The Matrix: ψηφιακοί μεσσίες και η μεταφυσική του βιοπληροφορικού παραδείγματος

Morpheus: Let me tell you why you’re here. You’re here because you know something. What you know you can’t explain, but you feel it. You’ve felt it your entire life, that there’s something wrong with the world. You don’t know what it is, but it’s there, like a splinter in your mind, driving you mad. It is this feeling that has brought you to me. Do you know what I’m talking about?

Neo: The Matrix.

Morpheus: Do you want to know what it is?

Neo:  Yes.

Morpheus: The Matrix is everywhere. It is all around us. Even now, in this very room. You can see it when you look out your window or when you turn on your television. You can feel it when you go to work… when you go to church… when you pay your taxes. It is the world that has been pulled over your eyes to blind you from the truth.

Neo: What truth?

Morpheus: That you are a slave, Neo. Like everyone else you were born into bondage. Into a prison that you cannot taste or see or touch. A prison for your mind.

Ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα πόστερ της ταινίας. Από αριστερά προς τα δεξιά: Cypher, Morpheus, Neo και Trinity.

Αυτός είναι ο διάλογος, πριν 17 χρόνια, που εισήγαγε το κοινό των κινηματογραφικών αιθουσών στην έννοια του matrix και την καθιέρωσε στην συνέχεια ως ένα αναπόσπαστο και με πολλά σημαινόμενα στοιχείο της σύγχρονης μαζικής κουλτούρας. Ήταν το 1999 και την άνοιξη εκείνης της χρονιάς κυκλοφόρησε στις αίθουσες η ταινία των αδελφών Wachowski με τίτλο The Matrix. Η ταινία είχε τεράστια εισπρακτική επιτυχία (κι εξακολουθεί ως σήμερα να αποφέρει κέρδη στους παραγωγούς της), προκάλεσε μεγάλη αίσθηση σε σινεφίλ και μη (αίσθηση που διογκώθηκε με το πέρασμα των χρόνων, πράγμα όχι τόσο συνηθισμένο για blockbuster) και κρίθηκε ως ιδιαίτερα ριζοσπαστική κι ανατρεπτική με βάση το περιεχόμενό της.1 Ας το σημειώσουμε προκαταβολικά: η ταινία εξακολουθεί ως σήμερα να συγκαταλέγεται στις άκρως πολιτικοποιημένες ταινίες στο φάσμα της “αντίστασης” – όχι όμως για εμάς! Κατατάσσουμε το The Matrix στις αμφιλεγόμενες, αν όχι αντιδραστικές ταινίες,2 αν και αυτός δεν είναι ο σοβαρότερος λόγος που την σχολιάζουμε. Μας απασχολεί γιατί αποτέλεσε (μαζί με τα δύο sequels του 2003) κάτι σαν trailer του απογειωμένου βιοπληροφορικού παραδείγματος της εποχής μας, ένα είδος διαφημιστικής καμπάνιας υπέρ της καθολικής ψηφιοποίησης.

Τυπικά ανήκει στο είδος της περιπέτειας επιστημονικής φαντασίας και τα βασικά της θέματα είναι αφενός ο πολυπαιγμένος πόλεμος ανθρώπων-μηχανών κι αφετέρου η ύπαρξη μιας δεύτερης πραγματικότητας, παράλληλης στην αυθεντική και κυρίαρχης πάνω της, εικονικής και ηλεκτρονικά παραγόμενης. Μολονότι δεν ήταν η μόνη αξιοπρόσεκτη ταινία εκείνης της εποχής με ανάλογη θεματική (παράδειγμα το Dark City και το Truman Show του ’98 και το eXistenZ του ’99), ωστόσο αυτή ήταν η μόνη που ταυτίστηκε σε τέτοιο βαθμό με την έννοια της εικονικής πραγματικότητας, ώστε να θεωρείται δικαιολογημένα ταινία-ορόσημο της μοντέρνας ψηφιακής εποχής και κινηματογραφικό μανιφέστο πάνω στο ενδεχόμενο του ολοκληρωτικού κοινωνικού ελέγχου μέσω της τεχνολογίας.

Η πλοκή ακολουθεί την (σχεδόν αγιογραφική) πορεία του Thomas Anderson από την άγνοια και την αμφιβολία στην φώτιση κι από κει στην στράτευση (στον αγώνα “για την απελευθέρωση των ανθρώπων”). Ο ήρωας είναι ένας συνηθισμένος εργαζόμενος σε κάποια μεγάλη εταιρεία πληροφορικής, που ζει ταυτόχρονα μια “δεύτερη ζωή” ως χάκερ με το ψευδώνυμο Neo (παραφθορά του ελληνικού “Νέος” κι αναγραμματισμός του αγγλικού “One”). Εξαιτίας της διαδικτυακής του δράσης κινδυνεύει να συλληφθεί από τους (ιδιαίτερους στις ικανότητές τους) πράκτορες κάποιος απροσδιόριστης υπηρεσίας, αλλά σώζεται τελευταία στιγμή χάρη στην επέμβαση ενός διαβόητου χάκερ, του Morpheus, και μιας αινιγματικής γυναίκας, της Trinity.

Ο Morpheus είναι αυτός που αποκαλύπτει στον Neo την τρομερή πραγματικότητα. Ότι κάποια απροσδιόριστη στιγμή στο παρελθόν, η κατασκευή της τεχνητής νοημοσύνης κατέληξε στον πόλεμο ανθρώπων-μηχανών, την καταστροφή του περιβάλλοντος και την νίκη των νοημόνων μηχανών. Οι άνθρωποι είναι πλέον σκλάβοι που δεν γεννιούνται αλλά καλλιεργούνται και συντηρούνται μέσα σε δεξαμενές προκειμένου οι μηχανές να εκμεταλλεύονται την ενέργεια που παράγει το ανθρώπινο σώμα. Για να διατηρούν την νάρκωση και τον έλεγχο των ανθρώπων, οι μηχανές τους κρατούν μόνιμα συνδεδεμένους σε ένα εξελιγμένο σύστημα εικονικής πραγματικότητας, το matrix, που αναπαριστά την κοινωνική ζωή έτσι όπως ήταν στα 1999, ενώ μόνο ελάχιστοι έχουν καταφέρει να αποδράσουν και ζουν στην διαρκώς απειλούμενη “τελευταία πόλη των ανθρώπων”, την Zion (Σιών). Ο Morpheus αποκαλύπτει την ύπαρξη μιας “προφητείας” που προλέγει την έλευση ενός “εκλεκτού”, του Neo εν προκειμένω, ο οποίος θα έχει την δυνατότητα να μετασχηματίζει κατά το δοκούν το matrix και θα βάλει τέλος στην κυριαρχία των μηχανών.

