Τα (ιπτάμενα) drones, ή αλλιώς UAV (unmanned aerial vehicle / μη επανδρωμένο ιπτάμενο όχημα) έγιναν διεθνώς γνωστά ως αμερικανική εφεύρεση, στο ξεκίνημα της νατοϊκής εισβολής στο αφγανιστάν. Εναντίον, δηλαδή, ελαφρά οπλισμένων ανταρτών: ένα τηλεκατευθυνόμενο αεροπλάνο, με τον χειριστή του ασφαλή σε κάποια βάση στην ευρώπη ή ακόμα και στο αμερικανικό έδαφος, εξοπλισμένο με πυραύλους hellfire και κάμερα, μπορούσε να πετάει για ώρες πάνω απ’ τα βουνά και τις κοιλάδες του αφγανιστάν, «ψάχνοντας» στόχους. Το τι θα μπορούσε να σημαίνει «ψάχνω και βρίσκω στόχους» μέσω μιας ιπτάμενης κάμερας και από απόσταση χιλιάδων χιλιομέτρων φάνηκε γρήγορα: οτιδήποτε «έμοιαζε (για τους χειριστές) ύποπτο» βομβαρδιζόταν. Γάμοι, βαφτίσια, συγκεντρώσεις ανθρώπων σε ανοικτούς χώρους, μπήκαν στο ρεπερτόριο του δυτικού «πολέμου κατά της τρομοκρατίας» απ’ τον αμερικανικό κατά κύριο λόγο στρατό. Και ο όρος «παράπλευρες απώλειες» γεννήθηκε ακριβώς χάρη σ’ αυτό το καινούργιο όπλο∙ την θηριώδη απόσταση και την ακόμα πιο θηριώδη «διαφορά κατάστασης» μεταξύ πυροβολητή και στόχων (ο πυροβολητής σε κάποιο γραφείο μπροστά από οθόνες, τα θύματα στα υψίπεδα του Ινδοκούς…)∙ και φυσικά την ευκολία του να σκοτώνεις με απόλυτη ασφάλεια ό,τι «νομίζεις πως…». Οι ταλιμπάν κατηγόρησαν ξανά και ξανά τον high tech νατοϊκό στρατό για δειλία υπερασπιζόμενοι ένα είδος πολέμου («εκ του σύνεγγυς») που είναι ξεπερασμένος προ πολλού… Αλλά τι θα περίμενε κανείς από «πρωτόγονους»; (Απλά έδιωξαν τους high tech κατακτητές μετά από 20 χρόνια κατοχής…)
Με τα UAV σ’ εκείνη την πρώτη εμφάνισή τους, τον Φλεβάρη του 2001, έμοιαζε ότι τα drones ήταν κάτι σαν μικρού μεγέθους τηλεκατευθυνόμενα ελικόπτερα: μια σαφώς φτηνότερη και ασφαλέστερη μηχανή θανάτου, αν και όχι ένα τεχνολογικό άλμα στη διεξαγωγή των πολέμων. Ουσιαστικά τα ιπτάμενα τηλεκατευθυνόμενα ήταν γερμανική εφεύρεση στη διάρκεια του 2ου παγκόσμιου πολέμου, για να αντιγραφτούν γρήγορα απ’ τον αγγλικό και τον αμερικανικό στρατό: μικρότερα σε μέγεθος αντίγραφα των τύπων αεροπλάνων που ήδη χρησιμοποιούνταν, τηλε-ραδιοχειριζόμενα, σαν «ιπτάμενες βόμβες» κατά ορατών στόχων (κυρίως πλοίων). Δεν είχαν σπουδαία επιτυχία, κυρίως λόγω των αδυναμιών στην τηλε-ραδιοκατεύθυνση. Απ’ αυτή την ιστορική άποψη τα Predator και τα MQ-9 Reaper (οι δύο πιο γνωστοί τύποι των αμερικανικών UAV), είτε ως «αναγνωριστικά» είτε ως «αναγνωριστικά / βομβαρδιστικά», θα μπορούσαν να θεωρηθούν βελτιωμένοι απόγονοι εκείνων των πρώτων προσπαθειών του 2ου παγκόσμιου, και μάλιστα εναντίον αντιπάλων που δεν είχαν κανένα μέσο να τα αντιμετωπίσουν, ούτε ραντάρ ούτε αντιαεροπορικά. Εν τέλει, όταν οι ταλιμπάν έμαθαν πως να κρύβονται, τα UAV θεωρήθηκαν περιορισμένης αποτελεσματικότητας και αξίας όπλα (απ’ τα νατοϊκά επιτελεία), με δεδομένο ότι δεν θα μπορούσαν να φανταστούν ότι θα έβρισκαν ποτέ απέναντί τους μαζικούς οργανωμένους στρατούς: κατά τα δυτικά μιλιταριστικά επιτελεία η χρήση τέτοιων όπλων θα συντόμευε εντυπωσιακά έναν πόλεμο∙ έναν πόλεμο όπως τον φαντάζονταν: εναντίον αδύναμων αντιπάλων. Αυτό, και ως εκεί.
