γενετικός προκαθορισμός; όχι, ευχαριστώ!

Είμαστε τα γονίδιά μας; Ένα μεγάλο μέρος της λεγόμενης “επιστημονικής κοινότητας” εξακολουθεί να το υποστηρίζει· αν και χρησιμοποιώντας στατιστικά τρικ. Το dna είναι το “βιβλίο της ζωής” (μας), γραμμένο με 4 λέξεις (οι βάσεις): δεν είναι δύσκολο για τους επαγγελματίες της “αποκωδικοποίησης”, δηλαδή όχι μόνο της “χαρτογράφησης των αλληλουχιών των βάσεων αλλά και της αντιστοίχισης συγκεκριμένων κομματιών αυτών των αλληλουχιών (γονίδια / γενότυπος) με χαρακτηριστικά και συμπεριφορές (φαινότυπος), να επιμένουν ότι έτσι έχουν τα πράγματα. Ακόμα πιο σημαντικό, και κάπως διαφορετικό, αυτή παραμένει η μαζική κοινωνική πεποίθηση στις πρωτοκοσμικές κοινωνίες: φταίνε τα γονίδιά μας· γι’ αυτό ή εκείνο.

Το θεώρημα του γενετικού προκαθορισμού είναι πολύ παλιότερο απ’ την “χαρτογράφηση” ενός μικρού τμήματος του ανθρώπινου dna στα τέλη του 20ου αιώνα. Είναι πολύ παλιότερο ακόμα απ’ την ίδια την “ανακάλυψη”(εν μέρει λαθεμένη όπως έχει αρχίσει να αποδεικνύεται πια) της διπλής έλικας απ’ τους Francis Crick και James Watson το 1953. Μπορεί να σοκάρει, αλλά δεν συμβαίνει καν μόνο στη βιολογία ή στη γενετική: ορισμένες ιδέες προηγούνται των (συχνά χαλκευμένων) “επιστημονικών” ανακαλύψεων οι οποίες, υποτίθεται, “αποδεικνύουν” τις πρώτες. Η καταγωγή του γενετικού προκαθορισμού ανιχνεύεται στις ιδέες περί κληρονομικότητας απ’ τον 18ο αιώνα. Ήταν η (τότε) ανερχόμενη πολιτικά και ιδεολογικά αστική τάξη που επέκτεινε την κληροδότηση, από γενιά σε γενιά, της υλικής περιουσίας, στα σώματα και στα μυαλά: ο γυιός ενός πετυχημένου εμπόρου ή τραπεζίτη δεν θα μπορούσε παρά να είναι, από κούνια, ο πετυχημένος διάδοχος, επίσης πετυχημένος έμπορος ή τραπεζίτης· το ίδιο έξυπνος, το ίδιο ικανός. Στο βαθμό που, χάρη στην εφεύρεση του μικροσκοπίου, έγινε παρατηρήσιμη η κυτταρική διαίρεση του γονιμοποιημένου ωάριου, προς τα τέλη του 19ου αιώνα, βρέθηκε και ο “τόπος” αυτής της συμβολαιογραφικής πράξης ανάμεσα στους γονείς και στους απογόνους τους: στα πρωταρχικά κύτταρα.

Η οικονομική σημασία της υλικής κληρονομιάς ήταν εύλογη για την υπό διαμόρφωση αστική τάξη. Τα κληροδοτούμενα υλικά περιουσιακά στοιχεία θα έπρεπε να αυξηθούν (με την προσθήκη / συσσώρευση καινούργιων) και όχι να καταστραφούν. Ήταν, με μια έννοια, ιερά. Ήταν επίσης με ακρίβεια μετρημένα και καταγραμμένα· κάτι που φαινόταν πεντακάθαρα στις προίκες και στα προικοσύμφωνα (“γενετική προίκα”: άλλη μια έννοια / απόδειξη της καταγωγής του γενετικού προκαθορισμού). Η πολιτική σημασία της μετακίνησης της αυστηρής, μετρήσιμης, “ιερής” κληρονομιάς απ’ το πεδίο της υλικής περιουσίας σε εκείνο της “ανθρώπινης ταυτότητας / ποιότητας” δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Η ιδεολογία της αστικής τάξης έπρεπε να ξεφύγει απ’ τις συμπληγάδες πέτρες. Απ’ την μια την πεποίθηση περί “γαλαζοαίματων” βασιλιάδων· όπου το “αίμα” ήταν η αναπαράσταση της αριστοκρατικής ενδογαμίας που συντηρούσε την ανωτερότητα των βασιλικών καθεστώτων. Απ’ την άλλη την πεποίθηση περί θεϊκού προκαθορισμού, περί “μοίρας” με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, που φόρτωνε με αβεβαιότητα την μια γενιά (αστών) μετά την άλλη. Η αστική τάξη έπρεπε να κατεβάσει απ’ τον ουρανό στη γη, και μάλιστα στα σπίτια της, την “μοίρα” της. Απ’ την άλλη έπρεπε να αποδείξει ότι το δικό της (συλλογικό και ατομικό) σώμα ήταν επαρκές για την διαιώνισή της, και μάλιστα ανώτερο απ’ το (συλλογικό και ατομικό) σώμα της αριστοκρατίας και των βασιλικών οίκων. Μ’ άλλα λόγια η αστική αναπαραγωγή / ανανέωση έπρεπε να έχει την αυστηρότητα σωματικού συμβολαίου. Η ανακοίνωση των νόμων της κληρονομικότητας απ’ τον καλόγερο Gregor Mendel το 1864 ήταν η απόλυτα σωστή και απόλυτα απαραίτητη “ανακάλυψη”. Επιτέλους, “οι οδηγίες ανάπτυξης και χρήσης” της κάθε φορά επόμενης γενιάς (των απογόνων) είχαν την ίδια (νομο-λογική) αυστηρότητα με την περιουσιακή κληρονομιά. Αυτό που θα έπρεπε να φροντίζει από κει και πέρα κάθε αστική οικογένεια ήταν το “σωστό συνταίριασμα” στους γάμους των παιδιών της. Την σωστή συνταγή στην ένωση (: συνεταιρισμό) ωαρίων και σπερματοζωαρίων…

