Να τελειώνουμε με τους ψηφιακούς μετανάστες!

Μεταξύ άλλων, τα μέτρα που προβλέπονται για την επιστροφή στα θρανία φέτος περιλαμβάνουν εξετάσεις υγείας, “σχολαστικούς καθαρισμούς”, γάντια και μάσκες, οριοθετήσεις χώρων και χρόνων, τηλε-διαδικασίες και πρωτόκολλα ιχνηλάτισης. Θα έλεγε κανείς ότι δεν υπάρχει προηγούμενο σε μια τέτοια κατάσταση· και θα είχε δίκιο. Όπως όλες οι μεγάλες αλλαγές όμως, έτσι κι αυτή έχει την ιστορία της. Δεν συμβαίνει έτσι απλά, δεν εμφανίζεται από το πουθενά.

Η αναδιάρθρωση του εκπαιδευτικού συστήματος, ως προπύργιο για την αγορά εργασίας (ένα θέμα το οποίο έχει αναδείξει επίμονα και επανειλλημένως η συνέλευση του game over τα τελευταία χρόνια), αποτελεί μέρος της συνολικότερης αναδιάρθωσης που βλέπουμε να συμβαίνει αυτούς τους μήνες στο σύνολο της καθημερινής ζωής. Οπότε δεν μπορούμε να την αξιολογήσουμε ξεχωριστά.

Πίσω από τις “επιφανειακές”/συμβολικές ρυθμίσεις που γίνονται αντικείμενο διαλόγου, ως προϋποθέσεις για το άνοιγμα των σχολείων, υπάρχει για εμάς μια ριζική μεταμόρφωση στον τρόπο διαχείρησης του μελλοντικού εν δυνάμει εργατικού δυναμικού. Πολύ συνοπτικά θα το περιγράφαμε ως μια βίαιη ενσωμάτωση των ψηφιακών μεταναστών στα ήθη και την κουλτούρα του κράτους που “έτυχε να προσγειωθούν”. Είτε πρόκειται για τους μαθητές, είτε για τους δασκάλους.

Διαβάστε το παρακάτω κείμενο που μετέφρασε και σχολίασε το game over πριν 8 χρόνια, και ίσως αυτή η συνοπτική περιγραφή να γίνει (έστω) λίγο πιο κατανοητή.

Ψηφιακοί ιθαγενείς, ψηφιακοί μετανάστες 1Μετάφραση/σχολιασμός: game over, 2012:

Είναι ενδιαφέρον να βρίσκουμε (σα συνέλευση του game over) γνώμες και αναλύσεις “απ’ τα ξένα” που φωτίζουν την σημασία της αναλυτικής / πολιτικής έρευνας και δράσης που είναι ένα απ’ τα βασικά περιεχόμενά μας. Η ελληνική κοινωνία (σαν αφηρημένο σύνολο) και το ελληνικό φοιτηταριάτο (σαν εξίσου αφηρημένο υποσύνολο) μπορεί να θεωρούν ufo τις απόψεις που επεξεργαζόμαστε και παρουσιάζουμε, σε σχέση με τις πραγματικές αιτίες της “εκπαιδευτικής κατάρρευσης”… Και, “ξαφνικά”, ανακαλύπτει κανείς έναν παρεμφερή “προβληματισμό”, όχι απ’ τις τάξεις του κινήματος, αλλά εκ μέρους κάποιων καθεστωτικών, στον ένα ή στον άλλο βαθμό. Τι να κάνουμε τότε; Θα κάνουμε κάτι απλό. Θα παρουσιάζουμε (προσθέτοντας, με την μορφή σχολίου τη δική μας γνώμη ως τώρα) μια τέτοια άποψη, “απ’ έξω”. Γιατί δεν είναι η συνέλευση του game over οι “εξωγήινοι” – αλλά (οι πολύ περισσότεροι, το παραδεχόμαστε) που βολεύονται με το να μην καταλαβαίνουμε.

Το κείμενο που ακολουθεί γράφτηκε πριν… λίγο περισσότερο από 10 χρόνια. Στις ηπα βέβαια, όπου χωρίς να είναι απαραίτητο οι εξελίξεις στο θέμα μας να προπορεύονται μια δεκαετία, απλά ίσως υπάρχουν πιο παρατηρητικοί καθεστωτικοί σε σχέση με τα μέρη. Συγγραφέας είναι ο Marc Prensky…2Ο νεοϋορκέζος εκπαιδευτικός Marc Prensky, 65 χρονών σήμερα, έχει δουλέψει σε διάφορα πόστα σχετικά με τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, την εκπαίδευση, τον σχεδιασμό της στρατηγικής επιχειρήσεων, και το αμερικανικό χρηματιστήριο. Έγινε ευρύτερα γνωστός το 2001 όταν με το άρθρο που αναδημοσιεύουμε εδώ καθιέρωσε τις έννοιες “ψηφιακός ιθαγενής” και “ψηφιακός μετανάστης”.

Να λοιπόν τι έλεγε ένας αμερικάνος εκπαιδευτικός τον Οκτώβρη του 2001 κάτω απ’ τον τίτλο digital natives, digital immigrants:

Με εντυπωσιάζει το πως, μέσα στον θόρυβο και στις συζητήσεις για την παρακμή της εκπαίδευσης στις ΗΠΑ αγνοούμε τις πιο βασικές απ’ τις αιτίες της. Οι μαθητές μας έχουν αλλάξει ριζικά. Οι σημερινοί μαθητές δεν είναι πια το είδος των ανθρώπων για τους οποίους σχεδιάστηκε κάποτε το εκπαιδευτικό μας σύστημα.