Ο πόλεμος στο ουκρανικό πεδίο μάχης άλλαξε αυτά τα δεδομένα. Ούτε η Μόσχα ούτε το Κίεβο είχαν κατ’ αρχήν ασχοληθεί ιδιαίτερα μ’ αυτό το είδος. Όμως η Τεχεράνη (η οποία δεν διέθετε επί δεκαετίες υψηλής τεχνολογίας πολεμικά αεροπλάνα) και η Άγκυρα (η οποία έχοντας κατά βάση αμερικανικό αερο-εξοπλισμό ήταν εξαρτημένη απ’ τις αμφίθυμες σχέσεις της με την Ουάσιγκτον) διέβλεψαν στα drones ένα καλό και με διάφορες δυνατότητες υποκατάστατο της κλασσικής αεροπορίας. Κάθε ένα απ’ αυτά τα κράτη έριξε βάρος στην τεχνολογία και στις «εναλλακτικές» δυνατότητές της, συνυπολογίζοντας το σαφώς μικρότερο κόστος ανάπτυξης στόλων από drones, και την ευκολία στη χρήση τους. Ειδικά η Άγκυρα είχε την ευκαιρία να δοκιμάσει live τα δημιουργήματά της, πρώτα στη λιβύη (με την πλευρά του τζενεράλ Haftar) χωρίς σπουδαία επιτυχία, και ύστερα στον πρόσφατο σύντομο πόλεμο μεταξύ αρμενίας και αζερμπαϊτζάν (για το Ναγκόρνο Καραμπάχ) με την πλευρά του δεύτερου και συντριπτικά κτυπήματα κατά του αρμενικού στρατού, που δεν είχε ούτε ιδέα ούτε μεθόδους για την αντιμετώπιση αυτού του ουρανοκατέβατου όπλου.
Στο ουκρανικό πεδίο μάχης η χρήση των drones πρέπει να αποδοθεί αρχικά στις συμβουλές και τις υποδείξεις της Τεχεράνης προς την μάλλον διστακτική Μόσχα∙ και στη συνέχεια στην αξιολόγηση του θέματος απ’ τους δυτικούς συμμάχους του Κιέβου, κυρίως το Λονδίνο και την Ουάσιγκτον. Πριν συμπληρωθεί ο πρώτος χρόνος του πολέμου εκεί, στις αρχές του 2023, μια καλή δόση 4ης βιομηχανικής επανάστασης προστέθηκε σε μια αναμέτρηση που ήταν ταυτόχρονα α λα 1ος παγκόσμιος (: χαρακώματα, αμπριά…), α λα 2ος (τανκς, βομβαρδιστικά…) και α λα 3ος (ελικόπτερα…) Εκεί που η χρήση των drones απ’ το νατο και ειδικά τον αμερικανικό στρατό στο αφγανιστάν και στο ιράκ ήταν «επιλεκτική», με μεμονωμένα «κομμάτια» αρκετά ακριβές κατασκευές που χρησιμοποιούνταν χωρίς κίνδυνο, στο ουκρανικό πεδίο μάχης τα drones χρησιμοποιούνται κατά εκατοντάδες και χιλιάδες, ενώ ταυτόχρονα γίνονται διαρκείς προσπάθειες για την κατασκευή αντιμέτρων.