Εννοείται ότι όσο κληρονομήσιμη ήταν (όφειλε να είναι) η ανθρώπινη ποιότητα / υγεία για λογαριασμό της αστικής τάξης, άλλο τόσο κληρονομήσιμη ήταν (όφειλε να είναι) η “νοσηρότητα” των “κατώτερων τάξεων”. Ο ευγονισμός δεν ήταν ένα λάθος, μια υπερβολή της αστικής ιδεολογίας. Ήταν η “φυσική” πολιτική συνέπεια των “νόμων της κληρονομικότητας” που σε πρώτο χρόνο έφτιαξε για λογαριασμό της και, όταν πια επικράτησε πολιτικά και ιδεολογικά, επέκτεινε στους πάντες.

Αν εμφανίζονταν βιολόγοι (και αργότερα στον 20ο αιώνα γενετιστές) που θα υποστήριζαν ότι η εξέλιξη κάθε ανθρώπινου οργανισμού είναι σε μεγάλο βαθμό τυχαία· ότι τα κληροδοτούμενα χαρακτηριστικά είναι μικρής σημασίας· ότι αν το παιδί του εμπόρου το μεγαλώσει λύκαινα δεν θα γίνει ο “έμπορος της ζούγκλας” αλλά ανθρωπολυκάκι, θα κατέστρεφαν αυτοί οι επιστήμονες το συμβόλαιο της αναγνώρισης της επιστημοσύνης τους. Και, άρα, θα εξαφανίζονταν απ’ το προσκήνιο. Καθώς το τεχνο/επιστημονικό μάτι και πνεύμα προχωρούσε όλο και πιο βαθιά μέσα στα κύτταρα, αναζητώντας τα “μυστικά της ζωής” (όπως αντίστοιχα προχωρούσε όλο και πιο βαθιά στα υλικά αντικείμενα αναζητώντας τα “μυστικά της φύσης”…) δεν θα μπορούσε παρά να ανακαλύπτει αυτό που έψαχνε: τις διαδικασίες του καθορισμού. Η ανακάλυψη – της – μορφής – του – dna απ’ τους Crick και Watson στα μέσα του 20ου αιώνα και η χαρτογράφηση – των – αλληλουχιών – των – βάσεων στα τέλη του, δύο διαδοχικά στάδια σ’ αυτήν την επική κάθοδο στην μικροκλίμακα της ζωής, υπηρετούσαν εκείνο που έπρεπε. Όχι, απλά, την ανακάλυψη των “μυστικών”. Αλλά, κυρίως, την επιβεβαίωση ότι αυτά κληροδοτούνται.
Μέχρις ότου ο παλιός πειρασμός απέκτησε τα κατάλληλα εργαλεία: όχι απλά κληροδοτούνται αλλά (αν χρειαστεί…) επιδιορθώνονται. Ή βελτιώνονται.