Οι σημερινοί μαθητές και φοιτητές δεν έχουν αλλάξει απλά σαν ποσότητα σε σχέση με τον παρελθόν, ούτε απλά έχουν αλλάξει την αργκώ τους, τα ρούχα τους, το στυλ τους, όπως έτσι κι αλλιώς συνέβαινε με τις τελευταίες γενιές. Αυτό που συμβαίνει είναι μια πραγματικά μεγάλη α σ υ ν έ χ ε ι α . Κάποιος θα μπορούσε να μιλήσει για “μοναδική ιδιομορφία” (“singularity”3Singularity είναι κατ’ αρχήν ένας τεχνικός όρος της φυσικής, και αφορά την ασυνέχεια που μπορεί να εμφανιστεί σ’ ένα κατά τα άλλα ομοιογενές πεδίο, ένα είδος «διαφορετικής κατάστασης» όπου δεν ισχύουν οι συνηθισμένοι νόμοι. Με το ίδιο όνομα ωστόσο, και σε σχέση με τις νέες τεχνολογίες, έχει δημιουργηθεί εδώ και πολλά χρόνια στις ηπα και αλλού μια σύμπραξη τεχνολόγων, νεοφουτουριστών, κοινωνιολόγων και επιχειρηματιών, που ασχολούνται με τον «μελλοντικό κόσμο», όπου οι νέες τεχνολογίες θα έχουν μεταμορφώσει τα πάντα…) – ένα γεγονός που αλλάζει τα πράγματα τόσο ριζικά ώστε δεν υπάρχει περίπτωση επιστροφής στο παρελθόν. Αυτή η, ας την πούμε έτσι, “μοναδική ιδιομορφία” είναι η καθιέρωση και πλατιά διασπορά της ψηφιακής τεχνολογίας τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα.

Οι σημερινοί φοιτητές μας για παράδειγμα αντιπροσωπεύουν την πρώτη γενιά που μεγάλωσε μέσα σ’ αυτές τις νέες τεχνολογίες. Έχουν περάσει όλη τους τη ζωή κυκλωμένοι από (και χρησιμοποιώντας) υπολογιστές, βίντεο παιχνίδια, συσκευές ψηφιακής μουσικής, βιντεοκάμερες, κινητά τηλέφωνα, κι όλα τα υπόλοιπα παιχνίδια και εργαλεία της ψηφιακής εποχής. Ο μέσος σημερινός απόφοιτος κολλεγίου έχει περάσει στην ως τώρα ζωή του λιγότερες από 5.000 ώρες διαβάζοντας, αλλά πάνω από 10.000 ώρες παίζοντας video games (κι ας μην προσθέσουμε τις 20.000 τηλεθέασης). Τα παιχνίδια στους υπολογιστές, τα email, το internet, τα κινητά τηλέφωνα, και τα μηνύματα από απόσταση είναι δομικά στοιχεία της ζωής τους.

Είναι λοιπόν σαφές ότι σαν αποτέλεσμα αυτού του πανταχού παρόντος περιβάλλοντος και της γενικευμένης αλληλεπίδρασής τους μ’ αυτό, οι σημερινοί φοιτητές σ κ έ φ τ ο ν τ α ι κ α ι – ε π ε ξ ε ρ γ ά ζ ο ν τ α ι – τ η ν – π λ η ρ ο φ ο ρ ί α – μ ε ρ ι ζ ι κ ά – δ ι α φ ο ρ ε τ ι κ ό – τ ρ ό π ο σε σχέση με τις προηγούμενες ανάλογες γενιές. Αυτές οι διαφορές πηγαίνουν πολύ μακρύτερα και πολύ βαθύτερα απ’ όσο υποψιάζονται ή καταλαβαίνουν οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί. “Διαφορετικά είδη εμπειρίας οδηγούν σε διαφορετικές δομές του εγκεφάλου” λέει ο dr. Bruce D. Berry, του Baylor College ιατρικής. Όπως θα δούμε με άλλη ευκαιρία είναι αρκετά πιθανό ότι οι εγκέφαλοι των φοιτητών μας έχουν αλλάξει – και είναι διαφορετικοί απ’ τους δικούς μας – σα συνέπεια του τρόπου με τον οποίο έχουν μεγαλώσει. Όμως άσχετα, τελικά, με το εάν κάτι τέτοιο είναι πράγματι αληθινό, μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι οι δικοί τους τρόποι κατανόησης έχουν αλλάξει. Είναι διαφορετικοί. Θα μιλήσω γι’ αυτό στη συνέχεια.

Πως θα ονομάζαμε αυτούς του “καινούργιους” φοιτητές; Κάποιοι αναφέρονται σ’ αυτούς σαν N-gen (απ’ το Net) ή σαν D-gen (απ’ το digital). Αλλά ο πιο χρήσιμος προσδιορισμός που έχω πετύχει ως σήμερα είναι αυτός των Ψ η φ ι α κ ώ ν – Ι θ α γ ε ν ώ ν. Οι σημερινοί φοιτητές μας είναι όλοι “ντόπιοι ομιλητές” της ψηφιακής γλώσσας των υπολογιστών, των video games και του ίντερνετ.

Οπότε τι είμαστε εμείς οι υπόλοιποι; Όσοι από εμάς δεν γεννήθηκαν στον ψηφιακό κόσμο αλλά, σε κάποιο μεταγενέστερο σημείο της ζωής τους, εντυπωσιάστηκαν απ’ αυτόν και υιοθέτησαν αρκετά ή πολλά στοιχεία των νέων τεχνολογιών είναι, και πάντα θα εννοούνται έτσι, Ψ η φ ι α κ ο ί – Μ ε τ α ν ά σ τ ε ς .

Η σημασία αυτής της διάκρισης είναι η εξής: καθώς οι Ψηφιακοί Μετανάστες μαθαίνουν – όπως άλλωστε κάνουν όλοι οι μετανάστες, άλλοι καλύτερα κι άλλοι λιγότερο καλά – να προσαρμόζονται στο (νέο) περιβάλλον τους, πάντα αναφέρονται σε κάποιο βαθμό, στις “ρίζες” τους· που σημαίνει στο βιωμένο παρελθόν τους. Η “προφορά του ψηφιακού μετανάστη” μπορεί να φανεί σε απλά πράγματα, όπως για παράδειγμα στο να ψάχνει κανείς στο internet για πληροφορίες σαν δεύτερη και όχι σαν πρώτη επιλογή· ή, το να διαβάζει το manual ενός προγράμματος υπολογιστή παρά να αναγνωρίζει ότι το πρόγραμμα το ίδιο θα τον διδάξει πως να το χρησιμοποιεί. Οι σημερινοί πιο μεγάλοι στην ηλικία “κοινωνικοποιήθηκαν” διαφορετικά απ’ ότι τα παιδιά τους, και τώρα βρίσκονται στη διαδικασία να μάθουν μια καινούργια γλώσσα. Όμως μια γλώσσα που μαθαίνεται αργότερα στη ζωή κάποιου (αυτό λένε οι επιστήμονες) εγκαθίσταται σε διαφορετικό σημείο του εγκεφάλου, σε σχέση με την μητρική.