Μηχανές εναντίον μηχανών
Η πιο ουσιαστική (και φονική) «αλλαγή» στην κατασκευή και στη χρήση των drones (σε σχέση με τα «βαριά» αμερικανικά Reaper) στο ουκρανικό πεδίο μάχης είναι τα λεγόμενα FPV (: first personal view / πρώτος οπτικός εντοπισμός). Κυκλοφορούν σε διάφορες μορφές αλλά σε γενικές γραμμές είναι αρκετά φτηνά τετράπτερα, που έχουν κάμερα και μια (μικρή σχετικά) βόμβα. Ενόσω πετάει χωρίς προκαθορισμένο στόχο σε μια περιοχή που πρέπει να αναζητηθούν τέτοιοι, ο χειριστής του εντοπίζει τι αξίζει να κτυπηθεί, και κατευθύνει εκεί το drone. Αν μεν πρόκειται για όχημα (τανκς, τεθωρακισμένο μεταφοράς προσωπικού, πυρόβολο) το drone γίνεται «αυτοκτονίας»: πέφτει στο σημείο που ο χειριστής θεωρεί πιο ευαίσθητο – καταστρέφει και καταστρέφεται. Αν απ’ την άλλη πρόκειται για χαράκωμα, το FPV θα λειτουργήσει σαν «βομβαρδιστικό», θα «ελευθερώσει» την βομβίτσα του (συνήθως με εκρηκτικά διασποράς…), και θα επιστρέψει στη βάση του. Είτε με τη μία είτε με την άλλη μορφή / δράση τα FPV χρησιμοποιούνται συστηματικά και εναντίον προσωπικού, εναντίον ξέμπαρκων στρατιωτών δηλαδή1.
Ανάλογη ως προς το «πνεύμα» είναι και η κατασκευή / χρήση πλωτών drones, κυρίως απ’ το Κίεβο, με αγγλική τεχνική βοήθεια. Εμφανίστηκαν απ’ την ρωσική μεριά και κάποιες εκδοχές χερσαίων drones (σαν μικρά ερπυστριοφόρα), αλλά δεν φαίνεται να έχουν χρησιμοποιηθεί πέρα από δοκιμαστικά.
Το αδύνατο σημείο αυτών των όπλων είναι η τηλε-επαφή τους με τον χειριστή / την βάση τους. Οι ραδιοσυχνότητες αυτής της επαφής. Και ακριβώς εκεί, παράλληλα με την γενίκευση της χρήσης τους στο ουκρανικό πεδίο μάχης, άρχισε να αναπτύσσεται και η τεχνολογία του jamming∙ οι προσπάθειες ακύρωσης της τηλε-καθοδήγησης τους. Όσο (σχετικά) φτηνή είναι η μαζική κατασκευή αυτών των επιθετικών drones τόσο (σχετικά) φτηνή είναι η κατασκευή των αμυντικών jammers… αλλά σε ποια συχνότητα; Αυτή η «διαλεκτική» των σημάτων άρχισε να εξελίσσεται το ίδιο γρήγορα (αν όχι γρηγορότερα) απ’ την χρήση των drones, αφού κάθε καινούργια «φουρνιά» επικοινωνούσε με τους χειριστές της σε διαφορετική συχνότητα, ώστε να αποφεύγεται το (προηγούμενο) jamming∙ άρχισαν να εμφανίζονται και να δοκιμάζονται «πολύjammers», σε φάσματα συχνοτήτων∙ αλλά κι εκεί γρήγορα εμφανίστηκαν τα όρια. Αν ένα drone αυτοκτονίας πάρει ευθεία τροχιά κτυπήματος σ’ ένα στόχο, ακόμα κι αν χάσει την επαφή με τον χειριστή του, συνεχίζει από αδράνεια σ’ αυτήν ακριβώς την ευθεία. Αν ο στόχος είναι ακίνητος ή εξαιρετικά δυσκίνητος (: πυροβόλο) δεν θα την γλυτώσει.