είμαστε τα γονίδιά μας;

Είναι ταυτόχρονα αστείο αλλά και αποκαλυπτικό. Η βεβαιότητα περί γραμμικής συσχέτισης μεταξύ γονιδίου (ή ομάδας γονιδίων) και συμπεριφορών ή χαρακτηριστικών έγινε must πολύ πριν “αποδειχθεί” – με την έννοια που δίνεται στις αποδείξεις απ’ την επιστημονική δεοντολογία. Ακόμα χειρότερο: αυτή η αντιστοιχία δεν έχει αποδειχθεί! Και καθώς το ερευνητικό επιστημονικό μάτι συνεχίζει την κάθοδό του σε όλο και μικρότερα μεγέθη και κλίμακες, μέσα στα κύτταρα, γίνεται όλο και πιο απίθανο να αποδειχθεί ποτέ… Αυτή είναι η πιο πρόσφατη βιολογική, γενετική “αλήθεια” επί του θέματος· κι ωστόσο, για λόγους που θα υποδείξουμε στη συνέχεια, η κυρίαρχη ιδεολογία δεν “ιδρώνει”.
Σε μια συνέντευξή του, τον Σεπτέμβρη του 2008, στο περιοδικό Super Consciousness ο Bruce Lipton, βιογενετιστής, μεταξύ άλλων ερευνητής στην ιατρική του Stanford, έλεγε μεταξύ άλλων:

Ερώτηση: Το ηλικίας ενός αιώνα παλιό μοντέλο του γενετικού προκαθορισμού αντικαθίσταται, αργά αλλά σταθερά, απ’ το καινούργιο μοντέλο της επιγενετικής. Τι είναι η επιγενετική, και ποια είναι η διαφορά της απ’ τον γενετικό προκαθορισμό.
Bruce Lipton: Όταν ανακαλύφθηκε το dna σαν το κληρονομικό υλικό, στα μέσα του 20ου αιώνα, η κυρίαρχη πεποίθηση ήταν ότι τα γονίδιά μας είναι προσχέδια και ότι αυτά τα προσχέδια αυτορρυθμίζονται και καταλήγουν στην διαμόρφωση και την λειτουργία κάθε ανθρώπινης ύπαρξης. Αυτό είναι [επιγραμματικά] το μοντέλο του γενετικού προκαθορισμού, ή του “ελέγχου μέσω των γονιδίων”, και πράγματι εδώ και 100 χρόνια η κυρίαρχη πεποίθηση είναι ότι η ζωή ελέγχεται γενετικά.

Ερώτηση: Γιατί είναι σημαντική η διάκριση μεταξύ επιγενετικής και γενετικού προκαθορισμού;
Bruce Lipton: Η διαφορά τους είναι σημαντική. Η θεμελιακή πεποίθηση που ονομάζεται γενετικός προκαθορισμός σημαίνει ουσιαστικά ότι οι ζωές μας, συμπεριλαμβανόμενων των φυσικών, ψυχολογικών και συναισθηματικών χαρακτηριστικών μας, ελέγχονται απ’ τον γενετικό μας κώδικα. Αυτή η άποψη δημιουργεί την ιδέα της θυματοποίησης των ανθρώπων: αφού τα γονίδιά μας είναι που ελέγχουν τις λειτουργίες της ζωής μας, τότε οι ζωές μας καθορίζονται από πράγματα έξω απ’ την ικανότητά μας να τα αλλάξουμε. Αυτό οδηγεί στη θυματοποίηση ότι οι αρρώστιες που εμφανίζονται μέσα στις οικογένειες έχουν προκληθεί απ’ την μεταβίβαση κάποιων γονιδίων. Τα δεδομένα των εργαστηριακών ερευνών δείχνουν ότι αυτό δεν ισχύει.
Όταν πειθόμαστε ότι είμαστε τέτοιου είδους θύματα, αυτόματα πειθόμαστε ότι χρειαζόμαστε κάποιον να μας σώσει. Αποδεχόμαστε, δηλαδή, ότι κάποιος άλλος θα μας σώσει απ’ τους εαυτούς μας. Αυτή είναι μια κακή κατάσταση, που εξυπηρετεί την ιατρική κοινότητα.
Ενώ, λοιπόν, η άποψη περί γενετικού προκαθορισμού έχει αναθεωρηθεί τα τελευταία χρόνια, το άσχημο είναι ότι αυτές οι αναθεωρήσεις αναγνωρίζονται μόνο μεταξύ των ερευνητών· οι καινούργιες απόψεις δεν γίνονται γνωστές στο ευρύτερο κοινό. Τα μήντια εξακολουθούν να διατρανώνουν ότι “ένα γονίδιο ευθύνεται γι’ αυτό”, “ένα γονίδιο ευθύνεται για το άλλο”.