Όταν επισκέπτονται την “προφήτη”, προκειμένου να ελέγξει αν ο Neo είναι όντως ο “εκλεκτός”, ένας από την ομάδα του Morpheus τους προδίδει στους πράκτορες, που είναι στην πραγματικότητα έξυπνα προγράμματα προστασίας του matrix, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να συλληφθεί και να απειλείται πλέον η ίδια η ύπαρξη της “αντίστασης” και της Zion. Ο Neo τότε, συνειδητοποιώντας βήμα-βήμα τον ρόλο του ως “εκλεκτού”, οργανώνει μια παράτολμη επιχείρηση διάσωσης μέσα στο matrix, όπου θα πρέπει να αντιμετωπίσει τους πράκτορες κι ιδιαίτερα τον θανάσιμο εχθρό του, τον Agent Smith. Καταφέρνει να απελευθερώσει τον Morpheus, αλλά στην αναμέτρηση του με τον Smith, πάντα μέσα στο matrix, πυροβολείται θανάσιμα, πεθαίνει εξίσου στην πραγματική ζωή, αλλά τελικά “ανασταίνεται” χάρη στην βοήθεια της Trinity. Στο τέλος εξουδετερώνει τον Agent Smith (κυριολεκτικά τον αφομοιώνει μέσα στο προγραμματιστικό περιβάλλον του matrix) και πλέον αποκτά όλο το εύρος των δυνατοτήτων που του είχε αποδώσει η “προφητεία”.

Η ταινία κλείνει με ένα “πολεμικό διάγγελμα” που απευθύνει προς τις μηχανές ο Neo και τον ίδιο να απογειώνεται και να πετάει μέσα στο matrix υπό τους ήχους του Killing in the name των Rage against the machine…

Η κλασσική σκηνή του κόκκινου και του μπλε χαπιού. Χαρακτηριστική αναφορά στην “Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων”.
ένα εκθαμβωτικό συνονθύλευμα
(ή αλλιώς: ένα οπτικό ποτ-πουρί θρησκείας, φιλοσοφίας και πολιτικής)

Το The Matrix σίγουρα δεν είναι αριστούργημα, ακόμη και με ελαστικά καλλιτεχνικά κριτήρια και δεν μπορεί να θεωρηθεί ούτε κατά διάνοια ανάλογο ή έστω συγγενικό ταινιών όπως η 2001: A Space Odyssey, παρά τους ορκισμένους θαυμαστές της. Παρόλα αυτά έχει επιδείξει μια εντυπωσιακή κι ανθεκτική στο χρόνο διεισδυτικότητα σε ένα πλήθος ετερόκλητων έως ριζικά αντιθετικών κοινών. Ασφαλώς, η χρονική συγκυρία που κυκλοφόρησε η ταινία έπαιξε τον ρόλο της. Το 1999 ήταν το ψυχολογικό όριο ανάμεσα στο τετριμμένο “παλιό” και το συναρπαστικό “μοντέρνο” που είχε υποσχεθεί κάθε ιστορία μελλοντολογικού περιεχομένου του 20ου αιώνα. Ήταν η χρονιά που ξέσπασε ο πρώτος μαζικός φόβος με αντικείμενο το διαδίκτυο και την πληροφορική, με αφορμή τον “ιό του 2000” και την απειλή μιας επικείμενης κατάρρευσης των ηλεκτρονικών δικτύων. Το νέο βιοπληροφορικό παράδειγμα ήταν πλέον αρκετά ώριμο, αλλά όχι τόσο κοινωνικά παγιωμένο· η έκρηξη των social media, των έξυπνων συσκευών και της γενικευμένης ψηφιακής μεσολάβησης απείχε ακόμη, χωρίς όμως να απουσιάζει. Το The Matrix κατάφερε να αποδώσει το πνεύμα, με υπερβολικά κραυγαλέο τρόπο βέβαια, της καθολικής ψηφιοποίησης και “κούμπωσε” τόσο ταιριαστά με την εποχή εκείνη, ώστε να είναι βάσιμη η απορία αν η ταινία απλά συνέλαβε τις υπαρκτές τάσεις ή αν ήταν κάποιου είδους trial test μιας προσχεδιασμένης κατεύθυνσης, προκειμένου να μετρηθούν στάσεις κι αντιδράσεις.

Ένας λόγος που εξηγεί την απήχηση της ταινίας έχει να κάνει καθαρά με τα κινηματογραφικά χαρακτηριστικά της. Η προσεκτική σκηνοθεσία ενός φαντασμαγορικού θεάματος, με επικές σαν χορογραφίες σκηνές δράσεις και καταιγισμό ειδικών εφέ (πρωτοποριακών για την εποχή τους και τεχνολογικά πρωτότυπων) έδρασε σαν αισθητηριακό φλασάκι στα μάτια των θεατών, “ανανέωσε το είδος της sci-fi” σύμφωνα με την σινεφίλ αργκό κι έθεσε νέα στάνταρ στις κινηματογραφικές παραγωγές.