Πάνω σ’ αυτό το ζήτημα, το ζήτημα της τηλε-κατεύθυνσης, εκτός απ’ τους αμυντικούς jammers (με τους οποίους θα έπρεπε να εφοδιαστεί κάθε στρατιωτικό όχημα απ’ τις πολλές εκατοντάδες σ’ ένα μέτωπο πάνω από 1.000 χιλιόμετρα∙ κάθε άλλη εγκατάσταση που θα μπορούσε να γίνει στόχος∙ και κάθε μεμονωμένος στρατιώτης…) άρχισαν να δοκιμάζονται άλλες λύσεις, «υπέρ και κατά» των drones. Μια απ’ αυτές είναι ο εξοπλισμός τους μ’ αυτό που οι τεχνοφετιχιστές θέλουν να ονομάζουν «τεχνητή νοημοσύνη». Πρόκειται για «φόρτωμα» του ηλεκτρονικού μέρους τους με εικόνες (από διάφορες γωνίες) του είδους των στόχων τους, ώστε να τους αναγνωρίζουν «μόνα» τους, χωρίς ανάγκη καθοδήγησης. Επιπλέον αυτά τα «έξυπνα drones» (!!!) δοκιμάζονται σε «αγέλες», είτε απλού τύπου (εκτοξεύονται σε ποσότητες, του είδους 100 ή 200) είτε σύνθετου τύπου, με δυνατότητα επικοινωνίας και «ανταλλαγής πληροφοριών» μεταξύ τους εν πτήσει…

Μια άλλη «λύση», αρκετά τολμηρή, που χρησιμοποίησε ο ρωσικός στρατός πρώτη φορά στο Kursk, είναι drones (ονόματι Vandal) που δεν καθοδηγούνται μέσω ραδιοσυχνοτήτων, αλλά με … οπτική ίνα!!! Πρόκειται για κινεζική ιδέα. Αυτά τα drones είναι εφοδιασμένα μ’ ένα «καρούλι» οπτικής ίνας που ξεδιπλώνεται μετά την απογείωσή τους καθώς πετούν∙ συνεπώς δεν υπάρχει καμία δυνατότητα jamming. Φαίνεται πως οι τεχνικοί της Μόσχας ετοίμασαν αυτό το είδος (ή αντέγραψαν τα κινέζικα πρωτότυπα) για τις περιπτώσεις που οι συχνότητες έχουν «καταληφθεί» εντελώς απ’ τον αντίπαλο. Στην περίπτωση του Kursk βέβαια το καθολικό jumming ήταν ρωσικό έργο (πράγμα που ουσιαστικά κατέστρεψε συνολικά τις επικοινωνίες μεταξύ των ουκρανικών μονάδων που είχαν εισβάλει) – αλλά το περιβάλλον ήταν το ίδιο: αδύνατο να πετάξουν drones, φιλικά και εχθρικά, με καθοδήγηση μέσω ραδιοσυχνοτήτων. Το σχετικό μειονέκτημα; Αυτά τα fiber drones (που μεταφέρουν πολύ πιο καθαρή εικόνα από τις κάμερές τους, κάτι που έχει σημασία για την ακρίβεια του κτυπήματος) δεν μπρούν να πετάξουν μακρύτερα απ’ το μήκος του καλωδίου της οπτικής ίνας. Ως τώρα τα 10 χιλιόμετρα.
Μια ακόμα εξέλιξη είναι drones που «εκτοξεύονται» από πολεμικά αεροπλάνα (ή από άλλα drones / μεταφορείς): η ώθηση που παίρνουν μ’ αυτόν τον τρόπο μεγαλώνει την ακτίνα δράσης τους. Εν τέλει βρίσκεται σε εξέλιξη η προσπάθεια δημιουργίας drone – αντιdrone: drone που είτε θα jammάρουν εν πτήσει τις επικοινωνίες των αντίπαλων, είτε θα τους επιτίθενται: ρομποτικές αερομαχίες!