Ερώτηση: Λες, λοιπόν, ότι όταν οι δημοσιογράφοι αναφέρονται σε δημοσιεύσεις κυτταρικών βιολόγων και γενετιστών, από κορυφαία επιστημονικά περιοδικά όπως το Nature και το Science, εξακολουθούν να τις ερμηνεύουν μέσω απ’ το πρίσμα του γενετικού προκαθορισμού, ενισχύοντας την λαθεμένη ιδέα ότι οι επιστήμονες θα μας σώσουν απ’ τα γονίδιά μας.
Bruce Lipton: Στην πραγματικότητα το “διαβάσαμε το μυστικό του τάδε γονιδίου” είναι πιο αναξιόπιστο απ’ το “διαβάσαμε τ’ αστέρια” των παλιών αναπτυγμένων συστημάτων αστρολογίας.

Ερώτηση: Τι σημαίνει, λοιπόν, ότι η έκφραση των γονιδίων δεν είναι στατική;
Bruce Lipton: Ο επιγενετικός έλεγχος υποστηρίζει ότι οι πληροφορίες απ’ το περιβάλλον αλλάζουν την δράση των γονιδίων, χωρίς να αλλάζουν τον κώδικα του dna. Αυτός μένει ο ίδιος, η έκφρασή1 του όμως αλλάζει. Κάθε μεμονωμένο γονίδιο, εξαιτίας της επιγενετικής ρύθμισης, μπορεί να δώσει 30.000 διαφορετικές παραλλαγές της έκφρασής του.
Οι επιστήμονες που ανέλαβαν την δουλειά της “Αποκωδικοποίησης του Γονιδιώματος” νόμιζαν ότι θα βρουν 150.000 γονίδια, γιατί το ερευνητικό τους μοντέλο βασιζόταν στην παραδοχή του γενετικού προκαθορισμού, βάσει του οποίου κάθε ένα γονίδιο ελέγχει ένα χαρακτηριστικό του ανθρώπου. Εφόσον οι πρωτεΐνες είναι που διαμορφώνουν τα φυσικά και συμπεριφορικά χαρακτηριστικά μας και ξέρουμε τουλάχιστον 150.000 τέτοιες πρωτεϊνες, αυτό που περίμεναν ήταν να βρουν 150.000 γονίδια: ένα για κάθε πρωτεΐνη, σύμφωνα με το μοντέλο τους.
Τελικά όμως βρήκαν μόνο 23.000 γονίδια. Από εκείνο το σημείο και μετά, καταλάβαμε ότι κάθε γονίδιο μπορεί να παράξει πολλές πρωτεϊνικές παραλλαγές. Οπότε για να καταλάβει κανείς τις ενδυνάμει παραλλαγές της γενετικής έκφρασης πρέπει να δει όλο το εύρος των πιθανοτήτων και των ενδεχόμενων.

Για παράδειγμα, μόλις σχηματιστεί η βασική ανθρώπινη μορφή, ακόμα και στην εμβρυακή φάση, η ανάπτυξή της ακολουθεί τις πληροφορίες απ’ το περιβάλλον. Προφανώς το ωάριο και το σπερματοζωάριο είναι η βάση. Αλλά δεν καθορίζουν εάν ένα μωρό θα γεννηθεί στη Βοσνία, στην Ζιμπάμπουε ή στην Αιόβα. Κάθε ένα απ’ αυτά τα διαφορετικά περιβάλλοντα απαιτεί διαφορετική φυσιολογία επιβίωσης. Όταν απειλείται η επιβίωση η φυσιολογία του σώματος αλλάζει, για να αντιμετωπιστεί η απειλή. Οι επιδράσεις του περιβάλλοντος είναι κρίσιμες για την διαμόρφωση της έκφρασης των γονιδίων, που ήδη έχουν “δουλέψει” για την δημιουργία του ανθρώπινου σώματος.

Ερώτηση: Πως, λοιπόν, προκαλούμε την έκφραση των ίδιων μας των γονιδίων, όχι σαν θύματά τους αλλά σαν κυρίαρχοι της μοίρας μας;
Bruce Lipton: Ο εγκέφαλος είναι ο βασικός παράγοντας. Διαβάζει τα σήματα απ’ το περιβάλλον, τα ερμηνεύει και στη συνέχεια διαμορφώνει την χημεία του σώματος που ελέγχει την γενετική έκφραση των κυττάρων. Η ερμηνεία απ’ το μυαλό είναι κρίσιμη … γιατί βασίζεται στη γνώση μέσω εμπειρίας. Για παράδειγμα, εάν σαν παιδιά μάθαμε ότι το Χ είναι επικίνδυνο, τότε κάθε φορά που εμφανίζεται το Χ στο περιβάλλον μας η διανοητική ερμηνεία θα κάνει τον εγκέφαλο να απελευθέρωσει συγκεκριμένα νευροχημικά που ελέγχουν την συμπεριφορά των κυττάρων και την δράση των γονιδίων ώστε να παραχθεί μια αντίδραση προστασίας. 