Αλλά ακόμη περισσότερο μέτρησε το ίδιο το περιεχόμενο της ταινίας και η ανάπτυξη του ως ένα περίπλοκο μωσαϊκό θρησκευτικών, φιλοσοφικών και πολιτικών αναφορών. Οι σημειολογίες του ιουδαιο-χριστιανισμού, του μεσσιανισμού, του ινδουισμού, του βουδισμού, του γνωστικισμού και του συγκρητισμού διατρέχουν όλη την ταινία, πείθοντας εξίσου πιστούς διαφορετικών θρησκειών ότι η ταινία αποτελεί (μετα)μοντέρνα κινηματογραφική μεταφορά του δόγματός τους. Για παράδειγμα, το σχήμα της “τριάδας”, της “προφητείας”, της αναμενόμενης έλευσης του “εκλεκτού”, της “θυσίας” και “ανάστασής” του δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ερμηνεία για το που παραπέμπει. Σε φιλοσοφικό επίπεδο, έχει υποστηριχτεί ότι η ταινία δεν είναι τίποτε λιγότερο από μεταφορά της καρτεσιανής υπόθεσης του κακόβουλου δαίμονα, ότι δηλαδή η προσλαμβάνουσα πραγματικότητα μπορεί να είναι το αποτέλεσμα μιας ψευδαίσθησης που κατασκεύασε κάποιο μοχθηρό πνεύμα προκειμένου να μας εξαπατήσει. Ή μεταφορά της πλατωνικής αλληγορίας του σπηλαίου, με μια ομάδα ανθρώπων που ζουν αλυσοδεμένοι στο βάθος μιας σπηλιάς, κοιτώντας διαρκώς το τοίχωμα και συλλαμβάνοντας την πραγματικότητα μόνο μέσα από σκιές. Ή μεταφορά του πιο μοντέρνου υποθετικού πειράματος με τον εγκέφαλο στην δεξαμενή (ένας ζωντανός εγκέφαλος που συντηρείται σε μια δεξαμενή κι όλα του τα αισθητηριακά ερεθίσματα προέρχονται από έναν υπολογιστή). Το ίδιο φερέγγυα έχει υποστηριχτεί ότι όλη η ταινία διαπνέεται από την Κριτική του Ορθού Λόγου του Καντ, κυρίως σε ό,τι έχει να κάνει με την δυσκολία διάκρισης μεταξύ της αλήθειας και ψευδών αντιλήψεων.

Το έργο Simulacres et Simulation του 1981 (με το οποίο ο γάλλος Ζαν Μπωντριγιάρ υποστηρίζει ότι η σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα έχει συμβολοποιηθεί τόσο, ώστε έχει διαβρωθεί κάθε νόημα και η ανθρώπινη εμπειρία έχει ξεπέσει πλέον σε μία προσομοίωση της πραγματικότητας) έχει θεωρηθεί κύρια πηγή έμπνευσης του matrix, αν και ο ίδιος ο Μπωντριγιάρ έχει υποστηρίξει ότι η ταινία παρανοεί και διαστρεβλώνει το έργο του. Από το Simulacres et Simulation προέρχεται εξάλλου και η πλέον διάσημη ατάκα της ταινίας: welcome to the desert of the real (που για πολύ καιρό είχε γίνει καραμέλα σε κάθε είδους πολιτικό κείμενο). Κι επειδή ο Μπωντριγιάρ είχε με την σειρά του βασιστεί (και διαστρέψει) την Κοινωνία του Θεάματος, οι καταστασιακές παραπομπές είναι ολοφάνερες, εξίσου με μαρξιστικά, αναρχικά μέχρι και νετσαγεφικά σημαίνοντα που είναι διάσπαρτα στην ταινία. Εξίσου εμφατικές είναι οι παραπομπές στην Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων, στο εικαστικό έργο του Escher, στο Metropolis, στην αρχαιοελληνική μυθολογία, στις θεωρίες συνωμοσίας και στην cyber-punk λογοτεχνία (ιδιαίτερα στον Νευρομάντη του Gibson, τον οποίο οι σκηνοθέτες έχουν λεηλατήσει και κακοποιήσει).

Η επιστράτευση ενός τόσο αλλοπρόσαλλου κι αντιφατικού ρεπερτορίου παραπομπών κι αναφορών επί παντός επιστητού, το μόνο που δεν είχε σαν αποτέλεσμα ήταν η παραγωγή ενός συνεκτικού κινηματογραφικού μανιφέστου, όπως θέλουν να πιστεύουν οι θαυμαστές της σχετικής μυθολογίας. Στοιχειώδες: αν βάλεις στο ίδιο μείγμα προφητείες περί εκλεκτού και βουδιστές μοναχούς που λυγίζουν κουτάλια μαζί με κριτική στο θέαμα κι εξέγερση ενάντια στο καθολικό πανοπτικό, τότε αυτό που μαγειρεύεται είναι η σύγχυση, όσες ψηφιακές μονομαχίες κι αν προστεθούν στην συνταγή. Το The Matrix δεν σερβίρει διανόηση, αλλά ψευτο-διανοουμενισμό. Ο μυστικισμός των θρησκευτικών δοξασιών σε συνδυασμό με ριζοσπαστικές πολιτικές θεωρήσεις δεν οδηγεί σε κάποιου είδους (έτσι κι αλλιώς εξωφρενικής, παράλογης κι αδιανόητης) “πνευματικής αναβάθμισης” των δεύτερων, αλλά στην παραγωγή καθαρής μεταφυσικής!

Αλλά ας μην κάνουμε το λάθος να ξεμπερδεύουμε με την ταινία, χρεώνοντάς της απλά ένα χολιγουντιανών διαστάσεων χάος. Γιατί οι διανοουμενίστικες κι ιδεαλιστικές ακροβασίες και λαθροχειρίες του The Matrix αποδεικνύονται εκ του αποτελέσματος και σκοπούμενες και εύστοχες. Εφόσον το κεντρικό θέμα της πλοκής είναι η τεχνολογία και το σχηματοποιούμενο (εκείνη την εποχή) βιοπληροφορικό παράδειγμα, τότε το πλέγμα της μεταφυσικής που περιβάλλει την ταινία καταφέρνει να μετατοπίσει το θέμα από το γειωμένο πεδίο της κριτικής στην απόκοσμη σφαίρα του μαγικού. Αυτή ήταν άλλωστε η επιτυχία της ταινίας: ήταν μαγευτική! Όχι με την έννοια ότι πρόσφερε ένα εξαιρετικό θέαμα, αλλά επειδή κατόρθωσε την μάγευση ενός άκρως πολιτικού θέματος όπως η γενικευμένη ψηφιακή μεσολάβηση των κοινωνικών σχέσεων. Γι’ αυτό εξάλλου τόσοι πολλοί άνθρωποι, από τόσες πολλές διαφορετικές αφετηρίες, με τόσους πολλούς διαφορετικούς προσανατολισμούς, είδαν τόσα πολλά σε αυτή την ταινία. Ριζοσπάστες ακτιβιστές, οπαδοί των θεωριών συνωμοσίας, ευαισθητοποιημένοι φιλελεύθεροι, εχθροί των πολυεθνικών, τζάνκια του διαδικτύου, μεταμοντέρνοι θρησκευόμενοι, εχθροί του αντίχριστου ή της παγκοσμιοποίησης, κήρυκες της βίαιης δράσης, τρόφιμοι των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων και σταρ της διανόησης, όλοι μα όλοι θεώρησαν ότι το The Matrix “είναι η δικιά τους ταινία”. Ακριβώς επειδή μαγεύτηκε, κάθε θεατής είδε στην ταινία ακριβώς αυτό που ήθελε να δει· κι ελάχιστοι κατανόησαν έγκαιρα τι ακριβώς πρέσβευε η μυθολογία του matrix. Γιατί ο ψευτοπολιτικός διανοουμενισμός από την μία και η τεχνο-μάγευση από την άλλη, απογυμνώνουν το δήθεν ανατρεπτικό νόημα της ταινίας κι αποκαλύπτουν το πραγματικό, οικτρό περιεχόμενο: το The Matrix ήταν διαφήμιση της ψηφιακής μεσολάβησης, όχι καταγγελία της. Θα το επιβεβαιώσουμε, εξετάζοντας συγκεκριμένες πτυχές της μυθολογίας του matrix (με αναφορές κυρίως στην ομώνυμη ταινία, αλλά και στις δύο επόμενες, όπου χρειάζεται).

