτή γενικευτεί…
Στις αρχές του περασμένου Απρίλη μια ομάδα νευροεπιστημόνων του “κέντρου νευρογενετικής” του MIT δημοσίευσε στο περιοδικό science τα αποτελέσματα μιας έρευνας που έγινε σε ποντίκια· και οι ίδιοι ισχυρίζονται πως το μοντέλο που διαμόρφωσαν για την μνήμη των ποντικών ισχύει και για το είδος μας. Σύμφωνα με τα πορίσματά τους κάθε ερέθισμα δημιουργεί σε διαφορετικές θέσεις του εγκεφάλου δύο και όχι ένα μνημονικά αποτυπώματα. Το πρώτο, στον ιππόκαμπο, προορίζεται για άμεση χρήση, είναι δηλαδή “μνήμη εργασίας”, προσωρινό ίχνος, μικρής διάρκειας. Αν το ερέθισμα δεν επαναληφθεί άμεσα, αυτό το μνημονικό αποτύπωμα διαγράφεται. Το δεύτερο, στον φλοιό, “αποθηκεύεται” για καιρό και ανακαλείται μόνο κάτω από συγκεκριμενες συνθήκες πίεσης.
Αν σκεφτείτε ότι αυτό το δυϊκό μοντέλο ταιριάζει απόλυτα στην τεχνική δομή της μνήμης των υπολογιστών, σε τέτοιο βαθμό ώστε να υποθέσετε ότι οι νευροβιολόγοι βρήκαν ακριβώς αυτό που έψαχναν εμπνευσμένοι απ’ τις σύγχρονες πληροφορικές μηχανές τότε… Τότε “θα τακτοποιηθείτε” όταν βρουν πως δημιουργείται από νευροβιολογική άποψη η κριτική… Και που “αποθηκεύετε”…