Ένας από τους λόγους που ο φασισμός κερδίζει είναι επειδή θεωρείται τετελεσμένη υπόθεση, φαινόμενο που ανήκει στην αρμοδιότητα της ιστορίας κι όχι δυναμική συνθήκη της πραγματικότητας, είχε προειδοποιήσει έγκαιρα ο Βάλτερ Μπένγιαμιν από τον προηγούμενο αιώνα. Η έκπληξη για το πώς τα πράγματα που ζούμε είναι ακόμη στις μέρες μας δυνατά είναι από τα ισχυρότερα όπλα του φασισμού, ιδίως όταν αυτή η έκπληξη δεν καταλήγει σε βίαιη αφύπνιση αλλά σε μακάρια τύφλωση· είναι καλύτερη η κατακερματισμένη επικαιρότητα των δεκάδων «ειδικών περιπτώσεων» κι «εξαιρέσεων» που εύκολα δικαιολογούνται και παραβλέπονται, παρά μια καθολική ερμηνεία της ζοφερής πραγματικότητας που θα απαιτούσε προετοιμασία για πόλεμο.
Το λιγότερο δύσκολο στις μέρες μας είναι να εντοπίσουμε τα πεδία που ο φασισμός εκδηλώνεται με την μεγαλύτερη ένταση, αλλά αν υπάρχει ένα που να αποκαλύπτει το πόσο βαθιά διαβρωμένες κι έτοιμες για ολοκληρωτικές λύσεις είναι οι πρωτοκοσμικές, «πολιτισμένες» κοινωνίες, είναι ο κυβερνοχώρος· εκεί ο βάκιλος της φαιάς πανούκλας πολλαπλασιάζεται ως το σημείο των κυτταρικών αλλοιώσεων. Όντας το μαζικότερο κοινωνικό φαινόμενο ο κυβερνοχώρος με δυνατότητες ψηφιακής διαμεσολάβησης σχεδόν στο σύνολο των κοινωνικών δραστηριοτήτων, αποτελεί ταυτόχρονα την μαζικότερη, συστηματικότερη και πιο εξόφθαλμη εκδήλωση της φασιστικής νοοτροπίας. Που αλλού άραγε, αν όχι εκεί, θα καθρεφτιζόταν σήμερα το πρόσωπο του κτήνους με τον πιο παραστατικό τρόπο;
Υπάρχει μια συνθήκη στον τρόπο που το διαδίκτυο συγκροτεί ψηφιακές «κοινότητες» που φαίνεται να έχει καθοριστική σημασία: κατασκευάζει φούσκες εικονικής πραγματικότητας εντός των οποίων οι ψηφιακοί υπήκοοι απολαμβάνουν ψυχοσυναισθηματική και διανοητική αυτάρκεια (ή μάλλον νάρκωση). Στο εσωτερικό τους, μπορείς να είσαι οτιδήποτε: υπερκοινωνικός, γοητευτικός, διάνοια, ψαγμένος, χιουμορίστας, επαναστάτης, επιστήμονας, καλλιτέχνης, ακόμη και ρατσιστής. Μπορείς να εκδηλώνεις ανεμπόδιστα αυτό που πιστεύεις για τον εαυτό σου και τον κόσμο χωρίς συνέπειες, χωρίς το βάρος της θεμελιώδους συνάρθρωσης των πράξεών σου με τις συνέπειές τους. Ή τουλάχιστον έτσι να νομίζεις. Στο μονωμένο περιβάλλον της φούσκας, αρκεί το κάθε μέλος να επιβεβαιώνει το υπερτροφικό Εγώ του άλλου κι είναι αυτό αρκετό ώστε να πειστεί η «κοινότητα» ότι η πραγματικότητά της είναι η πραγματικότητα του κόσμου. Ίσως να αναγνωρίζετε εδώ κάτι βγαλμένο από την πραγματική ζωή: πρόκειται για την ίδια ιδεοληπτική νεύρωση του μικροαστού που ταυτίζει την ατομική του κατάσταση με την γενική κοινωνική κατάσταση. Ο κόσμος αλλάζει, αλλά τα σκατά παραμένουν πάντα τα ίδια. Η αναφορά στον μικροαστισμό εδώ δεν είναι τυχαία, επειδή η παράνοιά του, η μνησικακία και η κτηνωδία που εκδηλώνει όταν θεωρεί ότι διαψεύδονται οι προσδοκίες του, αποτελούσαν πάντα την πρώτη ύλη για την μετατροπή της κοινωνίας σε αρένα θηριωδιών. Σήμερα, αυτή η κτηνώδης παράνοια έχει βρει βολικό καταφύγιο στο διαδίκτυο και εκεί – σε χιλιάδες φόρουμ, blogs, ιστοσελίδες και κανάλια – γιγαντώνεται, μέχρι να σπάσει η φούσκα και βρούμε τα τέρατα με σάρκα και οστά μπροστά μας.
