εισαγωγή 1
Στις 12 Μάρτη του 2014, η Google κάλεσε τον κόσμο να γιορτάσει την επέτειο των 25 χρόνων του internet, που γεννήθηκε, κατά την άποψη της εταιρείας, όταν δημοσιοποιήθηκε το πρώτο πρόγραμμα πλοήγησης (browser). Αν και οι πρώιμες δικτυακές επικοινωνίες χρονολογούνται απ’ το 1969, μόνο όσοι είχαν υψηλού επιπέδου τεχνικές δυνατότητες μπορούσαν να τις δουν. Με την δημιουργία των προγραμμάτων προλήγησης, το internet άνοιξε σε πολύ περισσότερους χρήστες· και η google, με την βοήθεια των αρχικών κυβερνητικών επενδύσεων σ’ αυτήν, ξεκίνησε – για να γίνει μια απ’ τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις στον κόσμο. Το 1993 το internet ήταν πια τόσο διαδεδομένο ώστε το περιοδικό New Yorker είχε την ιδέα να δημοσιοποιήσει ένα σκίτσο που παραμένει, από τότε, το αρχείο με τις περισσότερες δικτυακές επισκέψεις για το περιοδικό. Έδειχνε έναν σκύλο να κάθεται μπροστά απ’ την οθόνη ενός υπολογιστή και να λέει σ’ έναν άλλο “στο internet κανείς δεν ξέρει ότι είσαι σκυλί”.
Την ώρα που ο κόσμος της τεχνολογίας γιόρταζε την ενηλικίωση του internet, το “Επόμενο Internet” προχωρούσε απ’ την βρεφική του κατάσταση. Η Google το γνωρίζει καλά αυτό, όπως φάνηκε σε μια συνέντευξη του 2015, όταν ο επικεφαλής του τμήματος ερευνών της επιχείρησης δήλωσε ότι η μηχανή αναζήτησης, που συνέβαλε καθοριστικά στον προσδιορισμό του internet, ήταν πια ένα σύστημα “κληρονομιά” (ευφημισμός του “ακόμα χρήσιμο αλλά προορισμένο να καταλήξει σύντομα στον σκουπιδοντενεκέ”). Τώρα η Google, μαζί με άλλες μεγάλες εταιρείες και μικρές startups, ελπίζει να αναπτύξει νέες μορφές μηχανών αναζήτησης φιλικών προς την φορητότητα, που να ταιριάζουν με το Επόμενο Internet.
Θα έδειχνε θράσος το να διατυπώσουμε κάποια ακριβή πρόβλεψη γι’ αυτό το νέο επίπεδο του ψηφιακού κόσμου, αλλά είναι εύλογο το να συμπεράνουμε ότι το Επόμενο Internet θα αναστατώσει τον κόσμο πολύ περισσότερο απ’ ότι το παλιότερο αδελφάκι του. Το Επόμενο Internet απέχει απ’ το να έχει μορφοποιηθεί πλήρως και ακόμα κουβαλάει μερικά απ’ τα χαρακτηριστικά εκείνου που γεννήθηκε το 1989. Αλλά μεγαλώνει γρήγορα και δημιουργεί προκλήσεις στην οπτική των αρχικών εμπνευστών του για έναν ψηφιακό κόσμο δημοκρατικό, αποκεντρωμένο και πλουραλιστικό. Το Επόμενο Internet ενοποιεί τρία ήδη διασυνδεδεμένα συστήματα: το cloud computing, την τεχνολογία ανάλυσης των big data και το internet of things. Υπόσχεται σε επιχειρήσεις και κυβερνήσεις κεντροποιημένη αποθήκευση δεδομένων και υπηρεσίες από τεράστια ψηφιακά εργοστάσια που επεξεργάζονται και αναλύουν μαζικές ροές πληροφοριών που συγκεντρώνονται από δικτυωμένους αισθητήρες σε κάθε συσκευή κατανάλωσης, βιομηχανίας και παροχής υπηρεσιών, καθώς και στα ζωντανά σώματα. Δημιουργεί όμως και σημαντικές προκλήσεις για το περιβάλλον, την ιδιωτικότητα και την εργασία.
το Επόμενο Internet: θεμελειώδεις αρχές
cloud computing
Η λαμπρότητα του αυθεντικού internet ήταν ότι υποδείκνυε την δυνατότητα ενός αποκεντρωμένου κόσμου συγκροτημένου από servers που θα επικοινωνούσαν ο ένας με τον άλλο διασυνδέοντας έτσι τους χρήστες τους μέσω απλών και καθολικών προδιαγραφών του software. Αυτό άρχισε να αλλάζει με την ανάπτυξη του cloud computing, που συνιστά το πρώτο δομικό στοιχείο του Επόμενου Internet. Το cloud είναι ένα σύστημα αποθήκευσης, επεξεργασίας και διανομής δεδομένων, εφαρμογών και software μέσα απ’ την χρήση απομακρυσμένων μεταξύ τους υπολογιστών, που παρέχουν υπηρεσίες πληροφορικής on demand, με κάποιο αντίτιμο. Οικεία παραδείγματα είναι το gmail της Google, η online εταρεία ψηφιακής αποθήκευσης dropbox και το office της Microsoft που παρουσιάζει αυξητική τάση στην διανομή του πολύ πλατειά χρησιμοποιούμενου επεξεργαστή της για κείμενα, μέσω του cloud, έναντι μιας μηνιαίας χρέωσης.