στον κόσμο της γενικευμένης εικονικότητας, το αληθινό είναι μία στιγμή του ψεύτικου

Ο θάνατος της ιστορίας. Ενώ έχουν συμβεί δραματικά γεγονότα κι έχουν προηγηθεί εξελίξεις κατακλυσμιαίων διαστάσεων, η ιστορία εμπλέκεται στην πλοκή μία μοναδική φορά κι εκεί αποσπασματικά, σιβυλλικά, σαν μια απλή αναφορά. “Έχουμε μόνο κομμάτια και θραύσματα πληροφοριών” λέει ο Morpheus στον Neo, στην αρχή της κατήχησής του, για να δικαιολογήσει την άγνοιά τους.3 Δικαιολογημένη, θα πει κάποιος· ο ανθρώπινος, πολιτισμένος κόσμος έχει πεθάνει, οι μηχανές έχουν τον έλεγχο και η “αντίσταση” δεν είναι παρά μια χούφτα πρώην σκλάβοι που αγωνίζονται ενάντια σε τρομερές αντιξοότητες.

Σωστά, αλλά οι αντιξοότητες αυτές δεν φαίνεται να εμποδίζουν τους “ελεύθερους ανθρώπους” από το να έχουν αυξημένη πρόσβαση σε υψηλή τεχνολογία, τόσο εντός όσο κι εκτός matrix, την οποία προφανώς κλέβουν από τις μηχανές, επιδεικνύοντας υψηλού επιπέδου ικανότητες στην παραβίαση αυστηρά φρουρούμενων συστημάτων. Επιπλέον, είναι λογικό στο ίδιο το matrix να υπήρχαν αναλυτικές καταγραφές του παρελθόντος, επειδή απλούστατα κανένα λειτουργικό σύστημα δεν μπορεί να δουλέψει χωρίς λεπτομερειακό log file. Επομένως, η άγνοια της ιστορίας που χαρακτηρίζει τους πρωταγωνιστές δεν είναι αποτέλεσμα της τραγικής τους κατάστασης, αλλά συνειδητή επιλογή αδιαφορίας. Δεν είναι τεχνικό ζήτημα, με την έννοια ότι θα μπορούσαν – υπήρχε τρόπος – αλλά δεν. Είναι πολιτικό μήνυμα απαξίωσης της ιστορίας κι αποδεικνύεται εξάλλου από το πνεύμα που διαπνέει την αντίσταση: οι μηχανές έχουν τον έλεγχο – ψάχνουμε τον “εκλεκτό” – θα καταστρέψει το matrix. Αυτό, τελεία, όλα παίζονται τώρα! Πόσο μάλλον όταν αποκαλύπτεται (στα sequels) ότι είναι η έκτη φορά (!) που επαναλαμβάνεται η διαμάχη matrix-ανθρώπων και η “έλευση του εκλεκτού”. Έτσι το ζωντανό στοιχείο της ιστορίας επιδεικνύει μια συνεπέστατη κι ευσυνείδητη προσπάθεια να δρα καθηλωμένο σ’ ένα διαρκές παρών που εκτείνεται στο διηνεκές. Το ιστορικό βάρος είναι μηδέν, τώρα είναι που επείγει να συμβούν όλα: αυτό είναι το μήνυμα της “αντίστασης”. Αυτού του τύπου η συμπεριφορά δεν θα πρέπει να μας ξενίζει, ούτε βέβαια να την μεταφράζουμε σε ριζοσπαστισμό· είναι ακριβώς αυτή που χαρακτηρίζει τα σύγχρονα κοινωνικά δίκτυα, τις σχέσεις που συναρθρώνονται ψηφιακά και την πολιτική που παράγει ο κυβερνοχώρος: η δικτατορία του επείγοντος και η τυραννία του παρόντος, αυτό είναι το “θετικό” μήνυμα που πρόβαλλε “προφητικά” το matrix.

Η “απελευθέρωση του μυαλού”, ως προϋπόθεση της διδασκαλίας του Neo. Τυπικό σύνθημα που απηχεί “άρωμα” των αρνήσεων του ’60, έτσι όπως έχει οικειοποιηθεί από την κυρίαρχη κουλτούρα και τον διαφημιστικό λόγο. Παράδειγμα το παρακάτω απόσπασμα, από το blog της εταιρίας Benetton: “Απελευθέρωσε το μυαλό σου! Φτιάξε τον κόσμο που χρειάζεσαι για να κάνεις τα όνειρά σου πραγματικότητα και βάδισε στο μονοπάτι των επιθυμιών μέχρι το τέρμα! Βάλε όρια σε αυτούς που προσπαθούν να σε σταματήσουν απ’ το να φτιάξεις έναν νέο εαυτό, μην σταματάς να ονειρεύεσαι… μπορείς να το κάνεις…”