Μηχανές εναντίον μηχανών μόνο;
Το ότι αυτές οι τεχνολογικές (και στην ουσία τεχνο-πολιτικές) εξελίξεις συμβαίνουν σ’ έναν έντονα ιδεολογικοποιημένο απ’ την δύση πόλεμο έχει σαν αποτέλεσμα να έχουν απομείνει ως τώρα αντικείμενο μιλιταριστικών αναλύσεων, σχεδόν αποκλειστικά. Αν το ζητούμενο είναι «να συντριβεί η ρωσία» κανείς δεν θα ασχοληθεί με ποιον τρόπο θα γίνει αυτό∙ εν τω μεταξύ τα drones συν τω χρόνω έχουν εξελιχθεί αλλού σαν πλεονέκτημα του Κιέβου (να κτυπάει-βαθιά-μέσα-στο-ρωσικό-έδαφος) και αλλού σαν πλεονέκτημα της Μόσχας (στο κυρίως πεδίο μάχης), αν όχι για άλλους λόγους σίγουρα επειδή έχει πολύ μεγάλη βιομηχανική, παραγωγική βάση, που «εξάγει» διαρκώς χιλιάδες απ’ αυτά.
Θα μπορούσε κατά συνέπεια όποιος ξεχωρίσει την μιλιταριστική τεχνολογική κατάσταση απ’ το συγκεκριμένο πεδίο μάχης να συμπεράνει ότι ο καπιταλιστικός κόσμος έχει φτάσει στο σημείο όπου οι πόλεμοι θα γίνονται κυρίως (ή και αποκλειστικά στο μέλλον) μεταξύ (αντίπαλων) μηχανών. Ειδικά η δήλωση ότι χρησιμοποιείται «τεχνητή νοημοσύνη» σ’ αυτά τα όπλα (τα οποία στρέφονται απευθείας και κατά ανθρώπων) θα μπορούσε να οδηγήσει στην σπαραχτική κραυγή ότι «οι μηχανές σκοτώνουν πλέον μόνες τους ανθρώπους!» – το ανάθεμα, ο φόβος και η μυθολογία περί «κυριαρχίας των μηχανών».
Δεν είναι έτσι, όχι σίγουρα για όσα περιγράψαμε νωρίτερα. Τα «έξυπνα» drones για παράδειγμα, αυτά που έχουν προεγκατεστημένες εικόνες των στόχων που αναζητούν, έχουν το σοβαρό πρόβλημα ότι δεν μπορούν να αναγνωρίσουν τα «εχθρικά» απ’ τα «φίλια» οχήματα. Η σοβαρότητα του προβλήματος αναδεικνύεται απ’ το γεγονός ότι χωρίς «αυτόματα», με όπλα που οδηγούνται άμεσα από ανθρώπους (τανκς, αεροπλάνα…), υπάρχουν πολύπλοκοι τρόποι για να γίνεται αυτή η διάκριση, που κάποτε αποτυγχάνουν ακόμα κι αυτοί.
Τα drones έχουν ανθρώπους χειριστές! H ανθρώπινη εργασία (εργασία καταστροφής εν προκειμένω!) είναι σημαντική όχι μόνο στον σχεδιασμό και στην κατασκευή αυτών των φονικών μηχανών, αλλά και στον χειρισμό τους. Ειδικά σ’ αυτόν: χωρίς ικανούς χειριστές τα drones ελάχιστα πράγματα μπορούν να κάνουν.
Είναι τόσο σημαντικός ο ρόλος των χειριστών ώστε τόσο απ’ την ουκρανική όσο και απ’ την ρωσική πλευρά υπάρχουν υπερπολύτιμοι τέτοιοι, με πολλές επιτυχίες στο λογαριασμό τους: ένα είδος ικανών πυροβολητών ή πεπειραμένων σαμποτέρ.
Αυτοί οι χειριστές είναι εντοπίσιμοι. Δύσκολα ίσως αλλά τεχνικά εφικτό: θα πρέπει να βρεθούν με ακρίβεια οι συντεταγμένες των σημάτων που εκπέμπονται προς (ή/και λαμβάνονται από) τα drones του αντιπάλου, λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας τέτοιος χειριστής χρειάζεται ένα χώρο 2 Χ 2 μέτρα, ή ίσως απλά μια καρέκλα κι ένα μικρό τραπέζι. Το να εντοπιστεί (και να «εκμηδενιστεί») ένας ικανός χειριστής drones έχει μερικές φορές την ίδια σημασία όπως το να καταστραφεί μια φάλαγγα τανκς: είναι πολλαπλασιαστής ισχύος, και η εξουδετέρωσή του συχνά σημαίνει την εξουδετέρωση των ίδιων των drones (που διαχειρίζεται) ακόμα κι αυτά συνεχίζουν να υπάρχουν στις αποθήκες σε ποσότητες!