Το cloud επιτρέπει σε επιχειρήσεις, κυβερνητικές υπηρεσίες και ιδιώτες να μετακινήσουν τα δεδομένα τους από ορατούς ή/και προσωπικούς υπολογιστές σε μεγάλα κέντρα δεδομένων που έχουν δημιουργηθεί σε διάφορα σημεία του πλανήτη. Αυτό που εμφανίζεται σαν περιορισμός του χώρου ψηφιακών αποθηκεύσεων μέσω cloud, έχει ανοίξει ήδη τον δρόμο σε επιχειρήσεις που μεγαλώνουν πολύ γρήγορα βγάζοντας κέρδη απ’ τις χρεώσεις αποθήκευσης, από υπηρεσίες που παρέχονται online και απ’ την πώληση των δεδομένων των πελατών τους σε επιχειρήσεις που διαφημίζουν προϊόντα και υπηρεσίες. Οι μηχανισμοί κρατικής επιτήρησης όπως η nsa και η cia δουλεύουν επίσης σε συνεργασία με τις εταιρείας του cloud, όπως η Amazon, για να εξυπηρετήσουν τις απαιτήσεις τους για ασφάλεια και επιτήρηση. Αυτό που στη θεμελίωση του αυθεντικού internet ήταν μια δομή διάσπαρτων server έχει εξελιχθεί σ’ ένα κεντροποιημένο, παγκόσμιο σύστημα κέντρων δεδομένων (data center) που το καθένα περιλαμβάνει δεκάδες ή εκατοντάδες χιλιάδες συνδεδεμένων μεταξύ τους servers, που τους χειρίζονται βασικά ιδιωτικές επιχειρήσεις και κρατικές υπηρεσίες του στρατού και της επιτήρησης. Το γνωστό επιστημονικό περιοδικό nature έδειξε πολύ καθαρά την πρακτική διαφορά ανάμεσα στο αυθεντικό internet και σ’ εκείνο που βασίζεται στο cloud όταν κάλεσε την κυβέρνηση των ηπα να καθιερώση ένα cloud commons για βιολογικές έρευνες, ειδικά στη γενετική. Έκανε αυτήν την έκκληση επειδή η έρευνα σε μεγάλα κέντρα δεδομένων είναι κατά πολύ ευκολότερη και γρηγορότερη όταν γίνεται στο cloud απ’ ότι μέσω servers που είναι εγκατεστημένοι στα ερευνητικά κέντρα των πανεπιστημίων. Πρόκειται για χρονική διαφορά ενός project της τάξης 6 εβδομάδων μέσω cloud έναντι 6 μηνών μέσω του παλιού internet.
Πυροδοτημένο από έναν τέτοιο εκρηκτικό πολλαπλασιασμό των ψηφιακών ερευνητικών δυνατοτήτων, κι ακόμα περισσότερο από μια μαζική διαφημιστική εκστρατεία για να πεισθούν άτομα και οργανισμοί να μετακομίσουν στο cloud, συμπεριλαμβανόμενων ακριβών διαφημίσεων στον τελικό του super bowl του 2011, το cloud είναι πια οικείο στους περισσότερους χρήστες του internet. Έτσι δικαιολογείται το να πούμε ότι αν το σκίτσο του New Yorker με τα σκυλιά εικονογράφησε την γέννηση του internet, τότε το επόμενο που εικονογραφεί την ιντερνετική αλλαγή είναι εκείνο που συνόδευε την διαφήμιση του περιοδικού για το 2012, που δείχνει ένα λυπημένο μικρό μαθητή να λέει στη δασκάλα του “το cloud έφαγε τα μαθήματά μου”.
Το cloud μοιάζει περισσότερο με εργοστάσιο δεδομένων παρά με αποθήκη, επειδή επεξεργάζεται τα δεδομένα για να παράξει υπηρεσίες όπως η διαφήμιση, η λογιστική, οι σχέσεις με τους πελάτες, ή νομικές και χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Αυτό κάνει εταιρείες και κυβερνητικές υπηρεσίες συνεταίρους στην παροχή υπηρεσιών, μαζί με τις επιχειρήσεις που είναι οι ιδιοκτήτες και ελέγχουν τα κέντρα δεδομένων. Αποτελεί επίσης ένα σημαντικό βήμα προς ένα κεντροποιημένο, παγκόσμιο και πλήρως εμπορευματοποιημένο internet. Οι βασικοί πάροχοι του cloud είναι ήδη μεγάλες επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων ήδη γνωστών ονομάτων όπως η Amazon (ήδη, μακράν η μεγαλύτερη επιχειρήση στο cloud), Microsoft, Ibm και Google. Μέσω συμφωνιών παροχής υπηρεσιών οι περισσότερες απ’ αυτές είναι ήδη ενοποιημένες σε μεγάλο βαθμό με τους στρατιωτικούς και αστυνομικούς βραχίονες της κυβέρνησης. Η Amazon, για παράδειγμα, πουλάει αποθηκευτικό χώρο και υπηρεσίες μέσω cloud τόσο στην cia (μέσω ενός συμβολαίου 600 εκατομμυρίων δολαρίων) όσο και στην nsa (υπηρεσία εθνικής ασφάλειας). Εν τω μεταξύ κυβερνητικές υπηρεσίες που απαιτούν τα καλύτερα δυνατά επίπεδα ασφάλειας φτιάχνουν τα δικά τους cloud, όπως η nsa, που εγκαινίασε το 2015 ένα απ’ τα μεγαλύτερα στον κόσμο σε μια απομακρυσμένη ορεινή περιοχή στο Utah.
big data
Οι τεχνικές ανάλυσης των big data αποτελούν το δεύτερο σκέλος του Επόμενου Internet. Παρά τον πολλαπλασιασμό νέων ονομάτων, όπως επιστήμη των δεδομένων, που τροφοδοτούν τον ενθουσιασμό για τα big data, δεν υπάρχουν πολλά πράγματα που ένας κοινωνιολόγος θα θεωρούσε καινότομα σ’ αυτήν την ιστορία. Γενικά αφορά την συγκέντρωση μεγάλων, συχνά μαζικών και πάντα διαρκώς συγκεντρώσιμων ποσοτικών δεδομένων, και την εξέταση των ιδιαίτερων τρόπων συσχέτισής τους, με σκοπό να εξαχθούν συμπεράσματα για προηγούμενες συμπεριφορές και τάσεις, και να γίνουν προβλέψεις για τις μελλοντικές.