Υπάρχουν εκατοντάδες παραδείγματα της “ξενικής προφοράς” του ψηφιακού μετανάστη. Σ’ αυτά παριλαμβάνονται το να τυπώνεις το mail σου (ή να ζητάς απ’ την γραμματέα σου να στο τυπώσει…)· το να τυπώνεις ένα έγγραφο απ’ τον υπολογιστή σου προκειμένου να του κάνεις επιμέλεια αντί να το κάνεις στην οθόνη· ή το να φωνάζεις κάποιους να έρθουν αυτοπροσώπως στο γραφείο σου για να δείτε μαζί ένα ενδιαφέρον site αντί να τους στείλεις ηλεκτρονικά το URL. Είμαι σίγουρος ότι ο καθένας μπορεί να βρει αρκετά δικά του παρόμοια παραδείγματα, χωρίς μεγάλη προσπάθεια. Το δικό μου πιο αγαπημένο παράδειγμα είναι το τηλεφώνημα με την ερώτηση “έλαβες το email μου;”. Όσοι από εμάς είμαστε Ψηφιακοί Μετανάστες μπορούμε (και θα έπρεπε) να γελάμε με την πάρτη μας και με την “προφορά” μας.

Μόνο που το θέμα δεν είναι καθόλου για γέλια. Είναι πολύ σοβαρό, γιατί εάν επρόκειτο να μιλήσουμε για “ένα πρόβλημα”, το μεγαλύτερο τέτοιο που αντιμετωπίζει η εκπαίδευση σήμερα είναι ότι οι καθοδηγητές της, που είναι Ψηφιακοί Μετανάστες και μιλάνε σαν “μητρική” τους μια γλώσσα ξεπερασμένη (την γλώσσα της προ-ψηφιακής εποχής), προσπαθούν να διδάξουν έναν πληθυσμό νέων που μιλάει μια εντελώς διαφορετική γλώσσα.

Κι αυτό οι Ψηφιακοί Ιθαγενείς το καταλαβαίνουν πολύ εύκολα – το σχολείο μοιάζει όλο και συχνότερα σαν ένα μέρος όπου κουβαλήσαμε διάφορους αμόρφωτους ξένους, με βαριά προφορά, να διδάξουν. Οι Ιθαγενείς δεν μπορούν να καταλάβουν καν τι λένε οι Μετανάστες. Τι στην ευχή σημαίνει, τέλος πάντων, “πάρε έναν αριθμό στο τηλέφωνο”;

Μιας και αυτό το ζήτημα αφορά μια ριζοσπαστική αλλαγή, επιτρέψτε μου να τονίσω μερικές απ’ τις πλευρές του. Οι Ψηφιακοί Ιθαγενείς έχουν συνηθίσει να λαμβάνουν τις πληροφορίες με μεγάλη ταχύτητα. Τους αρέσουν οι παράλληλες διαδικασίες και η πολλαπλότητα ενεργειών και καθηκόντων. Προτιμούν να ασχολούνται με τις εικόνες πριν απ’ το κείμενο παρά το ανάποδο. Προτιμούν την τυχαία πρόσβαση (όπως το hypertext). Λειτουργούν καλύτερα όταν είναι δικτυωμένοι. Γουστάρουν την άμεση ικανοποίηση και τις συχνές επιβεβαιώσεις. Προτιμούν τα παιχνίδια απ’ την “σοβαρή” δουλειά. (Μήπως κάτι απ’ τα προηγούμενα σας φαίνεται οικείο;)

Αλλά οι Ψηφιακοί Μετανάστες δείχνουν ελάχιστη εκτίμηση γι’ αυτές τις νέες δεξιότητες που έχουν αποκτήσει οι Ιθαγενείς, κι έχουν τελειοποιήσει μέσα από πολλών χρόνων εξάσκηση και διάδραση. Αυτές οι ικανότητες είναι εντελώς ξένες για τους Μετανάστες, που εκπαιδεύτηκαν οι ίδιοι – κι έτσι διδάσκουν – αργά, βήμα – βήμα, σ’ ένα πράγμα κάθε φορά, ατομικά, και – πάνω απ’ όλα – με σοβαρότητα. “Οι φοιτητές μου απλά δεν ……….. όπως έκαναν άλλοτε” γκρινιάζουν οι εκπαιδευτικοί Ψηφιακοί Μετανάστες. Δεν μπορώ να τους ……….. ή να τους …….. Δεν δείχνουν καμία διάθεση για ………… ή για …….. (Συμπληρώστε τα κενά, υπάρχει μια μεγάλη γκάμα επιλογών).