Ερώτηση: Αυτό που λες μοιάζει κυκλικό: το περιβάλλον μας επηρεάζει την δράση των γονιδίων, που με τη σειρά της επηρεάζει την παραγωγή των πρωτεϊνών στο σώμα μας, που με τη σειρά της επηρεάζει την υγεία και την ποιότητα της ζωής μας, που με τη σειρά της επηρεάζει το περιβάλλον μας. Νομίζω ότι μερικές φορές παγιδευόμαστε με τέτοιες κυκλικές διαδικασίες που τελικά ελέγχουν τις ζωές μας. Πως μπορεί να μας επηρεάσει η γνώση του πως λειτουργεί το σώμα μας και του ότι μπορούμε να επηρεάζουμε την γονιδιακή συμπεριφορά;
Bruce Lipton: Κατ’ αρχήν, η καινούργια γνώση για το πως η αντίληψη ελέγχει την βιολογία σημαίνει ότι είμαστε ενεργοί μέτοχοι στον έλεγχο της υγείας και της συμπεριφοράς μας. Η ικανότητά μας να ελέγχουμε με ενεργητικό τρόπο τις αισθήσεις μας, την κατανόηση και το περιβάλλον έχει προφανή επίδραση στις ζωές μας, κόντρα στο παλιό σύστημα πεποιθήσεων ότι είμαστε τα θύματα δυνάμεων έξω απ’ τον έλεγχό μας. Ύστερα, καθώς ζούμε εδώ και τώρα, η ενεργητική καλλιέργεια της συνείδησης είναι ο τρόπος να δημιουργούμε την ζωή που θέλουμε.

http://www.superconsciousness.com/topics/science/interview-dr-bruce-lipton

Θα πρέπει να συγκρατήσουμε απ’ τα λεγόμενα του Lipton την παραδοχή του: ο γενετικός προκαθορισμός γίνεται όλο και περισσότερο τεχνοεπιστημονικός ετεροκαθορισμός στις ζωές μας· καθώς “οι ειδικοί – και μόνο αυτοί – ξέρουν” και “οι ειδικοί – και μόνον αυτοί – μπορούν να επέμβουν”.
Κατά τα άλλα η ανακάλυψη των επιγενετικών παραγόντων (που δεν είναι δευτερεύοντες αλλά καθοριστικοί) δεν σημαίνει ότι οι τεχνοεπιστήμονες αυτής της “αλλαγής παραδείγματος” στη γενετική, έχουν βρει ποιοι είναι αυτοί. Προς το παρόν (υποστηρίζουν ότι) ξέρουν δύο ή τρεις τρόπους εξωτερικής (ως προς το dna) επίδρασης στην έκφραση των γονιδίων. Ο ένας λέγεται μεθυλίωση. Ο άλλος δράση του μη κωδικοποιητικού RNA (ncRNA).
Ωστόσο, η ίδια αυτή θεωρία, ρίχνει τον γενετικό ντετερμινισμό και τις ίδιες τις ιστορικές βεβαιότητες της κληρονομικότητας στα τάρταρα. Ένας “ειδικός” σε διαφορετικό τομέα, ο Pierre Magistretti, νευροβιολόγος, καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Λωζάνης και για μια περίοδο πρόεδρος της ομοσπονδίας ευρωπαϊκών εταιρειών νευροεπιστημών (FENS) στο βιβλίο Τα Ίχνη της Εμπειρίας σημειώνει (ο τονισμός δικός μας):

… Η έννοια της πλαστικότητας θέτει υπό αμφισβήτηση την παλιά αντίθεση ανάμεσα στην οργανική και στην ψυχική αιτιολογία των διανοητικών διαταραχών. Η ύπαρξη της πλαστικότητας ανατρέπει τα δεδομένα της εξίσωσης, σε σημείο που να μπορούμε ακόμη και να διανοηθούμε μια ψυχική αιτιότητα ικανή να διαμορφώσει την οργανική: το ίδιο θα μπορούσαμε να διαπιστώσουμε και για το ζήτημα της επιγένεσης, σε μια χρονική στιγμή μάλιστα που το Πρόγραμμα του Ανθρώπινου Γονιδιώματος παράγει γνώση η οποία ολοένα και περισσότερο περιορίζει τον γενετικό ντετερμινισμό.
Πράγματι, το επίπεδο έκφρασης ενός συγκεκριμένου γονιδίου μπορεί να καθοριστεί από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της εμπειρίας, γεγονός που καταδεικνύει τη σημασία των επιγενετικών παραγόντων στην εκπλήρωση του γενετικού προγράμματος. Μάλιστα, στο σύστημα λειτουργίας των γονιδίων υπάρχουν μηχανισμού προορισμένοι να αφήνουν χώρο στην εμπειρία, μηχανισμοί οι οποίοι παίζουν τον ρόλο τους στην εκπλήρωση του γενετικού προγράμματος· τελικά, το άτομο φαίνεται να είναι έτσι γενετικά προκαθορισμένο ώστε να μην είναι γενετικά προκαθορισμένο!