Η Facebook, για παράδειγμα, συγκεντρώνει τα δεδομένα που προκύπτουν απ’ τους σχεδόν 1,3 δισεκατομμύρια χρήστες της και συσχετίζει τα likes που προκύπτουν για οτιδήποτε, σχετικά με διασημότητες, εταιρείες και πολιτικούς, για να συμπεράνει περί των απόψεων για την κοινωνία, τα εμπορεύματα και λοιπά. Αυτό επιτρέπει στην επιχείρηση να δημιουργεί προφίλ των χρηστών της που στη συνέχεια τα πουλάει σε διαφημιστές που αποκτούν έτσι τη δυνατότητα να στοχεύουν στους χρήστες του Facebook με εξατομικευμένες διαφημίσεις που στέλνονται στις σελίδες τους στο Facebook. Η Google κάνει ακριβώς το ίδιο για τα θέματα αναζήτησης και για το περιεχόμενο του gmail, και η Amazon δημιουργεί προφίλ των χρηστών της βασισμένο στο ψάξιμο και στις αγορές μέσω του site της. Δεδομένων των περιορισμών στην ανάλυση συσχετισμένων ποσοτικών δεδομένων, ειδικά δεδομένης της απουσίας συμφραζόμενων, θεωρίας και υποκειμενικότητας (τα ποιοτικά δεδομένα είτε αγνοούνται είτε μεταφράζονται δύσκολα σε αριθμούς), αυτού του είδους οι αναλύσεις δεν είναι πάντα ακριβείς. Τα περιστατικά των αποτυχιών των big data, σε πρότζεκτ όπως οι προβλέψεις για την εποχική γρίπη ή η δημιουργία μοντέλων για τον σχεδιασμό της οικονομικής ανάπτυξης, πολλαπλασιάζονται. Όπως πολλαπλασιάζονται και οι ευκαιρίες να γίνονται σκόπιμες κατεργαριές στη χρήση τους, με σκοπό το κέρδος. Ωστόσο για απλά ερωτήμτα, του είδους ποια είναι τα likes και τα dislikes στο χ ή το ψ δημογραφικό σύνολο, ή για την εξαγωγή συμπερασμάτων για τους χρήστες με βάση τις φιλίες τους ή τους ακολούθους τους, οι μαζικές και μεγάλες αποθήκες δεδομένων που είναι διαθέσιμες για ανάλυση στα ψηφιακά εργοστάσια που αποτελούν το cloud, προσφέρουν καλές αποδόσεις τόσο σε επιχειρήσεις όσο και σε κυβερνήσεις που επενδύουν στα κέντρα δεδομένων του cloud και στην ανάλυση των big data. Είναι εύλογο να ανησυχεί κανείς για το γεγονός ότι η μονοκόμματη στροφή στα big data για ερευνητικούς σκοπούς οδηγεί σ’ εκείνο που κάποιος θα αποκαλούσε ψηφιακό θετικισμό.
internet of things
Το cloud και τα big data αυξάνονται ουσιαστικά απ’ την ανάπτυξη του internet of things. Από τα “ρολόγια” που ελέγχουν την πίεση του αίματος ως τα ψυγεία που σου υπενθυμίζουν να αγοράσεις γάλα, από τις γραμμές συναρμολόγησης όπου “δουλεύουν” ρομπότ μέχρι τα drones που μεταφέρουν όπλα, το internet of things θα έχει προφανείς συνέπειες τόσο στα άτομα όσο και στις κοινωνίες. Το internet of things είναι ένα σύστημα που εγκαθιστά αισθητήρες και συσκευές επεξεργασίας δεδομένων σε αντικείμενα καθημερινής χρήσης ή και σε μέσα παραγωγής (ας πούμε ρομποτικούς βραχίονες), και τα διασυνδέει σε δίκτυα που συγκεντρώνουν και χρησιμοποιούν δεδομένα στη λειτουργία τους. Χρησιμοποιούμε τον μάλλον άγαρμπο όρο internet of things επειδή, σε διαφορά με το internet που ξέρουμε, που διασυνδέει ανθρώπους, το internet of things βασικά διασυνδέει αντικείμενα. Οι αισθητήρες ενός ψυγείου συγκροτούν ένα δίκτυο πραγμάτων που καταγράφουν τι βρίσκεται μέσα και πως χρησιμοποιείται. Το internet of things έγινε εφικτό χάρη στις εξελίξεις στην σμίκρυνση των συσκευών σκαναρίσματος, και στη δυνατότητα να φορτωθούν με αρκετή επεξεργαστική ισχύ ώστε να εποπτεύουν δραστηριότητες, να αναλύουν τα δεδομένα και να εξάγουν συμπεράσματα που προωθούν μέσω ηλεκτρονικών δικτύων.
Μια έκθεση του ιδιωτικού think tank McKinsey, του 2015, κατέληγε στο συμπέρασμα ότι ως το 2025 το internet of things θα έχει μια οικονομική επίπτωση μεταξύ 3,9 και 11,1 τρισεκατομυρίων δολαρίων· ένα ποσό (στην δεύτερη εκδοχή) που ισοδυναμεί με το 10% του παγκόσμιου αεπ. Ακόμα κι αν κόψουμε απ’ την υπερβολή που συχνά συνοδεύει τεχνολογικές προβλέψεις που έχουν στόχο να σπρώξουν τον κύκλο εργασιών των εταιρειών για τις οποίες γίνονται, η έκθεση αυτή είναι ενδιαφέρουσα επειδή τονίζει τις συνέπειες και εντοπίζει τους τομείς που θα επηρρεαστούν. Σύμφωνα μ’ αυτήν είναι ο βιομηχανικός τομέας που ανοίγει τον δρόμο, αφού οι δυνατότητες επίβλεψης της παραγωγής επιτρέπουν πιο σφικτό έλεγχο και αποτελεσματικότητα στα εργοστάσια και στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες. Αλλά αυτή η διαδικασία θα επεκταθεί, ισχυρίζεται η McKinsey, και στα γραφεία, στο εμπόριο, στη διαχείριση των πόλεων, και σ’ όλες τις μεταφορές, καθώς τα αυτόματα οχήματα βγαίνουν ήδη στους δρόμους και οι λεωφόροι ταχείας κυκλοφορίας γίνονται “έξυπνες” μέσω αισθητήρων που εγκαθιστώνται παντού. Η υψηλού επιπέδου επιτήρηση θα εξαπλωθεί και στην κατοίκηση, στα σπίτια, υποσχόμενη μεγαλύτερο έλεγχο στη θέρμανση και στην ψύξη τους, στις παραγγελίες τροφίμων και γενικά στις προμήθειες. Και στα σώματα, όπου αισθητήρες θα παρακολουθούν διαρκώς την φυσική κατάσταση, την πίεση του αίματος, την καρδιακή λειτουργία και την κατάσταση βασικών οργάνων. Αυτό ακούγεται φουτουριστικό και, ανάλογα με την άποψη του καθενός, είτε δυστοπικό είτε ουτοπικό· αλλά δείχνει την δύναμη των νέων τεχνολογιών και τις ουσιαστικές διαφορές ανάμεσα στο αυθεντικό internet και τον διάδοχό του.