Η κοινωνική προσωπικότητα ενάντια στην ψηφιακή προσωπικότητα. Τα βασικά στοιχεία που δομούν την πλοκή της ταινίας είναι μία σειρά από διπολικές, μανιχαϊκές συγκρούσεις που φωτίζονται κατάλληλα ώστε να είναι ολοφάνερες η “καλή” και η “κακή” πλευρά. Η πιο χαρακτηριστική είναι η σύγκρουση μεταξύ του Neo και του Agent Smith: ο πρώτος θέλει την απελευθέρωση των ανθρώπων, ο δεύτερος την καταστροφή της “τελευταίας πόλης”τους· ο πρώτος είναι άνθρωπος, ο δεύτερος πρόγραμμα. Αλλά αν κοιτάξουμε προσεκτικά θα διαπιστώσουμε ότι δεν είναι τόσο ακραίες οι διαφορές τους, αντίθετα μοιάζουνε. Πολύ περισσότερο: ταυτίζονται, αφού πρόκειται βασικά για το ίδιο βιοπληροφορικό υποκείμενο. Όταν ο Smith ανακρίνει τον Morpheus, σε μια στιγμή ειλικρινούς εξομολόγησης του ισχυρού απέναντι στον αδύναμο, του αποκαλύπτει ποια είναι τα κίνητρά του: “Μισώ αυτό το μέρος… αυτή τη φυλακή… αυτή την πραγματικότητα… όπως κι αν λέγεται. Δεν την αντέχω πια… Πρέπει να βγω από δω μέσα. Πρέπει να βρω την ελευθερία μου.” Η φωνή που απαγγέλει μπορεί να είναι του Smith, αλλά αυτό το νήμα σκέψης ανήκει στον Neo και είναι ακριβώς η περιγραφή των δικών του κινήτρων που τον ωθούν εξαρχής. Οι ενέργειες και των δύο συγκλίνουν στο ίδιο, στην διάρρηξη του matrix. Η ανομολόγητη ταύτιση των δύο “εχθρών”, φανερώνεται εξάλλου από τον τρόπο που επιλύεται η διαμάχη τους. Δεν νικάει κανείς, δεν αλληλοκαταστρέφονται, αλλά αντίθετα συγχωνεύονται σε μία ενιαία υπόσταση και μ’ αυτή την νέα υπόσταση είναι που ο Neo γίνεται πράγματι ο “εκλεκτός”. Θα μπορούσαμε να το διατυπώσουμε αλλιώς: ο βιολογικός εαυτός, περιορισμένος κι αδύναμος, αποκτά ενισχυμένες ικανότητες μέσω της τεχνολογίας και μεταμορφώνεται σ’ ένα οργανικό-ψηφιακό υβρίδιο, έναν νέο ανθρωπολογικό τύπο που ζει και κινείται άνετα τόσο στον φυσικό χώρο, όσο και στον κυβερνοχώρο. Να λοιπόν ποιος είναι ο πραγματικός ήρωας του The Matrix.4

Αλήθεια εναντίον virtual reality. Είναι πράγματι το σχήμα που παρουσιάζει η ταινία το πόσο φριχτή είναι η ψεύτικη ζωή στο matrix και πόσο αυταπόδεικτα προτιμότερη η σκληρή αλήθεια; Ή μήπως στην πραγματικότητα αυτό που με μαεστρία αφηγείται είναι οι αρνητικές συνέπειες του διχασμού ανάμεσα στα δύο επίπεδα και η αναγκαιότητα οργανικής σύμφυσής τους; Ας το εξετάσουμε, προσπερνώντας τις εύκολες ηθικολογικές απαντήσεις που προτείνει το σενάριο. Η Zion (Σιών), η “τελευταία πόλη” των ελεύθερων ανθρώπων, παρουσιάζεται ως το αντίθετο του matrix. “Εγώ κι ο αδελφός μου είμαστε 100% αγνοί, φτιαγμένοι με τον πατροπαράδοτο τρόπο  άνθρωποι. Γεννηθήκαμε ελεύθεροι εδώ, στον ελεύθερο κόσμο. Γνήσια παιδιά της Zion… Αν ο πόλεμος τελείωνε αύριο, η Zion είναι το μέρος που θα γινόταν το πάρτι” καυχιέται με υπερηφάνεια ένα από τα μέλη της ομάδας του Morpheus. Πέρα από αναφορές σε αυτήν, η ίδια η πόλη εμφανίζεται διεξοδικότερα στην δεύτερη ταινία. Βρίσκεται στα έγκατα της γης, οι πόροι της είναι εξαιρετικά περιορισμένοι κι έξω από την ίδια το μόνο πεδίο όπου υπάρχει δυνατότητα κίνησης και δράσης είναι το δίκτυο των παλιών υπονόμων των κατεστραμμένων πόλεων.
Ενώ λοιπόν η ζωή στην “πόλη” είναι πρακτικά αυτή των θαμμένων ζωντανών, η ζωή στο matrix συνεχίζεται όπως ακριβώς στα τέλη του 20ου αιώνα, με την ρουτίνα της, τις ευκολίες και τις δυσκολίες της. Ναι, αλλά η μία είναι αυθεντική, γνήσια – θα αντιτείνει καλοπροαίρετα κάποιος – ενώ η άλλη ψευδαίσθηση. Αν είναι έτσι, τότε ο ίδιος ο Morpheus, η “φωνή της γνώσης”, φροντίζει να ακυρώσει τις όποιες διαφορές. “Τι είναι “αληθινό”; Πώς προσδιορίζεις το “αληθινό”; Αν μιλάς για το τι αισθάνεσαι, τι μπορείς να μυρίσεις, να γευτείς και να δεις, τότε το “αληθινό” είναι απλά ηλεκτρικά σήματα που ερμηνεύει ο εγκέφαλός σου” λέει κάποια στιγμή στον Neo, θολώνοντας τα όρια μεταξύ πραγματικότητα και virtual reality.

Ναι, αλλά – θα επιμένει ο ίδιος καλοπροαίρετος – στο matrix οι άνθρωποι είναι σκλάβοι και τυφλοί μες στην άγνοιά τους, ενώ οι άνθρωποι της Zion, παρά την σκληρή ζωή, είναι ελεύθεροι και κύριοι της μοίρας τους. Αλήθεια; Γιατί στην Zion μπορεί να οργανώνουν τρομερά πάρτι, αλλά έτσι όπως παρουσιάζεται δεν είναι παρά μια μιλιταριστική μικρο-κοινωνία, δομημένη στρατιωτικά γύρω από την απειλή επίθεσης από τις μηχανές, στην οποία την εξουσία ασκεί ένα συμβούλιο αυθεντιών που παραπέμπει σε γερουσία ή αριστοκρατία. Με την εξαίρεση των λίγων πληρωμάτων που κυκλοφορούν στους υπονόμους και μπαινοβγαίνουν στο matrix, η πλειοψηφία είναι καθηλωμένη σε ένα καθεστώς αδράνειας, παθητικότητας και μοιρολατρίας. Η σύγκριση με το matrix είναι εδώ συντριπτική. Πρακτικά στην Zion δεν συμβαίνει τίποτε, αντίθετα στον ψηφιακό κόσμο διεξάγεται όλη η καθοριστική δράση και συμβαίνουν όλες οι εξελίξεις που έχουν σημασία. Σωστά – πεισματικά συνεχίζει ο καλοπροαίρετος – αλλά αυτό είναι το αντίτιμο της αντίστασης στις μηχανές και της υπεράσπισης της ελευθερίας τους. Ελευθερία; Μα η υψηλότερη αποστολή της “αντίστασης”, πέρα από τον σποραδικό απεγκλωβισμό ατόμων από το matrix, είναι η αναζήτηση του “εκλεκτού”· η “προφητεία” είναι που δίνει πνοή ζωής στην Zion και η ελπίδα της έλευσης του “ενός”. Πόση περισσότερη “ελευθερία” υπάρχει σε ζωές ταγμένες σε προφητείες για σταλμένους από την μοίρα σωτήρες, σε σχέση με ζωές γεμάτες ψευδαισθήσεις;