Αν και αυτό το απόσπασμα είναι μόνο το μισό του προβληματισμού του αμερικάνου πανεπιστημιακού, έχει καταστρώσει κιόλας την αναγνώριση του προβλήματος. Και, πρέπει να το παραδεχτούμε, κατ’ αρχήν δεν έχει άδικο. Έχει ενδιαφέρον, επιπλέον, ότι οι “ψηφιακά ιθαγενείς” και οι “ψηφιακά μετανάστες” δεν κατάγονται από διαφορετικά μέρη του κόσμου. Κ α τ ά γ ο ν τ α ι , ό μ ω ς , α π ό δ ι α φ ο ρ ε τ ι κ έ ς φ ά σ ε ι ς τ η ς κ α π ι τ α λ ι σ τ ι κ ή ς α ν ά π τ υ ξ η ς ! Όμως ναι, είναι αλήθεια, οι νέες τεχνολογίες (πληροφορική, ψηφιακές επικοινωνίες, διαδίκτυο) έχουν δημιουργήσει κιόλας τον δικό τους ασαφή μεν αλλά διακριτό χωροχρόνο. Έτσι ώστε “μια γενιά πριν” (αυτή που προσπαθεί να κάνει λειτουργικό το παλιό εκπαιδευτικό σύστημα) και “μια γενιά μετά” (εκείνη που δεν το έχει καμία ανάγκη αυτό το εκπαιδευτικό σύστημα έτσι όπως είναι, πλην όμως το υφίσταται) είναι δ υ ο κ ό σ μ ο ι σ ε μ ε γ ά λ η α π ό σ τ α σ η μ ε τ α ξ ύ τ ο υ ς .

Βέβαια – κι αυτό είναι ένα σημαντικό μέρος της ερευνητικής / αναλυτικής δουλειάς μας σα συνέλευση του game over – το να διακρίνει κανείς αυτή την σε εξέλιξη (αλλά πολύ μεγάλη) αλλαγή μαθησιακού μοντέλου και τρόπων εννόησης της “γνώσης” και της “πραγματικότητας”, είναι μεν μια κρίσιμη αφετηρία, αλλά όχι ολόκληρη η κατανόηση εκείνου που συμβαίνει. Πρακτικά και θεωρητικά μάλιστα κανένα απ’ τα δύο μέρη, ούτε οι “ψηφιακοί ιθαγενείς” ούτε οι “ψηφιακοί μετανάστες” φαίνεται να καταλαβαίνουν αυτό που (τους) συμβαίνει. Οι πρώτοι επειδή θεωρούν εντελώς “φυσική” την ψηφιακή πραγματικότητα· οπότε δεν αναρωτιούνται καθόλου τι συνεπάγεται αυτή για τις ζωές τους. Οι δεύτεροι επειδή μπορούν να εκδηλώνουν συναισθηματικές αντιδράσεις του ενός ή του άλλου είδους απέναντι στον ψηφιακό κόσμο, αλλά οπωσδήποτε τον αντιμετωπίζουν σαν κάτι “ξένο” – συχνά μάλιστα σαν κάτι “εχθρικό” ή “επικίνδυνο”.

Κι αυτή η διπλή άγνοια είναι επίσης ουσιαστικό μέρος της καθολικής παρακμής του υπάρχοντος εκπαιδευτικού συστήματος. Με τρόπους (και για λόγους) που αξίζουν και εντοπισμό και ανάλυση, ισχύει κι εδώ η γνωστή κουβέντα του Γκράμσι: το παλιό έχει πεθάνει, το καινούργιο δεν έχει γεννηθεί ακόμα· ενδιάμεσα εκδηλώνονται νοσηρά φαινόμενα…


(…) “Οι Ψηφιακοί Μετανάστες δεν πιστεύουν ότι οι μαθητές τους είναι δυνατόν να μάθουν κάτι ικανοποιητικά βλέποντας τηλεόραση ή ακούγοντας μουσική, κι αυτό επειδή εκείνοι (οι Ψηφιακοί Μετανάστες) δεν μπορούν να κάνουν κάτι τέτοιο. Λογικό απ’ τη μεριά τους – δεν έχουν ασκήσει τέτοιες ικανότητες τα χρόνια που διαμορφώνονταν σαν προσωπικότητες. Οι Ψηφιακοί Μετανάστες πιστεύουν επίσης ότι η μάθηση δεν μπορεί (ή δεν πρέπει) να έχει πλάκα. Αλλά και γιατί να πίστευαν κάτι διαφορετικό, αφού στον καιρό τους εκπαιδεύτηκαν με αυστηρότητα;

Δυστυχώς, όμως, για τους Ψηφιακούς Μετανάστες / δάσκαλους, οι νεαροί και οι νεαρές που έχουν μπροστά τους στις σχολικές αίθουσες έχουν μεγαλώσει μέσα στις ταχύτητες των video games και των video clips του MTV. Έχουν εξοικειωθεί με την αμεσότητα του υπερκειμένου, του κατεβάσματος μουσικής, των τηλεφώνων στις τσέπες τους, των αρχείων στους φορητούς υπολογιστές τους, των γρήγορων και άμεσων μηνυμάτων. Το μεγαλύτερο μέρος της νεανικής τους ζωής το έχουν περάσει δικτυωμένοι. Κι έχουν ελάχιστη υπομονή για διαλέξεις, τη λογική βήμα – βήμα, και όλη την παραδοσιακή εκπαιδευτική μεθοδολογία.

Οι Ψηφιακοί Μετανάστες / δάσκαλοι θεωρούν ότι αυτοί που εκπαιδεύονται σήμερα είναι οι ίδιοι όπως πάντα, και πως κατά συνέπεια οι ίδιες μέθοδοι που είχαν επιτυχία στους ίδιους όταν εκπαιδεύονταν είναι κατάλληλες και για τους τωρινούς μαθητές. Αλλά αυτή η υπόθεση δεν ισχύει πλέον. Οι σημερινοί μαθητές είναι διαφορετικοί. «www.πεινάω.com” είπε ένας φοιτητής σχολής νηπιαγωγών πρόσφατα, την ώρα του μεσημεριανού στη σχολή του. «Κάθε φορά που πάω στο σχολείο πρέπει να μπαίνω σε αναμονή» παραπονιέται ένας άλλος, μαθητής λυκείου αυτός. Τι συμβαίνει; Οι Ψηφιακοί Ιθαγενείς δεν μπορούν να συγκεντρωθούν στο σχολείο ή δε θέλουν; Συχνά, απ’ την οπτική των Ιθαγενών, η μεθοδολογία των Ψηφιακών Μεταναστών που τους κάνουν τα μαθήματα δεν αξίζει της προσοχής τους, σε σύγκριση με οτιδήποτε άλλο απ’ το οποίο έχουν εμπειρία – και τους κατηγορούν απο πάνω ότι είναι αδιάφοροι!!!