το Επόμενο Internet: πραγματικές ανησυχίες
Οι επιχειρήσεις αξιοποίησαν γρήγορα την κυρίαρχη θέση τους στον ψηφιακό κόσμο και όρμησαν στο internet of things. Κύρια παραδείγματα είναι το αυτοκίνητο χωρίς οδηγό της Google, το φορετό της Apple και η εγκατάσταση ρομπότ στις αποθήκες της Amazon για να επιταχύνει την εργασία προώθησης των παραγγελιών. Η Amazon ετοιμάζει επίσης drones για την παράδοση των παραγγελιών, και αναπτύσσει εντελώς καινούργιες μορφές συσκευασίας για τις μεταφορές στις αποθήκες της που περιλαμβάνουν μηχανές για την αυτόματη συλλογή των εμπορευμάτων απ’ τα ράφια. Το internet of things έδωσε, επίσης, νέα πνοή σε μια παλιά βιομηχανική φίρμα, την General Electric, που αναγεννήθηκε στα ‘90s μετακινούμενη απ’ την βιομηχανική παραγωγή στον χρηματοπιστωτικό κλάδο. Η GE έχει εγκαταλείψει πια τον ιδιαίτερα ελεγχόμενο κόσμο της τραπεζικής για να αναδυθεί σαν κυρίαρχος παίκτης στην παραγωγή συσκευών που είναι βασικές για το internet of things, ενώ τις χρησιμοποιεί και στις δικές της βιομηχανικές διαδικασίες. Μαζί με τα οφέλη για τις επιχειρήσεις, το internet of things δίνει μεγάλες υποσχέσεις στους στρατούς, επειδή ενδυναμώνει τις δυνατότητες χρήσης αυτόματων οπλικών συστημάτων μέσω της ρομποτικής και της μεταφοράς όπλων μέσω drones, πέρα απ’ την βελτίωση της διοίκησης των στρατιωτών.
ενισχυμένος έλεγχος πάνω στα δεδομένα
Ένα σημαντικό και πολύτιμο αποτέλεσμα της επίβλεψης κάθε συσκευής και της διασύνδεσής της σε ένα παγκόσμιο δίκτυο πραγμάτων είναι η εκθετική μεγέθυνση των εμπορικά αξιοποιήσιμων δεδομένων. Σήμερα, σύμφωνα με μια έκθεση της Cisco, μόνο το 1% των αντικειμένων σ’ όλο τον κόσμο είναι διασυνδεμένα. Συνεπώς η μεγάλη υπόσχεση του internet of things είναι πράγματι πολύ μεγάλη. Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει η πρόβλεψη ότι ως το 2020 50 δισεκατομμύρια συνδεδεμένες συσκευές θα έχουν ενσωματωθεί στο Επόμενο Ίντερνετ, συγκεντρώνοντας και μεταφέροντας δεδομένα 24 ώρες το 24ωρο, 365 ημέρες τον χρόνο. Η αξιοποίηση αυτού του κύματος δεδομένων θα απαιτήσει καινούργια κέντρα δεδομένων στο cloud και μεγάλη επέκταση της ανάλυσης δεδομένων. Όπως το θέτει η McKinsey …Προς το παρόν τα περισσότερα απ’ τα δεδομένα του internet of things δεν χρησιμοποιούνται. Για παράδειγμα σε μια πλατφόρμα εξόρυξης πετρελαίου που έχει εγκατεστημένους 30.000 αισθητήρες μόνο το 1% των δεδομένων ελέγχονται. Αυτό οφείλεται στο ότι αυτές οι πληροφορίες χρησιμοποιούνται κυρίως στον εντοπισμό και στον έλεγχο ανωμαλιών – όχι για την βελτιστοποίηση και την πρόβλεψη, που παράγει την μεγαλύτερη προτιθέμενη αξία… Το πως θα αξιοποιούνται τα data, τόσο εσωτερικά στις επιχειρήσεις όσο και σαν αγοραίο εμπόρευμα, είναι μια απ’ τις μεγαλύτερες προκλήσεις της βιομηχανίας του internet of things.
Τα περισσότερα απ’ όσα γραφτεί για το Επόμενο Internet είναι τεχνικά ή υπέρ της προώθησής του, δίνοντας έμφαση στο μηχανικό μέρος της δημιουργίας του, ή στη διαφήμιση των δυνατοτήτων μέσω υπερβολικών ρητοριών που εφευρίσκουν διαρκώς νέους όρους, περί καπιταλισμού χωρίς τριβές και singularity. Μόλις τώρα έχουμε αρχίσει να βλέπουμε κάποια συζήτηση περί των σοβαρών πολιτικών ζητημάτων που δημιουργούνται σ’ ένα κόσμο μαζικών κέντρων δεδομένων, αδιάκοπης ανάλυσης των ανθρώπινων συμπεριφορών και πανταχού παρούσας συνδεσιμότητας. Αυτά τα ζητήματα περιλαμβάνουν την συγκέντρωση του ελέγχου του Επόμενου Internet σε μια χούφτα βασικά αμερικάνικες εταιρείες και στο στρατοαστυνομικό σύμπλεγμα· τις περιβαλλοντικές συνέπειες της κατασκευής και της διαχείρισης των μαζικών κέντρων δεδομένων και των συστημάτων ηλεκτροδότησής τους· τις απειλές στην ιδιωτικότητα και την ασφάλεια· και τις συνέπειες των αυτοματοποιημένων συστημάτων στην ανθρώπινη εργασία.