Αυτή η ανθρώπινη εργασία (εργασία καταστροφής, επαναλαμβάνουμε) «υψηλής παραγωγικότητας» (υψηλής καταστροφικότητας…) είναι κρίσιμη, και τείνει να πλησιάζει (αν και από κάποια εύκολα κατανοητή απόσταση) εκείνη των πιλότων των πολεμικών αεροπλάνων: όσα αεροπλάνα κι αν διαθέτει κάποιος εμπόλεμος, αν δεν έχει ικανούς πιλότους γι’ αυτά δεν έχει τίποτα πέρα από σίδερα.
Ένα μέρος (η λιγότερο γνωστή πλευρά) του πολέμου-των-drones στο ουκρανικό πεδίο μάχης αφορά ακριβώς αυτό: τον εντοπισμό και την «εξουδετέρωση» των χειριστών, ειδικά των πιο έμπειρων. Το gaming, για το οποίο θα υπέθετε κάποιος ότι είναι η μεγάλη δεξαμενή για την συγκεκριμένη μιλιταριστική ειδικότητα, δεν ταιριάζει ακριβώς. Η πιθανότητα του ότι ενόσω στοχοποιείς τον αντίπαλο γίνεσαι κι εσύ στόχος δεν είναι το ψυχο-συναισθηματικό περιβάλλον των gamers. Και το να σκάσει μια βόμβα κάπου κοντά σου, ή το να δεις στρατιώτες απ’ την μονάδα σου κομμάτια δεν είναι εκείνο που κρατάει το χέρι σου σταθερό στο, ας το πούμε έτσι, χειριστήριο των drones, ακόμα κι αν εσύ (θεωρείς ότι) βρίσκεσαι σε απόσταση ασφαλείας.
Παρότι τα εντελώς, 100% αυτόματα, οπλικά συστήματα παραμένουν το όνειρο της πολεμικής βιομηχανίας και των αφεντικών στις συνθήκες της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, και παρότι η πρόβλεψη του «οι μηχανές έγιναν τόσο έξυπνες ώστε ‘απελευθερώθηκαν’ απ’ τους ανθρώπους και μπορούν να τους εκμηδενίσουν» έχει πάντα το κοινό της, δεν έχει βρεθεί ακόμα εκείνος ο τρόπος «εμπιστοσύνης» ότι η (πολεμική) μηχανή αποκλείεται να κάνει λάθος στρεφόμενη κατά των «φίλιων» δυνάμεων με την καταστροφικότητα για την οποία έχει κατασκευαστεί. Ούτε έχει βρεθεί κάποια τεχνολογία που να εγγυάται το διαρκές μονοπώλιο της μιας πλευράς, και την ανικανότητα της απέναντι να την χακάρει. Η ζωντανή εργασία (ακόμα και στην καταστροφή) με όλη την οργανωτική ιεραρχία που την συνοδεύει, παραμένει αναντικατάστατη, για να αναλαμβάνει την ευθύνη. Την ευθύνη του «ηρωϊσμού», ή την ευθύνη του «λάθους» (ακόμα και της «προδοσίας»)….
Ziggy Stardust

- Οι ουκρανοί θεώρησαν ότι βρήκαν ένα «κόλπο» για να την γλυτώνουν σε τέτοιες περιπτώσεις: μόλις καταλάβουν ότι τους «βλέπει» ένα drone πέφτουν κάτω και παριστάνουν τους πεθαμένους!!! Σπάνια πετυχαίνει το «κόλπο»: συνήθως έχουν εντοπιστεί (ζωντανοί) πριν εντοπίσουν την απειλή, οπότε δεν ξεγελούν τον αντίπαλο χειριστή). Οι ρώσοι απ’ την άλλη μεριά εκπαιδεύονται για να αντιμετωπίζουν ένα επερχόμενο drone με ό,τι μέσο διαθέτουν: με απότομες αλλαγές στη στάση του σώματος, με κινήσεις καράτε… ↩︎