Και δεν πείθονται, όλο και περισσότερο. «Πήγα σ’ ένα πολύ καλό κολλέγιο, του οποίου όλοι οι καθηγητές ήταν απ’ το MIT” λέει ένας πρώην σπουδαστής. «Όμως το μόνο που έκαναν ήταν να διαβάζουν απ’ τα βιβλία τους. Έφυγα (quit)”. Στη φούσκα των ιντερνετικών εταιρειών όπως αυτή είχε διαμορφωθεί μέχρι πριν από λίγους μήνες, όπου υπήρχαν άφθονες δυνατότητες δουλειάς, ειδικά σε ζητήματα στα οποία το να έχεις πάει στο σχολείο είναι μικρή σημασία – το να βρεις έτσι δουλειά ήταν αρκετά πιθανό. 4Αναφέρεται στη φρενίτιδα δημιουργίας εταιρειών, στις ηπα, που θα πουλούσαν διάφορες φανταιζί ιδέες και εφαρμογές για το internet, και που χρηματοδοτούνταν απ’ την ακόμα μεγαλύτερη φρενίτιδα ανόδου των τιμών των μετοχών τους μόλις έμπαιναν στο αμερικανικό χρηματιστήριο. Όλη αυτή η ιστορία, που έμεινε γνωστή σαν «η φούσκα των dot.com», κατέρρευσε το 2000. Αλλά τώρα οι άνεργοι των dot.com επιστρέφουν στα σχολεία. Κι εκεί θα ξαναβρεθούν μπροστά στη διαίρεση Μετανάστες / Ιθαγενείς, και θα δυσκολευτούν ακόμα περισσότερο αφού θα έχουν και τις πρόσφατες εργασιακές εμπειρίες στον ψηφιακό κόσμο. Κι αυτό, με τη σειρά του, θα κάνει ακόμα δυσκολότερο το να διδαχθούν οτιδήποτε – όπως άλλωστε συμβαίνει με το σύνολο των Ψηφιακών Ιθαγενών που βρίσκονται μέσα στο εκπαιδευτικό σύστημα – με τους παραδοσιακούς τρόπους.

Τι πρέπει να γίνει λοιπόν; Θα πρέπει οι Ψηφιακοί Ιθαγενείς / μαθητές να μάθουν τους παλιούς τρόπους, ή θα πρέπει οι Ψηφιακοί Μετανάστες / δάσκαλοί τους να μάθουν τους καινούργιους; Δυστυχώς, άσχετα με το πόσο πολύ θα το ήθελαν οι Ψηφιακοί Μετανάστες, είναι εξαιρετικά απίθανο ότι οι Ψηφιακοί Ιθαγενείς θα γυρίσουν στο παρελθόν. Κατ’ αρχήν αυτό είναι απλά αδύνατο – τα μυαλά τους έχουν ήδη διαμορφωθεί διαφορετικά. Επιπλέον μια τέτοια οπισθοδρόμηση αντιβαίνει οτιδήποτε ξέρουμε σχετικά με την πολιτισμική μετανάστευση. Τα παιδιά που γεννιούνται σε οποιοδήποτε νέο πολιτιστικό περιβάλλον (σε σχέση μ’ εκείνο στο οποίο μεγάλωσαν οι γονείς τους) μαθαίνουν το καινούργιο πολύ εύκολα, και αντιδρούν δυναμικά σε οποιαδήποτε επιστροφή στο παλιό. Οι έξυπνοι ενήλικοι μετανάστες παραδέχονται ότι δεν ξέρουν και πολλά για τον καινούργιο κόσμο στον οποίο ζουν, και καταφεύγουν στα παιδιά τους ώστε να μάθουν και να εξοικειωθούν. Ή όχι και τόσο έξυπνοι (ή όχι και τόσο ευέλικτοι) μετανάστες ξοδεύουν τον περισσότερο καιρό τους αναπολώντας το πόσο καλά ήταν τα πράγματα στα «παλιά μέρη» τους.

Συνεπώς, εάν αποκλείσουμε την εκδοχή απλά να σταματήσουμε να προσπαθούμε να εκπαιδεύσουμε τους Ψηφιακούς Ιθαγενείς και να τους αφήσουμε να το κάνουν μόνοι τους όταν μεγαλώσουν, πρέπει να αντιμετωπίσουμε αυτό το ζήτημα. Και για να το κάνουμε αυτό πρέπει να ξαναεξετάσουμε την εκπαιδευτική μεθοδολογία μας και τα περιεχόμενά της.

Πρώτα, σε ότι αφορά τη μεθοδολογία μας. Οι σημερινοί δάσκαλοι και καθηγητές πρέπει να μάθουν να επικοινωνούν στη γλώσσα και στο στυλ των μαθητών τους. Αυτό δε σημαίνει να αλλάξουν το νόημα όσων γνώσεων είναι σημαντικές, ή να παραιτηθούν απ’ την εκπαίδευση στη σωστή σκέψη. Αλλά σημαίνει ότι θα πρέπει να προχωράνε πιο γρήγορα, λιγότερο με την μέθοδο βήμα – βήμα, περισσότερο εν παραλλήλω, με περισσότερο τυχαίο τρόπο μεταξύ άλλων. Οι εκπαιδευτές, φυσικά, θα ρωτήσουν «Και πως μπορούμε να διδάξουμε την λογική με τέτοιο τρόπο;» Δεν είναι σαφές ακόμα, όμως θα πρέπει να ασχοληθούμε με το να βρούμε τις κατάλληλες απαντήσεις.

Ύστερα, σε σχέση με τα περιεχόμενα. Μου φαίνεται ότι μετά την εξάπλωση της ψηφιακής εμπειρίας και τεχνολογίας υπάρχουν πλέον δύο είδη περιεχομένων. «Κληρονομημένα» περιεχόμενα, και «Μελλοντικά» περιεχόμενα.