Δύο πράγματα προκύπτουν σ’ αυτή την αρχική φάση διαμόρφωσης της βιομηχανίας του Επόμενου Internet. Η ήδη μεγάλη συγκεντροποίησή της και η κυριάρχησή της από αμερικανικές εταιρείες. Επικεφαλής είναι η Amazon, που ελέγχει πάνω απ’ το ένα τρίτο της αγοράς του cloud computing, και έχει εντυπωσιακή παρουσία στα big data και στο internet of things. Η εταιρεία αυτή είναι ανάμεσα στις πρώτες που δημιούργησε μια υπηρεσία στο cloud για “όλες τις χρήσεις”, που έγινε ελκυστική τόσο σε άτομα όσο και σε οργανισμούς χάρη στην απλότητά της και στην χαμηλή τιμολόγησή της. Μερικοί υποστηρίζουν ότι η amazon, και οι ανταγωνιστές της Google και Microsoft επιδίδονται στην όχι και τόσο καλή τέχνη της επιθετικής τιμολόγησης κάτω του κόστους για τις υπηρεσίες μέσω cloud – και της παράλληλης αύξησης των τιμών τους σε άλλους τομείς των δραστηριοτήτων τους όπου κατέχουν ήδη καλά κομμάτια της αγοράς. Η Facebook και η Apple είναι επίσης στη λίστα των εταιρειών που αξιοποιούν τον έλεγχο που έχουν αποκτήσει πάνω στο αυθεντικό internet για να αποκτήσουν ηγετική θέση το Επόμενο Internet. Παραδοσιακές φίρμες όπως η Ibm, η Oracle, η Hp και η Cisco, έχουν ξεχυθεί να αλλάξουν τους προσανατολισμούς τους, απ’ την εξυπηρέτηση τμημάτων πληροφορικής που εξαφανίζονται, προκειμένου να εγκατασταθούν στο νέο ψηφιακό κόσμο. Ωστόσο η ανάγκη να κανιβαλίσουν τα παλιά συστήματα και να αναδιαρθρώσουν την οργάνωσή του τις καθυστερεί. Επιπλέον, υπάρχουν εταιρείες που εξειδικεύονται στο ένα ή στο άλλο σημείο των συστημάτων του Επόμενου Internet, όπως η Rackspace και η Salesforce.com, που ωστόσο υπονομεύονται διαρκώς απ’ τις καταπατήσεις που κάνουν οι κυρίαρχες. Μια άγνωστη δύναμη πιθανόν μεγάλης σημασίας για την αρένα του Επόμενου Internet είναι η General Electric, που φαίνεται να ποντάρει γερά στην επαναδημιουργία εργοστασίων με όρους internet of things.
Οι ιστορικοί της τεχνολογίας θα αναγνωρίσουν την ομοιότητα αυτής της διαδικασίας με τις αρχικές φάσεις του εξηλεκτρισμού, του τηλεγράφου, της τηλεφωνίας και της τηλεόρασης. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, η νομοθετική ρύθμιση και η κρατική ιδιοκτησία ήταν απαραίτητες για να ελεγχθούν οι καταχρήσεις και να αυξηθεί η προσβασιμότητα με ανεκτό κόστος. Ωστόσο τέτοιου είδους φάρμακα δεν φαίνεται να πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σ’ έναν κόσμο όπου οι νομοθετικές ρυθμίσεις και η δημόσια ιδιοκτησία δεν είναι πια της μόδας. Επιπλέον, όπως έχει ξανασυμβεί στο παρελθόν, οι κυρίαρχες εταιρείες επωφελούνται απ’ τους στενούς δεσμούς τους με τους στρατιωτικούς και ασφαλίτικους κύκλους, καθώς τους παρέχουν υπηρεσίες του Επόμενου Internet και συνεργάζονται μαζί τους περισσότερο απ’ όσο μπορούν να καταλάβουν οι πελάτες τους. Στην πραγματικότητα οι στενοί δεσμοί με το αμερικανικό πεντάγωνο, συμπεριλαμβανομένου του καλοχρηματοδοτημένου ερευνητικού βραχίονα της dapra, όπως επίσης με την nsa και την cia, βοηθάει να καταλάβουμε γιατί δεν υπάρχουν απειλές την αμερικανική ηγεμονία στο Επόμενο Internet προερχόμενες απ’ την ευρώπη, της οποίας οι τηλεποικοινωνιακές επιχειρήσεις κάποτε ήταν οι παγκόσμιοι ηγέτες.
Η κίνα είναι ο μόνος σοβαρός ανταγωνιστής. Εδώ η κυβέρνηση έχει επενδύσει πολύ στις τεχνολογίες του Επόμενου Internet προχωρώντας τόσο μακριά ώστε να τις ενσωματώσει στα πενταετή πλάνα της και να δημιουργήσει ολόκληρες πόλεις με χρήση αποκλειστικά του cloud. Αυτό έχει ωφελήσει ηγετικές κινέζικες εταιρείες όπως η Alibaba, η Baidu, η Huawei και η Tencent, μεταξύ άλλων. Σηματοδοτώντας ότι σκοπεύει να αμφισβητήσει την αμερικανική υπεροχή, η Alibaba έχει δημιουργήσει εγκαταστάσεις στη Silivon Valley και, όπως κάνουν κι άλλες κινεζικές επιχειρήσεις, στηρίζεται στην γιγάντια εσωτερική αγορά της κίνας για να επεκταθεί διεθνώς.
Μια ματιά στα υπόλοιπα ζητήματα δείχνει το γιατί η συγκέντρωση επιχειρηματικής ισχύος είναι τόσο σοβαρό ζήτημα και γιατί είναι τόσο αναγκαίο το να αρχίσουν να καταλαβαίνουν οι κοινωνίες την σημασία της δημόσιας παρέμβασης στις εξελίξεις.