Ακόμη και η Trinity, η ηρωίδα με τις απίστευτες ικανότητες που μέσα στο matrix είναι διαβόητη χάκερ και σκληρός αντίπαλος των πρακτόρων, στην πεζή πραγματικότητα ξεπέφτει απλά σε αυτή που “θα ερωτευτεί τον εκλεκτό” σύμφωνα με όσα της αποκάλυψε η “προφήτης”.5 Τι εκπληκτική, φεμινιστική προσέγγιση, μιας “ελεύθερης” γυναίκας! Και συνάμα, τι αριστοτεχνική αντιπαράθεση της πραγματικής με την εικονική ζωή: εκεί που υπάρχει “ελευθερία” δεν υπάρχει ζωή και εκεί που υπάρχει “ζωή” δεν υπάρχει ελευθερία. Αυτό υποστηρίζει ουσιαστικά η ταινία. Επομένως; Η απάντηση που υπαινικτικά διατυπώνεται βρίσκεται στην άρση αυτού του ολέθριου διχασμού ανάμεσα στην πεζή αλήθεια και την εικονική εκδοχή της. Εφόσον το βιοπληροφορικό παράδειγμα είναι πλέον τόσο ισχυρό  και η ζωή έχει τόσο τεχνολογικοποιηθεί, τότε αποδεχτείτε την εικονική πραγματικότητα για να μην καταλήξετε σχιζοφρενείς! Ακόμη κι ο Μπωντριγιάρ, με το έργο του που τόσο επηρέασε την ταινία, το ίδιο πραγματεύεται: την δυνατότητα αλλαγής του συστήματος από τα μέσα, χωρίς την ανάγκη ριζικής ανατροπής, την οποία κρίνει πλέον αδύνατη…

κατασκευάζοντας προκαταβολικά τον “εχθρό” του βιοπληροφορικού παραδείγματος

Εκτός από τα σπαράγματα της κριτικής στην κοινωνία του θεάματος που εμφανίζονται αποσπασματικά στην ταινία, ανάκατα με θρησκευτικές και φιλοσοφικές δοξασίες για να εξηγήσουν το matrix, οι καταστασιακοί είπαν και άλλα ακόμη για την εποχή μας, τα οποία οι σκηνοθέτες, για το δικό τους καλό, φρόντισαν επιμελώς να αποφύγουν. Για παράδειγμα, ο Γκυ Ντεμπόρ στο βιβλίο του Σχόλια Πάνω στην Κοινωνία του Θεάματος, αναφερόμενος στην σύγχρονη δημοκρατία γράφει το εξής: “Αυτή η τόσο τέλεια δημοκρατία κατασκευάζει η ίδια τον μυστηριώδη εχθρό της… Στην πραγματικότητα προτιμάει να κριθεί σε σχέση με τους εχθρούς της παρά σε σχέση με τα αποτελέσματά της”.
Το σχόλιο αυτό, με κάθε απαραίτητη αναγωγή, συνοψίζει με μεγάλη ακρίβεια την ουσία της μυθολογίας του matrix. Θα μπορούσαμε να το θέσουμε ως εξής: η κοινωνία της γενικευμένης βιοπληροφορικής μεσολάβησης, αφού πρώτα κατασκεύασε μία εικόνα του εαυτού της, στη συνέχεια κατασκεύασε την εικόνα ενός εχθρού στα μέτρα της, ώστε μέσα από την εικονική αντιπαράθεση των δύο να προκύψει τελικά ένα σημείο ισορροπίας κατάλληλο και λειτουργικό τόσο για τους οπαδούς όσο και τους αντιπάλους της. Η κινηματογραφική αναπαράσταση αυτής της αλληλουχίας είναι ακριβώς η ταινία The Matrix.

Το φινάλε της τριλογίας (που απογοήτευσε τους θαυμαστές της, αλλά απείχε τέσσερα χρόνια από την εισαγωγή, ώστε να μένει αλώβητη η αίγλη της πρώτης ταινίας) είναι αποκαλυπτικό. Ο “εκλεκτός” μετά από μία οδύσσεια καταλήγει σε ανακωχή με τις μηχανές, προκειμένου να υπάρξει “ειρήνη”, με την προϋπόθεση πώς όσοι άνθρωποι το επιλέξουν θα μπορούν να αποσυνδεθούν από το matrix. Το καθεστώς της σκλαβιάς παραμένει, αλλά αν κάποιοι σκλάβοι το θελήσουν, μπορούν να φύγουν… Θρίαμβος! Το matrix μένει αλώβητο στη θέση του, με κάποιες απαραίτητες διορθώσεις, δίνοντας για αντάλλαγμα την παροχή πλαστών εισιτηρίων προς την ατομική σωτηρία. Με πολιτικούς όρους, θα χαρακτηρίζαμε όλο το concept ως μια διαδικασία κρίσης / αναδιάρθρωσης του συστήματος. Με ποδοσφαιρικούς, θα λέγαμε, ότι ο αγώνας ήταν στημένος…

Καταλήγουμε λοιπόν στο σημείο απ’ το οποίο ξεκινήσαμε. Παρά την ψευδο-πολιτική συγκίνηση και τα αντιστασιακά ρίγη που προκάλεσε, παρά τον ξέχειλο διανοουμενισμό, το The Matrix αποδεικνύεται μια εξαιρετικά αμφιλεγόμενη και αντιδραστική ταινία. Γιατί εισάγει την μεταφυσική στην τεχνολογία και μεταμορφώνει την γενικευμένη τεχνολογικοποίηση των κοινωνικών σχέσεων σε μαγική τελετουργία και μυστικιστική εμπειρία. Γιατί προκρίνει έναν τεχνολογικό ντετερμινισμό που καταλήγει νομοτελειακά κι αναπόδραστα στην κυριαρχία της ψηφιακής και εικονικής πραγματικότητας, ενώ ταυτόχρονα υποβιβάζει τις ζωντανές κοινωνικές σχέσεις σε απλά εξαρτήματα-προεκτάσεις αυτής της virtual reality. Γιατί τέλος προ-καθορίζει έναν εχθρό-καρικατούρα της βιοπληροφορικής ολοκλήρωσης, φτιαγμένο στα μέτρα της και προορισμένο να δρα μόνο διορθωτικά.