Franscois Ansermet, Pierre Magistretti, Τα ίχνη της εμπειρίας, πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης 2015, 2016.

Με άλλη αφορμή έχουμε σημειώσει ότι ο γενετικός προκαθορισμός ήταν (και παραμένει!) πολύ καλή ιδέα για εμπορική και ιδεολογική χρήση· ήταν, όμως, επικίνδυνος από θεσμική. Σίγουρα για ένα μεγάλο (άγνωστο πόσο) διάστημα. Ο δυτικός πολιτισμός έχει συγκροτηθεί με μεγάλη ένταση πάνω στην ιδέα της ελευθερίας· έστω κι αν στην πράξη η ελευθερία (οι ελευθερίες) είναι διαχειρίσιμη και επιδεκτική αλλαγής ορισμών. Η ελευθερία της βούλησης είναι θεμελιώδης όχι μόνο για τις ιδέες αλλά και για τους θεσμούς. Στην ελευθερία της βούλησης στηρίζεται η οικονομία της αγοράς… Στην ελευθερία της βούλησης στηρίζεται και το δίκαιο. Μόνο επειδή κάποιος θα μπορούσε να ΜΗΝ διαπράξει εκείνο ή το άλλο αδίκημα (στη βάση της ηθικής επιλογής του) έχει νόημα να τιμωρηθεί, να μετανοήσει, να επανεκπαιδευτεί (στη φυλακή) ώστε να “επανενταχθεί” στην κοινωνία. Η ελευθερία της βούλησης στηρίζει την ευθύνη: αν κάποιος είναι γενετικά προκαθορισμένος να είναι βίαιος (για παράδειγμα) πως μπορεί να του αποδοθεί οποιαδήποτε ευθύνη γι’ αυτό, και ποιο είναι το νόημα της τιμωρίας και της επανόρθωσης;

Είναι σ’ εμάς σαφές ότι οι σύγχρονες εκδοχές του γενετικού προκαθορισμού, εξοπλισμένες με άφθονο dna και γονίδια, παραήταν διαλυτικές για να επικρατήσουν απόλυτα. Γι’ αυτό, ενόσω το πράγμα εκτοξεύτηκε εμπορικά και ιδεολογικά, οι πιο φρόνιμοι τεχνο-επιστήμονες υιοθέτησαν έναν στατιστικό διϊσμό, στηριγμένο στις πιθανότητες: ναι μεν υπάρχει γονιδιακή προδιάθεση γι’ αυτό ή εκείνο, αλλά παίζει ρόλο και το (κοινωνικό) περιβάλλον. Αυτή η μετριοπαθής προσέγγιση την οποία μπορεί να συναντήσει κανείς εύκολα σήμερα θέλει, απλά, να σώσει τα γενετικά προσχήματα. Δεν εννοεί ότι το (όποιο) περιβάλλον επιδρά και καθορίζει την γονιδιακή λειτουργία. Αλλά ότι μπορεί να εμποδίσει την εκδήλωση της μίας ή της άλλης συμπεριφοράς· αν και το Χ ή Ψ γονίδιο έχει εκτελέσει κανονικά την τυπική (και αναμενόμενη) λειτουργία του. Σα να λέμε: τα “γονίδια του θυμού” παράγουν μεν το θυμό, αλλά οι “καλοί τρόποι” του περιβάλλοντος δεν επιτρέπουν την εκδήλωσή του· ή την μετριάζουν.

Η επιγενετική προσέγγιση δεν λέει αυτό. Λέει ότι θεωρούμενες μονογραμμικές λειτουργίες των γονιδίων είναι, απλά, ένα φάντασμα. Μια (ιδεολογική) κατασκευή. Αν κάθε γονίδιο έχει 10, 100 ή 1000 εναλλακτικές, μεταξύ των οποίων και το ενδεχόμενο να ανασταλεί εντελώς η λειτουργία του (ένα ακόμα πρόσφατο εύρημα των τεχνοεπιστημόνων που προκαλεί ανατριχίλες στις βεβαιότητές τους), τότε δεν μπορεί να αποδοθεί σ’ αυτό τίποτα με βεβαιότητα.

Σα να μην έφτανε η ανακάλυψη αυτής της άγνωστης (και χαοτικής) ηπείρου, της επιγένεσης, ήρθε και μια εντελώς καινούργια και απρόοπτη, για να δώσει, ίσως, την χαριστική βολή στον γενετικό προκαθορισμό· σίγουρα μεταξύ των ειδικών. Σύμφωνα με μια πολύ πρόσφατη δημοσίευση στο περιοδικό Nature Genetics, ο τρόπος με τον οποίο το dna είναι “πακεταρισμένο” μέσα στο κύτταρο επηρεάζει την λειτουργία του!