ζητήματα περιβάλλοντος και ιδιωτικότητας
Επειδή ο ψηφιακός κόσμος αποτελείται από αόρατα ηλεκτρόνια, υπάρχει η τάση να θεωρείται άυλος. Τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι πιο λαθεμένο, και όσο γρηγορότερο αναγνωριστεί η πραγματικότητα τόσο πιθανότερο είναι να αναδειχθούν τα περιβαλλοντικά προβλήματα που σχετίζονται με το Επόμενο Internet. Τα κέντρα δεδομένων του cloud είναι πολύ υλικές κατασκευές και, καθώς αρχίζουν να εξαπλώνονται στον κόσμο, υπάρχουν πολλά περιβαλλοντικά ζητήματα που αναδύονται. Υπάρχει η εκτίμηση ότι το 2017 τα κέντρα δεδομένων θα καταναλώνουν το 12% της παγκόσμιας παραγωγής ρεύματος. Επιπλέον η καταναλωτική ζήτηση για υπηρεσίες 24 ώρες το 24ωρο και 7 μέρες την βδομάδα απαιτεί διάφορα επίπεδα εφεδρικών μηχανών παραγωγής ενέργειας συμπεριλαμβανομένων κάποιων, όπως οι ντηζελογεννήτριες, που έχει αποδειχθεί ότι προκαλούν καρκίνους. Επιπλέον, τα κέντρα δεδομένων απαιτούν μεγάλες και διαρκείς παροχές νερού για την ψύξη των συστημάτων τους, κι αυτό γεννάει σοβαρά ζητήματα πολιτικής σε μέρη όπως στην αμερικανική δύση όπου πολλά διαδοχικά χρόνια ξηρασίας έχουν εξαντλήσει τα υδάτινα αποθέματα. Απ’ την μεριά τους οι ιδιοκτήτες των κέντρων δεδομένων χρησιμοποιούν την οικονομική τους δύναμη για να πιέσουν τις τοπικές κυβερνήσεις να τους προσφέρουν φορολογικές εκπτώσεις, χαμηλές τιμές ηλεκτρισμού και διευκολύνσεις σε σχέση με την περιβαλλοντική νομοθεσία.
Μερικές επιχειρήσεις, προκειμένου να αντιμετωπίσουν την πίεση από περιβαλλοντικές οργανώσεις, ειδικά της green peace, ενσωματώνουν ηλιακά συστήματα και άλλες μορφές ανανεώσιμης ενέργειας στην ηλεκτρική τροφοδοσία των κέντρων δεδομένων που κατέχουν. Αλλά καθώς οι ανάγκες σε δεδομένα μεγαλώνουν είναι απαραίτητη η συστημική ρύθμιση, συμπεριλαμβανόμενης μιας ευρύτερης αντιμετώπισης των εκπτώσεων στις τιμές του ρεύματος. Πέρα απ’ το τι θα γίνει σ’ αυτόν τον τομέα, η βασική πηγή ενεργειακής κατανάλωσης του Επόμενου Internet είναι οι αισθητήρες που θα ενσωματώνονται σε δισεκατομμύρια διασυνδεμένες συσκευές και στα συστήματα επικοινωνίας που θα συνδέουν ανθρώπους και πράγματα μέσω διάφορων ασύρματων δικτύων. Ένας κόσμος με διαρκώς διασυνδεδεμένες και πανταχού παρούσες συσκευές, είναι αρκετός για να τρέχουν τα σάλια των ceo των εταιρειών παραγωγής ενέργειας, ειδικά μάλιστα του λόμπι της βιομηχανίας του άνθρακα, που βλέπει το Επόμενο Internet σαν μια ευκαιρία για να πετύχει αυτό που μια μελέτη της αμερικανικής ακαδημίας επιστημών αποκαλεί αναγέννηση του άνθρακα. Σύμφωνα με μια έρευνα που χρηματοδοτήθηκε απ’ την βιομηχανία του άνθρακα: Η φύση του κινούμενου internet, κεντρικό χαρακτηριστικό της αρχιτεκτονικής του cloud, απαιτεί πολύ περισσότερη ενέργεια απ’ όση χρειάζονται τα ενσύρματα δίκτυα… Οι τάσεις υπόσχονται γρηγορότερη και όχι πιο αργή ανάπτυξη της τεχνολογίας του άνθρακα…
Τα ζητήματα ιδιωτικότητας και ασφάλειας εγείρονται με εκθετικό τρόπο σε σχέση με το Επόμενο Internet καθώς η μεγαλύτερη συνδεσιμότητα προσφέρει ευκαιρίες για κρίσιμες βλάβες (του συστήματος) αλλά και hacking. Πράγματι, ένας δημοσιογράφος τεχνολογίας έχει χαρακτηρίσει το internet of things σαν την μεγαλύτερη από ποτέ υποδομή επιτήρησης. Περίπου το 40% του παγκόσμιου πληθυσμού χρησιμοποιεί το internet τουλάχιστον μια φορά τον χρόνο και, όπως θα έπρεπε να περιμένει κανείς, η πρόσβαση είναι συγκεντρωμένη στον αναπτυγμένο κόσμο και στα αστικά κέντρα. Με μόνο 1% συνδεσιμότητα μεταξύ πραγμάτων, βρισκόμαστε ακόμα μακριά απ’ την γη της επαγγελίας του καθολικού computing. Αλλά ακόμα και σ’ αυτό το σχετικά χαμηλό επίπεδο, τα τεχνικά προβλήματα και η εγκληματική δραστηριότητα μαστίζουν το σύστημα. Μέσα σε μια μόνο ημέρα το 2015, ολόκληρος ο αεροπορικός στόλος της αμερικανικής εταιρείας United Airlines καθηλώθηκε στο έδαφος, το χρηματιστήριο της Ν. Υόρκης έκλεισε για αρκετές ώρες και οι υπολογιστές της Wall Street Journal απλά σταμάτησαν να λειτουργούν. Όλα αυτά εξηγήθηκαν σαν αποτέλεσμα τεχνικών “σφαλμάτων”. Την ώρα που μαθαινόταν αυτή η καταστροφή, η αμερικανική κυβέρνηση ανακοίνωνε ότι hackers είχαν κλέψει τα προσωπικά στοιχεία 22,1 εκατομμυρίου υπαλλήλων της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, εργολάβων, και των οικογενειών και των φίλων τους, που περιείχαν διάφορες πληροφορίες για διάφορους ελέγχους. Η κλοπή περιελάμβανε πάνω από ένα εκατομμύριο πακέτα δακτυλικών αποτυπωμάτων.