Τα «κληρονομημένα» περιεχόμενα περιλαμβάνουν την ανάγνωση, τη γραφή, την αριθμητική, τη λογική σκέψη, την κατανόηση των γραφών και των ιδεών του παρελθόντος, κλπ – όλο το «παραδοσιακό» εκπαιδευτικό υλικό μας. Είναι, βέβαια, ακόμα σημαντικό, αλλά από διαφορετική σκοπιά. Ένα μέρος αυτού του υλικού (ας πούμε η λογική σκέψη) θα συνεχίσει να είναι σημαντικό, όμως άλλα μέρη του (όπως, ίσως, η ευκλίδεια γεωμετρία) θα είναι λιγότερο σημαντικά, στο επίπεδο που είναι τα Λατινικά και τα Ελληνικά.

Τα «μελλοντικά» περιεχόμενα είναι, σε μεγάλο βαθμό, κι αυτό δεν είναι παράξενο, ψηφιακά και τεχνολογικά. Κι ενώ σ’ αυτά περιλαμβάνονται τα software, τα hardware, η ρομποτική, η νανοτεχνολογία, η γενετική, κλπ, περιλαμβάνονται επίσης η ηθική, η πολιτική, η κοινωνιολογία, οι γλώσσες και άλλα που σχετίζονται άμεσα με τα προηγούμενα. Τέτοια «μελλοντικά» περιεχόμενα είναι εξαιρετικά ελκυστικά για τους σημερινούς μαθητές. Όμως πόσοι Ψηφιακοί Μετανάστες / δάσκαλοι είναι έτοιμοι να τα διδάξουν; Κάποιος πρότεινε μια φορά ότι θα πρέπει να επιτρέπεται στα παιδιά να χρησιμοποιούν υπολογιστές στο σχολείο, αλλά υπολογιστές που θα τους έχουν φτιάξει μόνα τους. Είναι μια εξαιρετική ιδέα, ιδιαίτερα ρεαλιστική αν λάβουμε υπ’ όψη τις ικανότητες των σημερινών μαθητών. Αλλά ποιός θα τους διδάξει κάτι τέτοιο;

Σαν εκπαιδευτικοί πρέπει να ασχοληθούμε με το πως θα διδάξουμε μαζί Κληρονομημένα και Μελλοντικά περιεχόμενα, στη γλώσσα των Ψηφιακών Ιθαγενών. Το πρώτο περιλαμβάνει μια μείζονα μετάφραση και αλλαγή μεθοδολογίας· το δεύτερο περιλαμβάνει τα προηγούμενα ΣΥΝ καινούργια περιεχόμενα και τρόπους σκέψης. Δεν είμαι σίγουρος τί είναι το πιο δύσκολο. Το «να μαθαίνεις καινούργια πράγματα» ή το «να μαθαίνεις παλιά πράγματα με καινούργιο τρόπο»; Υποψιάζομαι ότι το δεύτερο είναι το δυσκολότερο.

Κατά συνέπεια πρέπει να γίνουμε εφευρετικοί, αλλά όχι κατ’ ανάγκην ξεκινώντας απ’ το μηδέν. Η υιοθέτηση υλικών απ’ τη γλώσσα των Ψηφιακών Ιθαγενών έχει αρχίσει ήδη να γίνεται, και μάλιστα με επιτυχία. Η δική μου επιλογή για την διδασκαλία των Ψηφιακών Ιθαγενών είναι να εφευρίσκω video games γι’ αυτή τη δουλειά, ακόμα και για τα πιο σοβαρά περιεχόμενα. Στο κάτω κάτω, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια είναι μια ενασχόληση με την οποία είναι εξοικειωμένοι οι περισσότεροι σημερινοί μαθητές.

Πριν όχι και πολύ καιρό μια ομάδα καθηγητές ήρθαν στην εταιρεία μου μ’ ένα καινούργιο software CAD, που είχαν δημιουργήσει προς χρήση των μηχανικών. Το δημιούργημά τους ήταν τόσο ανώτερο απ’ οτιδήποτε βρισκόταν σε χρήση εκείνη την στιγμή στην αγορά, ώστε ήταν σίγουροι ότι πολύ γρήγορα το σύνολο των μηχανικών θα το αγκάλιαζε. Όμως δεν έγινε έτσι – αντίθετα, συνάντησαν μεγάλη απόρριψη. Κι αυτό εξαιτίας του μεγάλου όγκου των οδηγιών για την χρήση του, καθώς το software περιελάμβανε εκατοντάδες από καινούργια κουμπιά, επιλογές και προσεγγίσεις προκειμένου να αξιοποιηθεί σωστά.

Εκείνοι που είχαν αναλάβει την εμπορική προώθηση αυτού του software κατέβασαν τότε μια εξαιρετική ιδέα. Έχοντας υπ’ όψη πως οι χρήστες των σχεδιαστικών προγραμμάτων (computer – aid design, cad) είναι κυρίως άντρες μηχανικοί μεταξύ 20 και 30 χρονών, είπαν «και γιατί να μην τους κάνουμε να μάθουν το πρόγραμμα μ’ ένα video game;» Έτσι κάτσαμε και σχεδιάσαμε γι’ αυτούς ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι, στο στυλ των παιχνιδιών που παίζουν στην πιάτσα όπως το Doom ή το Quake, που το ονομάσαμε The Monkey Wrench Conspirancy. Ο παίκτης είναι ένας διαγαλαξιακός μυστικός πράκτορας που πρέπει να σώσει ένα διαστημικό σταθμό απ’ την επίθεση του διαβολικού dr. Monkey Wrench. Ο μόνος τρόπος για να τον νικήσει είναι να χρησιμοποιήσει το συγκεκριμένο πρόγραμμα cad, το οποίο πρέπει να μάθει για να φτιάξει εργαλεία, όπλα, και να ξεφεύγει από διάφορες παγίδες. Το βασικό παιχνίδι διαρκεί μια ώρα, και υπάρχουν επιπλέον 30 «καθήκοντα», που μπορεί να διαρκέσουν από 15 λεπτά έως πολλές ώρες ανάλογα με το επίπεδο εμπειρίας κάθε παίκτη.