Η τελευταία σκηνή της ταινίας6 δείχνει τον Neo να στέλνει ένα μήνυμα προς το καθεστώς των μηχανών, ταυτόχρονα με μια υπόσχεση προς τους ανθρώπους-σκλαβους του matrix. “Δεν ήρθα να σας πω πώς θα τελειώσει. Ήρθα να σας πω πώς θα ξεκινήσει… Θα δείξω στους ανθρώπους αυτό που δεν θέλετε να δουν… Ένα κόσμο χωρίς εσάς. Έναν κόσμο χωρίς κανόνες και ελέγχους, χωρίς σύνορα και περιορισμούς. Έναν κόσμο όπου τα πάντα είναι πιθανά”. Είναι παράξενο που ο λαμπρός κόσμος που υπόσχεται ο “εκλεκτός” μοιάζει τόσο πολύ με αυτόν που διαφημίζουν οι θιασώτες της γενικευμένης ψηφιακής μεσολάβησης;

Harry Tuttle
cyborg #06 – 06/2016

  1. Είναι εντυπωσιακός ο αριθμός των μελετών που έχουν γραφτεί προσπαθώντας να ερμηνεύσουν την ταινία από κάθε πιθανή κι απίθανη φιλοσοφική, ψυχολογική, θεολογική και πολιτική οπτική. Ήδη από τότε που κυκλοφόρησε και μέχρι σήμερα, το The Matrix έγινε ένα είδος case study μέχρι του σημείου να χρησιμοποιείται σε σχολές ανθρωπιστικών σπουδών ως απάντηση στην φτώχια αναφορών σε κλασσικά έργα που χαρακτηρίζει τους σημερινούς σπουδαστές. Μέχρις κι ο πολύς Ζλαβόι Ζίζεκ έγραψε βιβλίο με τίτλο κλεμμένο από την ταινία. Δεν ξέρουμε αν υπάρχουν σοβαροί άνθρωποι που να θεωρούν ότι η ταινία χαρακτηρίζεται από πλούσιο περιεχόμενο, πάντως σε μας αποκαλύπτει απλά την απύθμενη διανοητική ένδεια των σύγχρονων “στοχαστών”. ↩︎
  2. Των αδελφών Wachowski είναι ακόμη μία ταινία εξίσου αμφιλεγόμενη – και κατά τη γνώμη μας εξαιρετικά αντιδραστική – το V for Vendetta. Όπως και το matrix, το V for Vendetta θεωρήθηκε άκρως πολιτικοποιημένη, έως “αναρχική” ταινία κι επηρέασε έντονα την μαζική κουλτούρα, με διάφορες οργανώσεις να υιοθετούν ατόφια τα σύμβολα της ταινίας στις κινητοποιήσεις τους (ας πρόσεχαν!). Οι αδελφοί Wachowski είχαν σχεδιάσει το όλο concept, έγραψαν το σενάριο κι έκαναν την παραγωγή, ενώ η σκηνοθεσία ήταν ενός στενού συνεργάτη τους. ↩︎
  3. Μόνο στην ταινία Animatrix (2003), μια συλλογή εννιά animations μικρού μήκους που συμπλήρωνε την τριλογία του matrix, γίνεται μια πιο εκτεταμένη αναφορά στον διαβόητο πόλεμο ανθρώπων-μηχανών. Εκεί αποκαλύπτονται κάποια ενδιαφέροντα στοιχεία, που θα μπορούσαν να κλονίσουν κάπως την εικόνα που είχαν σχηματίσει οι περισσότεροι θεατές για τον πόλεμο. Σε δύο ιστορίες (The Second Renaissance, 1 & 2) τα ρομπότ παρουσιάζονται σαν μια νέα κάστα δούλων, ενώ οι άνθρωποι βουτηγμένοι στην παρακμή και την αλαζονεία. Μετά την δολοφονία ενός “αφέντη” από το ρομπότ του, ξεκινάει ένα πογκρόμ ανθρώπων εναντίων ρομπότ, όπου οι πρώτοι περιγράφονται κανονικά με όρους φασιστικού όχλου. Τα εναπομείναντα ρομπότ καταφεύγουν στην έρημο, χτίζουν τη δική τους πόλη και κατορθώνουν να στήσουν μια ανθηρή οικονομία. Στις προτάσεις που κάνουν για μια ειρηνική συνύπαρξη και “συμβίωση” με το ανθρώπινο είδος,  οι κυβερνήσεις, μέσω οηε, ανταπαντούν με αποκλεισμό της ρομπο-πόλης κι εν τέλει με τον πυρηνικό βομβαρδισμό της. Στον πόλεμο που ξεσπάει, είναι οι άνθρωποι που καταστρέφουν τον ουρανό, προκειμένου να στερήσουν από τα ρομπότ την απαραίτητη ηλιακή ενέργεια και τότε είναι που τα τελευταία καταφεύγουν στη λύση της μετατροπής των ανθρωπίνων σωμάτων σε γεννήτριες ενέργειας.
    Στις δύο αυτές ιστορίες αξίζει να προσεχτεί ότι όταν ξεκινά το πογκρόμ εναντίον των ρομπότ, αυτά δεν είναι μόνα τους, αλλά έχουν στο πλάι τους μια μερίδα ανθρώπων, τους πιο “προοδευτικούς” και “ευαισθητοποιημένους” σχηματικά, που θέτουν ζήτημα αναγνώρισης των ρομπότ και των δικαιωμάτων τους ως ζωντανών υπάρξεων. Δεν είναι άκυρη η σκέψη ότι κάποιου είδους συμμαχία ανάμεσα στα ρομπότ και (κάποιους) ανθρώπους ήταν παραπάνω από πιθανή – πόσο μάλλον όταν οι επιτιθέμενοι άνθρωποι επιδεικνύουν φασιστικές συμπεριφορές. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο ανατρέπει την εικόνα ενός “πολέμου των μηχανών” αποκλειστικά εναντίον όλων των ανθρώπων αδιάκριτα και δημιουργεί υποψίες κατά πόσο το matrix ήταν τελικά ένα πανούργο σχέδιο των μηχανών ή αποτέλεσμα της συμμαχίας και των κοινών σχεδίων ρομπότ-ανθρώπων. ↩︎