Δεν χρειάζεται εξήγηση του γιατί πολλοί ανησυχούν για τις συνέπειες των τεχνικών αποτυχιών και του hacking σε έναν κόσμο όπου άνθρωποι και αντικείμενα διασυνδέονται όλο και περισσότερο μέρα με την ημέρα. Ποιος θα ήθελε το αυτοκίνητό του ή, ακόμα χειρότερα, τον βηματοδότη του να προσβληθεί από hackers; Πέρα απ’ αυτό, οι πιο σημαντικοί κίνδυνοι προέρχονται απ’ τις πεινασμένες για δεδομένα επιχειρήσεις και κυβερνήσεις. Έτσι κι αλλιώς, η σημαντικότερη ελκυστικότητα του καθολικού computing είναι τα πολύτιμα δεδομένα των ανθρώπινων συμπεριφορών και της απόδοσης των συσκευών. Αυτά προσφέρουν ευκαιρίες, καθώς οι επιχειρήσεις βελτιώνουν την στοχευμένη διαφήμιση και την ανάπτυξη εμπορευμάτων πέρα απ’ τα ακατέργαστα συστήματα που επιτρέπει το σημερινό internet· και οι κυβερνήσεις βαθαίνουν τον έλεγχο της συμπεριφοράς των πολιτών και των διαθέσεών τους. Σκεφτείτε τα εμπορικά οφέλη για τις ασφαλιστικές εταιρείες που θα μπορούν να επιτηρούν διαρκώς την υγεία των πελατών τους, την συμπεριφορά τους κατά την οδήγηση και την κατάσταση των σπιτιών τους· ή τα οφέλη για τις κυβερνήσεις και άλλες υπηρεσίες μέσα απ’ την καταγραφή και τον έλεγχο των συμπεριφορών των πολιτών και των αλληλεπιδράσεων μεταξύ τους και με τα αντικείμενα της καθημερινής τους ζωής· ή τα οφέλη των εργοδοτών που ήδη απαιτούν απ’ τους εργάτες γραφείου να φορούν αισθητήρες πάνω και κάτω απ’ το δέρμα τους για καθολικό έλεγχο της απόδοσής τους. Οι συζητήσεις περί αλγοριθμικής αστυνόμευσης, που κατ’ ευφημισμό ονομάζεται “ανάλυση προβλέψεων”, ανησυχούν σφόδρα τους υπερασπιστές της ιδιωτικότητας αφού τραβούν μεγάλο ενδιαφέρον απ’ τις επιχειρήσεις και τις κυβερνήσεις.
Οι συνέπειες του Επόμενου Internet στις δουλειές και στα χαρακτηριστικά της εργασίας είναι επίσης ένα σημαντικό πολιτικό ζήτημα. Από πρώτη ματιά υπάρχει ο πειρασμός να σκεφτεί κάποιος “άντε πάλι”, μιας και η επίδραση της τεχνολογίας στην εργασία έχει κουβεντιαστεί επί πολλά χρόνια, ειδικά μάλιστα μετά το τέλος του β παγκόσμιου πολέμου όταν ο Norbert Wiener προκάλεσε έντονο δημόσιο διάλογο προβλέποντας μαζικές απώλειες εργασίας λόγω της αυτοματοποίησης. Επιπλέον το Επόμενο Ιnternet δημιουργεί και κατά πάσα πιθανότητα θα συνεχίσει να δημιουργεί εργασία, συμπεριλαμβανομένων ακόμα και των παραδοσιακών οικοδομικών ειδικοτήτων, στην κατασκευή του παγκόσμιου δικτύου των κέντρων δεδομένων, στα καινούργια επαγγέλματα των επιστημών δεδομένων, και στον έλεγχο, στη συντήρηση και στην επίβλεψη των δικτυωμένων αντικειμένων. Υπάρχει ένας ακόμα λόγος του γιατί είναι σημαντικό να προσεγγίζει κανείς τις επιπτώσεις της υπολογιστικής τεχνολογίας στις δουλειές και στην οικονομία με προσοχή. Η σχετική έρευνα τεκμηριώνει ότι η γενική απασχόληση είναι συναρτημένη πολύ περισσότερο με το αεπ παρά με την πληροφοριοποίηση και, εκτός απ’ τα τελευταία χρόνια της δεκαετίας του ‘90 όταν έγιναν μεγάλης κλίμακας επενδύσεις στο hardware, η πολυ-αναγγελμένη αύξηση της παραγωγικότητας απ’ την πληροφοριακή τεχνολογία δεν έχει υλοποιηθεί ακόμα.
Ωστόσο σήμερα υπάρχουν αισθητά περισσότερες ευκαιρίες για τις νέες τεχνολογίες να μειώσουν την ανθρώπινη εργασία, ειδικά την επαγγελματική γνωσιακή εργασία. Ένας ειδικός σύμβουλος ορίζει το cloud computing ως “τίποτα περισσότερο απ’ το επόμενο βήμα του outsourcing των πληροφορικών διαδικασιών σας”. Αυτό κουμπώνει με εκείνο που συνοψίζει ένας ερευνητής της Gartner Associates: Μακροπρόθεσμα η προσφορά αξίας απ’ την πληροφορική τεχνολογία δεν είναι η υποστηρίξη της ανθρώπινης εργατικής δύναμης αλλά η αντικατάστασή της. Το Επόμενο Internet δημιουργεί άμεσες ευκαιρίες για τις επιχειρήσεις να εξορθολογίσουν τις διαδικασίες τις σχετικές με την πληροφορική τεχνολογία. Και πάλι απ’ την Gartner: “Οι ceo πιστεύουν ότι τα κέντρα των δεδομένων τους, οι servers τους, οι επιτραπέζιοι υπολογιστές και οι εφαρμογές που χρησιμοποιούν είναι πολύ αναποτελεσματικοί και πρέπει να εξορθολογιστούν την επόμενη δεκαετία. Πιστεύουμε ότι και οι άνθρωποι που σχετίζονται μ’ αυτά τα αναποτελεσματικά assets θα εξορθολογιστούν σε μεγάλους αριθμούς μ’ αυτήν την εξέλιξη”.