Τι έγινε; Κατ’ αρχήν κάτι τεχνολογικό: η δυνατότητα να παρατηρηθεί το dna σε τρεις διαστάσεις – και όχι σαν μια γραμμή δύο διαστάσεων. Καθώς, λοιπόν, η “κλωστή της ζωής” είναι διπλωμένη και αναδιπλωμένη πολλές φορές (και όχι απλωμένη κατά μήκος) ακολουθίες βάσεων (και άρα γονίδια) που βρίσκονται απομακρυσμένα μεταξύ τους απο γραμμική άποψη βρίσκονται δίπλα δίπλα τοπολογικά. Οι ερευνητές (της ιατρικής σχολής του Case Western Reserve University) ανακάλυψαν ότι οι τοπολογικά γειτονικές αλληλουχίες (τα αντίστοιχα γονίδια) αλληλοεπηρεάζονται στην όποια δράση τους. Έτσι ώστε γονίδια στα οποία έχουν αποδοθεί (με τον παραδοσιακό γενετικό ντετερμινισμό) διάφορες αρρώστιες (όπως, για παράδειγμα, η ρευματοειδής αρθρίτιτα, η ασθένεια του Crohn, καθώς και 6 τουλάχιστον αυτοάνοσες αρρώστιες) να εκφράζονται διαφορετικά, επηρεαζόμενα (άγνωστο πως) απ’  τους “γειτονές” τους.

Η συγκεκριμένη έρευνα δεν κατέληξε σε οριστικό συμπέρασμα για το αν αυτοί οι “γείτονες” παίζουν ρόλο άσχετα με το ποιοι είναι, ή υπάρχουν συγκεκριμένες “σχέσεις γειτνίασης” που έχουν κάποια αποτελέσματα. Ωστόσο έχει την σημασία του: εκτός απ’ αυτό που στην επιγενετική ονομάζεται φυσικό ή/και κοινωνικό περιβάλλον και δρα, μέσω της εννόησης και της συνείδησης πάνω στις γονιδιακές “προδιαγραφές”, υπάρχει ένας ακόμα παράγοντας, αυτή τη φορά εξω-εσωτερικός που επιδρά στην έκφραση των γονιδίων. Κι αυτός είναι το (τυχαίο;) “δίπλωμα” και οι “θηλειές” του dna…

η ιδεολογία

Ενώ αυτά συμβαίνουν σε εργαστήρια και σε τεχνοεπιστημονικές δημοσιεύσεις, η απόλυτα κυρίαρχη ιδεολογία για κοινωνική χρήση παραμένει ακλόνητη. Είναι εύκολο να εντοπίσει κανείς τα στηρίγματά της· και θα πρέπει να πούμε δυο κουβέντες γι’ αυτά.
Απ’ την μεριά του εμπορίου υγείας το πράγμα είναι προφανές. Δεν μπορεί να πουλάει κανείς αβεβαιότητα (ακόμα κι αν τέτοια είναι η τεχνοεπιστημονική κατάσταση αιχμής!) ενώ ο καταμερισμός εργασίας και ο κοινωνικός ρόλος του οργανώνει το ανάποδο. Τη σιγουριά του ειδικού. Αν οι ειδικοί της υγείας παραδεχτούν ότι είναι ανίδεοι, τότε θα προκληθούν σοβαρά ρήγματα σ’ όλη την κοινωνική κατασκευή.
Πολύ περισσότερο αν, πέρα απ’ το κύρος των γενετιστών, υπάρχουν και επιχειρηματικά κέρδη. Οι εταιρείες που πουλάνε “γνώση και προγνώσεις μέσω της ανάλυσης του dna σας” βγάζουν καλά λεφτά. Τι θα έκαναν αν μαθαινόταν ότι κοροϊδεύουν;

Πιο ενδιαφέροντα βρίσκουμε ωστόσο τα κοινωνικοΐδεολογικά στηρίγματα του γενετικού (ή όποιου άλλου, παρόμοιου) προκαθορισμού; Γιατί πίστεψαν οι πληθυσμοί ότι “η αλήθεια της ζωής” βρίσκεται στο dna και την αποκωδικοποίησή του περιφρονώντας στο γεγονός (που δεν προβλήθηκε, προφανώς, ιδιαίτερα) ότι τη στιγμή της πανηγυρικής ανακοίνωσης της περιβόητης “χαρτογράφησης”, στα τέλη των ‘90s, είχε μελετηθεί μόνο το 3% (!!!) του ανθρώπινου dna, και το υπόλοιπο 97% θεωρούνταν “σκουπίδια”; Γιατί πιστεύουν στην ύπαρξη μιας “Πηγής των Αιτίων” την οποία όχι απλά δεν μπορούν να αγγίξουν αλλά, ακόμα χειρότερα, τους υποδουλώνει;

Φαίνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος των πρωτοκοσμικών πληθυσμών βρίσκει κουραστικό αυτό που λέγεται ζωή, αν με τη λέξη εννοούμε μικρότερες ή μεγαλύτερες αναμετρήσεις, έλξεις και απωθήσεις, διαρκώς, με μεγάλο πλήθος απροσδιόριστων παραγόντων. “Φυσικών” ή/και κοινωνικών. Η θωράκιση του Εαυτού (άρα η ζωή υπό όρους) περιλαμβάνει και την απώθηση μεγάλου μέρους αυτής της φυσικής ή/και κοινωνικής απροσδιοριστίας. Είναι σαν το είδος μας, παρά την “εξέλιξη” και την “ανάπτυξή” του (τεχνολογική οπωσδήποτε), να προτιμάει, κατά πλειοψηφία, την σπηλίτσα του. Μόνο που αφού αυτή δεν υπάρχει με την φυσική έννοια, κατασκευάζεται ψυχοδιανοητικά. Σαν “καύκαλο”.

Απώθηση της αβεβαιότητας της ζωής σημαίνει ανάθεση (σε τρίτους) της παραγωγής βεβαιοτήτων. Ο γονιδιακός προκαθορισμός υπήρξε μια τέτοια βεβαιότητα – των – ειδικών, που ήρθε στην κατάλληλη για τις πρωτοκοσμικές κοινωνίες στιγμή: όταν η βασική μέριμνά τους ήταν να βγάζουν λεφτά και να καταναλώνουν. Ο θώρακας ήταν όπλο· αλλά παρέμενε “καύκαλο”. Η συγκεκριμένη “Πηγή των Αιτίων”, που δεν λεγόταν ούτε Θεός, ούτε Μοίρα, ούτε Τύχη αλλά dna / γονίδιο ήταν βολική. Επειδή έκλεινε στο μάτι σε μια προοπτική που ο καθένας μπορούσε να φαντάζεται για την επόμενη μέρα: ότι αυτές οι μικροσκοπικές αιτίες θα μπορούν να αλλάζουν, σαν ανταλλακτικά, είτε θεραπεύοντας είτε βελτιώνοντας. Αλλά ακόμα κι αν αυτό αποδεικνυόταν μακρινό, σίγουρα αυτές οι μικροσκοπικές αιτίες θα χρησίμευαν σαν άλλοθι: όπως στο ανέκδοτο με τον βάτραχο και τον σκορπιό, λυπάμε αν σας πατάω στο λαιμό, αλλά “είναι στη φύση μου”.

Θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι ο γενετικός προκαθορισμός ήταν (και εξακολουθεί να είναι) η “φυσιοκρατική” θεωρία / ιδεολογία που αντιστοιχεί στον post modern καπιταλισμό, στον 21ο αιώνα – για να στριμώξει και να περιορίσει εκείνο που αναδύθηκε αντάρτικα, αποκαθηλωτικά, για μια σύντομη ιστορική μονάδα χρόνου, εκεί στα ‘70s: όλα είναι κοινωνικά / όλα είναι πολιτικά. Όχι – λέει η βολική απάντηση. Όλα είναι γενετικά! Υπάρχει μια ύστατη “φυσική μονάδα”, το γονίδιο, που δρα αφ’ εαυτής· που μεταφέρεται κληρονομικά· που είναι διαχειρίσιμη τεχνικά… Kι αυτό είναι όλο!

Γι’ αυτό τόσο η επιγενετική όσο και η γονιδιακή τοπολογία μένουν μακρυά απ’ την παραγωγή και την αναπαραγωγή της κυρίαρχης ιδεολογίας. Και μπορεί να μείνουν εκεί για πολύ καιρό. Εκτός εάν βρεθεί τρόπος να αξιοποιηθούν. Είτε εμπορικά είτε πειθαρχικά. Τότε ίσως μαθευτεί ότι για να αποδώσουν ιδανικά τα πολύτιμα γονίδιά μας χρειαζόμαστε το Χ περιβάλλον και την Ψ “τρισδιάστατη διάταξή” τους…

Ziggy Stardust
cyborg #07 – 10/2016

  1. “Έκφραση” ενός γονιδίου είναι η (βιο)χημική αντίδραση, σε κλίμακα κυττάρου, η οποία υποτίθεται ότι του αντιστοιχεί· που καταλήγει στην παραγωγή κάποιας πρωτεΐνης. ↩︎