  4. Μια δεύτερη ”σύγκρουση” με ανάλογα χαρακτηριστικά είναι αυτή μεταξύ του “Αρχιτέκτονα” και της “Προφήτη” που εξελίσσεται στην τρίτη ταινία. Ο “αρχιτέκτονας”, που είναι το κεντρικό πρόγραμμα του matrix, παρουσιάζεται με την μορφή του συγκαταβατικού μεν, παντογνώστη δε, λευκοντυμένου και γενειοφόρου ηλικιωμένου, παραπέμποντας ευθέως στην εικόνα του θεού. Η “προφήτης”, που εμφανίζεται ως γλυκιά μητρική φιγούρα εν είδει παναγίας (ψήνει ακόμη και κουλουράκια για τους πιστούς της!) και σ’ όλη την τριλογία παίζει τον ρόλο της πνευματικής ηγερίας της “αντίστασης”, αποδεικνύεται τελικά πρόγραμμα και μάλιστα από τα βασικά του matrix. Σκοπός του αρχιτέκτονα είναι ο σχεδιασμός, της προφήτη η κατανόηση. Όλη η ιστορία της τριλογίας φανερώνεται εν τέλει ως ο “ανταγωνισμός” (conflict, με προγραμματιστικούς όρους) μεταξύ αυτών των δύο προγραμμάτων για το ποια τακτική είναι καταλληλότερη προκειμένου να αποφευχθεί η κατάρρευση του matrix: ο αρχιτέκτονας επιμένει στην τήρηση του αρχικού προγραμματισμού, η προφήτης επιδιώκει την “αναβάθμιση” της θέσης των ανθρώπων. Οι ήρωες αποδεικνύονται τελικά ενεργούμενα της προφήτη κι όλη η εποποιία της “αντίστασης” και της “απελευθέρωσης των ανθρώπων” ξεπέφτει σε μια απλή αναδιοργάνωση στο εσωτερικό του τεχνολογικού apparatus. ↩︎
  5. Εκτός από την Trinity, μια αναφορά αξίζει εξίσου και σε έναν ακόμη πρωταγωνιστή, τον αρνητικό ήρωα Cypher, ο οποίος είναι αυτός που προδίδει τους πρωταγωνιστές στους πράκτορες. Πρόκειται για μια ακόμη φιγούρα που εμφανίζεται μέσα από παραμορφωτικό καθρέφτη: δείχνει να εμφορείται από τα αντίθετα των ευγενικών κινήτρων των υπολοίπων, αλλά τελικά αποδεικνύεται ο πιο συνεπής και γειωμένος στην πραγματικότητα. Καταρχήν, το κοινό θα όφειλε να τον χειροκροτεί, αφού είναι ο μόνος που ρητά αμφισβητεί την “προφητεία” και τον “εκλεκτό” χαρακτηρίζοντάς τα mind crap· τελικά δικαιώνεται. Στη σκηνή που προδίδει τους συντρόφους του, βρίσκεται μαζί με πράκτορες σε ένα (εικονικό) εστιατόριο πολυτελείας, απολαμβάνοντας μια μπριζόλα (ενώ στην κανονική πραγματικότητα τρέφεται μ’ έναν τυποποιημένο χυλό) και καθώς παζαρεύει τα ανταλλάγματα λέει τα εξής: “Ξέρω πως η μπριζόλα αυτή δεν υπάρχει. Ξέρω πως όταν την βάζω στο στόμα μου, το matrix λέει στον εγκέφαλό μου ότι είναι ζουμερή και πεντανόστιμη. Μετά από εννιά χρόνια ξέρετε τι συνειδητοποιώ; Ότι η άγνοια είναι ευλογία!”
    Τουλάχιστον αυτός αναγνωρίζει ότι είναι βουτηγμένος στην άγνοια και το αποδέχεται· οι υπόλοιποι πιστεύουν στην ψευδαίσθηση ότι υπηρετούν έναν ανώτερο σκοπό. Στο φινάλε, το αντάλλαγμα που ζητάει είναι να επανεισαχθεί στο matrix και να του διαγράψουν κάθε ανάμνηση από όσα έζησε εκτός, όσο ήταν μέλος της “αντίστασης”. Δηλαδή διεκδικεί – για τον εαυτό του βέβαια, με ατομικό τρόπο και σε βάρος των υπολοίπων – αυτό στο οποίο καταλήγει όλη η τριλογία: διαπραγμάτευση για μια νέα συμβιωτική σχέση εικονικής και γνήσιας πραγματικότητας. Ασφαλώς ο Cypher είναι κυνικός, αλλά χίλιες φορές προτιμότερος ο κυνισμός από τον ιδεαλισμό που καταλήγει  στα ίδια ακριβώς αποτελέσματα… ↩︎
  6. Στην αρχή της ταινίας υπάρχει μία σκηνή άκρως ειρωνική. Ο Neo, ως Thomas Anderson ακόμη, πριν έρθει σε επαφή με τον Morpheus και την αντίσταση, φτάνει καθυστερημένος στη δουλειά του και ο διευθυντής του τον επιπλήττει. “Έχεις ένα πρόβλημα με τις αρχές κύριε Anderson. Πιστεύεις ότι είσαι σπέσιαλ, ότι οι κανόνες δεν έχουν εφαρμογή σε σένα. Προφανώς κάνεις λάθος” του λέει αυστηρά ο διευθυντής. Η σκηνή αυτή προλέγει το μέλλον του Neo, του “εκλεκτού” που θα μπορεί να παραβιάζει κατά το δοκούν τους κανόνες του matrix, αλλά ταυτόχρονα προλέγει και την κατάληξη. Ότι κάνει “λάθος”, ότι παραμένει αναπόδραστα εξαρτώμενος από το σύστημα… ↩︎