Το Monkey Wrench φαίνεται πως πέτυχε στο να κάνει αρκετούς νεαρούς να μάθουν το συγκεκριμένο software. Χρησιμοποιείται ευρέως από φοιτητές μηχανικής σε διάφορα πανεπιστήμια του κόσμου, και πάνω από 1 εκατομμύρια αντίγραφα του παιχνιδιού έχουν πουληθεί, σε διάφορες γλώσσες. Όμως ενώ το παιχνίδι ήταν εύκολη δουλειά για τους τεχνικούς της εταιρείας μου, που είναι Ψηφιακοί Ιθαγενείς, η δημιουργία του περιεχομένου του αποδείχθηκε πολύ πιο δύσκολη για τους καθηγητές, που είχαν συνηθίσει να διδάσκουν την χρήση τέτοιων προγραμμάτων με την γνωστή μέθοδο, που ξεκινούσε με «Μάθημα 1, το interface”. Εμείς τους ζητήσαμε αντί γι’ αυτό να διαμορφώσουν μια σειρά διαβαθμισμένων καθηκόντων, στα οποία θα ήταν ενσωματωμένες και οι απαραίτητες γνωσιακές ικανότητες. Οι καθηγητές έφτιαξαν ταινιάκια διάρκειας 5 έως 10 λεπτών, που να δείχνουν τις βασικές λειτουργίες· τους ζητήσαμε να τα κάνουν μικρότερα από 30 δευτερόλεπτα. Οι καθηγητές επέμεναν ότι οι εκπαιδευόμενοι θα πρέπει να μάθουν να κάνουν αυτά τα καθήκοντα με μια συγκεκριμένη σειρά· τους ζητήσαμε να επιστρέψουν τυχαίες επιλογές. Αυτοί ήθελαν μια αργόσυρτη ακαδημαϊκή διαδικασία, εμείς θέλαμε ταχύτητα και επείγουσες καταστάσεις (προσλάβαμε ένα σεναριογράφο του Χόλλυγουντ για να μας βοηθήσει σ’ αυτό). Αυτοί ήθελαν γραπτές οδηγίες· εμείς θέλαμε κινούμενες εικόνες σε υπολογιστές. Αυτοί ήθελαν την παραδοσιακή παιδαγωγική γλώσσσα (του είδους «σ’ αυτήν την άσκηση θα μάθεις αυτό κι αυτό…»). Ο δικός μας σκοπός ήταν να μειώσουμε απόλυτα οτιδήποτε έστω θα θύμιζε εκπαιδευτική διαδικασία.

Τελικά οι καθηγητές και οι βοηθοί τους τα κατάφεραν εξαιρετικά, αλλά λόγω της τεράστιας αλλαγής στον τρόπο σκέψης που έπρεπε να κάνουν, τους πήρε διπλάσιο χρόνο απ’ όσο είχαμε υπολογίσει ότι θα χρειαστούν. Όμως καθώς έβλεπαν και οι ίδιοι πως η προσέγγιση που τους είχαμε υποδείξει δούλευε αποτελεσματικά, η καινούργια «Ψηφιακά Αυτόχθων» μεθοδολογία έγινε και δικό τους μοντέλο σε όλο και μεγαλύτερο μέρος της διδασκαλίας – με ή χωρίς παιχνίδια – και η ταχύτητα της εξέλιξής τους αυξήθηκε θεαματικά.

Στα μαθητικά, για παράδειγμα, η κουβέντα δεν μπορεί να είναι άλλο για το αν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται υπολογιστές απ’ τους μαθητές – αυτές οι μηχανές είναι ήδη μέρος του κόσμου των Ψηφιακών Ιθαγενών – αλλά μάλλον πώς θα χρησιμοποιούνται για να ενσταλλάζονται στα μυαλά των μαθητών χρήσιμες γνώσεις. Εκεί που πρέπει να εστιάσουμε είναι τα «μελλοντικά μαθηματικά», όπως οι προσεγγιστικοί υπολογισμοί, η στατιστική, η δυαδική σκέψη.

Στη γεωγραφία – που ελάχιστους απασχολεί πια – δεν υπάρχει κανένας λόγος που μια γενιά η οποία μπορεί να απομνημονεύσει πάνω από 100 χαρακτήρες Pokemon, με όλα τους χαρακτηριστικά, την ιστορία και την εξέλιξη, δε θα μπορούσε να μάθει τα ονόματα, τις πρωτεύουσες και άλλα βασικά στοιχεία και των 101 σημαντικότερων κρατών του κόσμου. Εξαρτάται όμως απ’ το πώς θα τα βρει μπροστά της.

Πρέπει να εφεύρουμε μεθοδολογίες Ψηφιακά Ιθαγενείς για όλα τα γνωστικά αντικείμενα, σε όλα τα επίπεδα, χρησιμοποιώντας την καθοδήγηση των ίδιων των μαθητών μας. Αυτή η διαδικασία έχει ήδη ξεκινήσει – γνωρίζω καθηγητές κολλεγίων που έχουν φτιάξει παιχνίδια για να διδάξουν περιεχόμενα που αρχίζουν απ’ τα μαθηματικά και τη μηχανική και φτάνουν ως την Ιερά Εξέταση. Πρέπει επιπλέον να βρούμε τρόπους να δημοσιοποιήσουμε και να εξαπλώσουμε τις επιτυχίες τέτοιων εγχειρημάτων.