Οι επιχειρήσεις του Επόμενου Internet ισχυρίζονται ότι τα συστήματά τους θα σπάσουν τις μορφές επιχειρηματικής οργάνωσης που ξεκίνησαν όταν οι πρώτοι μεγάλοι υπολογιστές μπήκαν στους χώρους παραγωγής. Τότε όλες οι επιχειρήσεις και οι κυβερνητικές υπηρεσίες υποστηρίζαν ότι είναι σημαντικό να λειτουργούν τα δικά τους τμήματα υπολογιστικής τεχνολογίας και, για μεγαλύτερους οργανισμούς, τα δικά τους κέντρα δεδομένων. Οι υποστηρικτές του Επόμενου Internet επιμένουν ότι δεν είναι πλέον σημαντικό να δημιουργούν και να συντηρούν χιλιάδες υποδομές εξειδικευμένες σε κάθε επιχείρηση χωριστά όταν μια χούφτα κέντρα δεδομένων μπορούν να ικανοποιήσουν την ζήτηση με χαμηλότερο κόστος και αισθητά λιγότερο τεχνικό προσωπικό. Αυτή η διαδικασία έχει ξεκινήσει και κάποιες πρώτες έρευνες δείχνουν ότι ακόμα και με σχετικά μικρή μείωση των τμημάτων πληροφορικής, οι επιχειρήσεις γλυτώνουν ένα ποσοστό μεταξύ 15% και 20% των εξόδων τους σ’ αυτόν τον τομέα.
Το Επόμενο Internet κάνει επίσης πιθανή την εκτεταμένη ορθολογικοποίηση πρακτικά του συνόλου της γνώσης και δημιουργικής εργασίας. Αυτό επειδή η δουλειά αυτών των εγκαταστάσεων εμπλέκεται όλο και περισσότερο στην παραγωγή, στην επεξεργασία και στην διανομή της πληροφορίας. Σύμφωνα με έναν παρατηρητή “Στα επόμενα 40 χρόνια η ανάλυση συστημάτων θα αντικαταστήσει πολλά απ’ αυτά που κάνει ένας γνωσιακός εργάτης σήμερα”. Μια έκθεση του 2013 κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η μισή εργατική δύναμη στις ηπα απειλείται άμεσα και βρίσκεται στην κατηγορία υψηλού κινδύνου για απώλεια της δουλειάς της. Όποιο κι αν αποδειχθεί το ακριβές μέγεθος δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η παρούσα τάση είναι η χρήση software για να μεταφερθεί η εργασία του γνωσιακού εργάτη σε συστήματα μηχανών. Έχουμε αρχίσει τώρα να βλέπουμε τις συνέπειες στην εκπαίδευση, στην υγεία, στα νομικά ζητήματα, στη λογιστική, στα χρηματοπιστωτικά, στις πωλήσεις και στα μήντια. Ο ιδιωτικός και ο δημόσιος τομέας ενθαρρύνονται στο να αναθέσουν σε τρίτους (outsourcing) τα πάντα εκτός απ’ τον στενό πυρήνα των δραστηριοτήτων τους, σε επιχειρήσεις τύπου salesforce.com, που ειδικεύεται στη διαχείριση μεγάλων βάσεων δεδομένων πληροφοριών πελατολογίου, μια δουλειά που τυπικά την έκαναν τα τμήματα διαφήμισης και πωλήσεων μέσα στις επιχειρήσεις.
Η επέκταση του outsourcing προς τους υπολογιστές εγείρει σοβαρές ερωτήσεις σε ότι αφορά το παγκόσμιο σύστημα ευέλικτης παραγωγής. Σύμφωνα με την Gartner: Αυτή η εξέλιξη θα κτυπήσει όλες τις οικονομίες – ειδικά τις αναδυόμενες, σαν την ινδία, που τώρα κυριαρχεί στο τεχνολογικό outsourcing. Το Επόμενο Internet επεκτείνει επίσης την γκάμα των πιθανών πρακτικών του outsourcing. Μπορεί να είναι υπερβολική η δήλωση του περιοδικού Forbes: “Τώρα είμαστε όλοι outsourcers” αλλά η επόμενη παρατήρηση δείχνει αρκετά πιθανή: “Το outsourcing δεν προσδιορίζεται απλά από μεγα-deals πολλών εκατομυρίων δολαρίων όπου η δουλειά των τμημάτων πληροφορικής μιας επιχείρησης μεταφέρονται σε μια άλλη εταιρεία. Μάλλον τα bits και κομμάτια πολύ μικρότερων πραγμάτων μετατρέπονται συστηματικά σε εξωτερικές οντότητες. Η Amazon είναι πρωτοπόρα σ’ αυτή την διαδικασία με τον μηχανικό τούρκο της που χρεώνει άτομα και οργανισμούς που κάνουν outsourcing σε μικρο-δουλειές σε έναν παγκόσμια εξαπλωμένο εφεδρικό στρατό εργατών που δουλεύουν on line, και πληρώνονται με το κομμάτι. Σε συνδυασμό με τον σχεδιασμό για αποθήκες εμπορευμάτων γεμάτων με ρομπότ που θα εντοπίζουν, θα συσκευάζουν και θα αποστέλλουν τα πράγματα, και drones που θα κάνουν την παράδοση, η Αmazon βρίσκεται στην αιχμή του Επόμενου Internet για την εντατικοποίηση της εργασίας σ’ όλο τον κόσμο. Οι εργαζόμενοι σε μια σουηδική εταιρεία μπορούν να το επιβεβαιώσουν καθώς ανοίγουν κάθε μέρα την πόρτα της εισόδου στην δουλειά μέσω του RFID τσιπ που έχουν εμφυτεύσει κάτω απ’ το δέρμα τους, για να διευκολυνθεί ο έλεγχος και η αύξηση της παραγωγικότητας.
μετάφραση, απόδοση: Z.S.
cyborg #11 – 02/2018
- Ο Vincent Mosco είναι καθηγητής κοινωνιολογίας στο καναδικό πανεπιστήμιο Queen’s και καθηγητής επικοινωνιών στο πανεπιστήμιο Fudan, στη Σαγκάη. Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Les Enjeux de l’information et de la communication, νο 18, το 2016. ↩︎