Μια συχνή αντίρρηση που ακούω από διδάσκοντες Ψηφιακά Μετανάστες είναι «μια τέτοια προσέγγιση είναι καλή όταν πρόκειται για γεγονότα, αλλά δεν πρόκειται να πετύχει στον δικό μου τομέα». Ανοησίες. Αυτό σημαίνει ορθολογισμό και έλλειψη φαντασίας. Στις διαλέξεις που κάνω περιλαμβάνω τώρα «πειράματα σκέψης», όπου καλώ καθηγητές και δασκάλους, και τους ζητάω να μου προτείνουν ένα θέμα ή γνωστικό αντικείμενο, κι εγώ προσπαθώ – επι τόπου – να εφεύρω ένα παιχνίδι ή μια άλλη Ψηφιακά Ιθαγενή μέθοδο για την εκπαίδευση πάνω σ’ αυτό. Κλασσική φιλοσοφία; Φτιάξτε ένα παιχνίδι όπου οι φιλόσοφοι αντιδικούν, και οι μαθητές θα πρέπει να προβλέψουν σωστά τι θα πει ο καθένας. Το Ολοκαύτωμα; Δημιουργείστε μια προσομοίωση / παιχνίδι ρόλων, όπου οι μαθητές συμμετέχουν στο συνέδριο στη Wannsee5Το “συνέδριο της Wannsee” είναι μια συνάντηση των σημαντικότερων ναζι αξιωματικών, που έγινε στη Wannsee, ένα προάστιο του Βερολίνου, στις 20 Γενάρη του 1942. Εκεί αποφασίστηκε η «τελική λύση για το εβραϊκό πρόβλημα», που ήταν η εξόντωση όλων των εβραίων αιχμαλώτων στις περιοχές που ήταν υπό τον έλεγχο του γερμανικού στρατού, σε στρατόπεδα εργασίας., ή ένα άλλο στο οποίο να μπορούν να νοιώσουν τον αληθινό τρόμο των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Είναι η οκνηρία των διδασκόντων – για να μην μιλήσω για ανικανότητα – που τροφοδοτεί τον ισχυρισμό πως οι τρόποι των Ψηφιακά Μεταναστών είναι οι μόνοι κατάλληλοι για διδασκαλία, και ότι η «γλώσσα» των Ψηφιακά Ιθαγενών δεν είναι τόσο καλή όσο η δική τους για την έκφραση οποιασδήποτε ιδέας και όλων.

Κατά συνέπεια, εάν οι Ψηφιακοί Μετανάστες / εκπαιδευτικοί πράγματι θέλουν να φτάσουν τους Ψηφιακούς Ιθαγενείς – που, παρεπιπτόντως, είναι όλοι οι μαθητές τους – θα πρέπει να αλλάξουν. Είναι καιρός να σταματήσουν τις γκρίνιες, και όπως λέει και το σλόγκαν της Nike, «just do it!”. Θα τα καταφέρουν μεσομακροπρόθεσμα, και οι επιτυχίες θα έρθουν ακόμα γρηγορότερα εάν οι προϊστάμενοί τους τους στηρίξουν.”


Όποιος / όποια διαβάσει και τα δύο μέρη αυτού του κειμένου, κατ’ αρχήν θα πεισθεί ότι έχει βάση – ανεξάρτητα απ’ την γνώμη που θα διαμορφώσει. Η βαθιά γνωσιολογική τομή που περιγράφει ο Marc Prensky το 2001 έχει προκληθεί απ’ την ίδια την καπιταλιστική (τεχνολογική) εξέλιξη, και δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί πως πρόκειται για κατασκεύασμα ή ιδεοληψία. Αντίθετα, ιδεοληψία είναι να μην αναγνωρίζεται σαν τέτοια – με τις τρομερές συνέπειες που έχει, είτε σκέφτεται κανείς το εκπαιδευτικό σύστημα είτε τον ανταγωνισμό σ’ αυτό.

Το δεύτερο που θα πρέπει να συνειδητοποιήσει ο αναγνώστης / η αναγνώστρια, είναι οι λόγοι που τέτοια ζητήματα δε συζητιούνται στα μέρη μας, ούτε απ’ τα αφεντικά του τωρινού εκπαιδευτικού συστήματος, ούτε απ’ τους (υποτιθέμενους…) αντιπάλους τους. Ο συνδυασμός ανοησίας και συντηρητισμού βαραίνει εξίσου πάνω στα κεφάλια των διάφορων «σοφών» που πληρώνονται για να σχεδιάσουν τον «εκσυγχρονισμό» του εκπαιδευτικού συστήματος και τα κεφάλια των διδασκόμενων. Οι πρώτοι έχουν καταφέρει να φτάσουν ως τις (ιδιαίτερα προσοδοφόρες για τους σχετικούς εργολάβους) «γιγαντοοθόνες αφής» στα σχολεία, που τις θεωρούν μάλιστα και «σπουδαίο βήμα»… Οι δεύτεροι, πάλι, μαθητές και φοιτητές, προτιμούν να ζουν μια διπλή γνωσιολογικά ζωή, που απλά καταστρέφει τη σκέψη, τα συναισθήματα και τη ζωή τους, παρά να αρνηθούν με βαθύ, κριτικό και μαχητικό τρόπο να γίνονται τα μπάζα που ρίχνονται στο χάσμα της γνωσιολογικής Αλλαγής Παραδείγματος.

Παρότι δεν είμαστε εμείς (σα συνέλευση του game over) που θα σώσουμε κανέναν, επιμένουμε και θα επιμένουμε (και) σ’ αυτό. Η (όλο και πιο άκριτη) υπεράσπιση συνολικά του «παλιού», που έχει εκ των πραγμάτων χρεωκοπήσει, αφενός είναι πολιτική και διανοητική χρεωκοπία η ίδια (άρα μέρος του προβλήματος…), αφετέρου όμως μας αφήνει – σαν κοινωνικά υποκείμενα – εντελώς ακάλυπτους μπροστά στην παρακμή του παλιού και στην επέλαση του καινούργιου, που γίνεται ήδη έξω απ’ το εκπαιδευτικό σύστημα, και κάποτε (άγνωστο πότε…) θα γίνει επίσημα κυρίαρχη εκπαιδευτικά. Ο Γκράμσι είχε γράψει κάποτε το παλιό έχει πεθάνει, το καινούργιο δεν έχει γεννηθεί, ενδιάμεσα εμφανίζονται νοσηρά φαινόμενα. Κατά τη γνώμη μας το «καινούργιο» γεννιέται διαρκώς· και εκείνο που πρέπει να διαλέξει ο καθένας είναι αν θα είναι μέρος της νοσηρότητας της μετάβασης, ή υποκείμενο της κριτικής της.