Η περίπτωση του Felix Kjellberg είναι διαφωτιστική. Ένας αστέρας του κυβερνοχώρου και μάστορας της κατασκευασμένης ηλεκτρονικά πραγματικότητας, με εκατομμύρια πιστών ακολούθων κι επιδραστικότητα που θα ζήλευε κάθε πολιτικός και διαφημιστής, φτάνει στο απόγειο καβαλώντας το trend του διαδικτυακού ρατσισμού, μέχρι να προσγειωθεί ανώμαλα σε ένα «σκάνδαλο» που τον κατατάσσει, εν μέσω γενικής κατακραυγής, στο πλάι πατενταρισμένων φασιστών του διαδικτύου. Τέλος καλό, όλα καλά! Ακόμη ένα «τέρας» ξεμπροστιάστηκε, ακόμη μια τελετουργία κάθαρσης δήθεν συντελέστηκε, η «μάχη» ενάντια στον φασισμό καλά κρατεί… Μόνο που ο Kjellberg δεν είναι παρά ένας λοχαγός, όπως ο Spencer και ο Yiannopoulos1 πριν απ’ αυτόν, κι έχει πίσω του έναν στρατό πενήντα εκατομμυρίων τρολς, που δεν είναι τέρατα, αλλά πλάσματα στο διπλανό σπίτι.
Ίσως τα παρακάτω (μεταφρασμένα) κείμενα να δίνουν μια αμυδρή εικόνα αυτού που προσπαθούμε να περιγράψουμε. Τα δύο πρώτα είναι από άρθρα των εφημερίδων Guardian και Independent και σχολιάζουν ειδησεογραφικά τα στοιχεία της υπόθεσης. Το τρίτο προέρχεται από το Screener, έναν ιστότοπο με θέμα τα media, κι επιχειρεί να περάσει κάτω από την επιφάνεια του σκοτεινού κι αλλοπρόσαλλου κόσμου του κυβερνοχώρου. Δεν είναι η ανάλυση που υιοθετούμε, παραείναι επικεντρωμένη στην ψυχολογικοποίηση και την σεξιστική διάσταση του ζητήματος, αλλά καταφέρνει να μεταδώσει τον ζόφο που σέρνεται διαδικτυακά και να εντοπίσει αυτή την ιδιαίτερη νεύρωση, μνησικακία μαζί με οργή, που διακατέχει αυτούς που θεωρούν τον εαυτό τους «κέντρο του σύμπαντος» αλλά από παντού και στα πάντα βλέπουν τις προσδοκίες τους να διαψεύδονται. Επίσης εκτιμήσαμε τον – απολύτως δικαιολογημένο – πεσιμισμό που διατυπώνει. Ενώ θέτει το αδιέξοδο κι άσκοπο ζήτημα του «κάτι πρέπει να κάνουμε, πρέπει να κινητοποιηθούμε», καταλήγει εντέλει στην παραδοχή ότι αυτό που συμβαίνει «είναι η πραγματικότητα του κόσμου μας» κι όλα θα εξελιχτούν «μέχρι να ωριμάσουν οι καρποί». Ασφαλώς! Στο όχι αισιόδοξο σημείο που βρισκόμαστε τώρα, επιβεβαιώνεται ο Καμύ που είχε γράψει στην Πανούκλα, ότι «η μάχη ενάντια στην αρρώστια είναι μια συνεχής ήττα»…
Harry Tuttle
cyborg #09 – 06/2017
Ο PewDiePie πιστεύει ότι το «θάνατος σε όλους τους εβραίους» είναι αστείο. Ακόμη δεν γελάσατε;
«Ήταν απλά ένα αστείο!» Πόσες φορές το έχετε ξανακούσει; Ένα ρατσιστικό σχόλιο δεν ήταν πράγματι ρατσιστικό – ήταν απλά ένα αστείο. Η δικαιολογία «απλά ένα αστείο» είναι η αγαπημένη δικαιολογία αυτών που προσπαθούν να αποφύγουν τις ευθύνες για πράξεις τους που δεν είχαν φανταστεί τις συνέπειες. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα του «απλά ένα αστείο» μας το πρόσφερε ο PewDiePie, ο μεγαλύτερος σταρ του YouTube.
Την Τρίτη [14/2], το YouTube και η Maker Studios, η εταιρεία ψηφιακής ψυχαγωγίας της Disney, επιβεβαίωσαν ότι διέκοψαν τα συμβόλαιά τους με τον 27χρονο σουηδό Felix «PewDiePie» Kjellberg, εξαιτίας αντισημιτικών σχολίων στα βίντεό του. Για να είμαστε ακριβείς, αυτό δεν σημαίνει ότι ο PewDiePie εξοβελίστηκε από το YouTube ή έχασε κανέναν από τα 53 εκατομμύρια ακολούθων του. Σημαίνει ότι δεν θα έχει πλέον τόση εύκολη πρόσβαση στις διαφημιστικές ευκαιρίες που του απέφεραν 15 εκατομμύρια δολάρια καθαρά κέρδη, το 2016 μόνο.
Ο PewDiePie πάντα προκαλούσε αντιδράσεις – η αφιλτράριστη συμπεριφορά του είναι αυτή που τον βοήθησε να μαζέψει ένα τεράστιο «bro army», όπως αποκαλεί τους οπαδούς του. Αλλά τώρα το παρατράβηξε. Μια έρευνα της Wall Street Journal βρήκε αντισημιτικές και ναζιστικές αναφορές σε εννιά βίντεό του. Ένα βίντεο της 11ης Ιανουαρίου, για παράδειγμα, παρουσιάζει δύο ημίγυμνους ινδούς να χορεύουν κρατώντας ένα πανό που γράφει «θάνατος σε όλους τους εβραίους».
Στις 12 Φεβρουαρίου, με ένα μήνυμα στο Tumblr, ο PewDiePie εξήγησε ότι το βίντεο δεν καλούσε πράγματι σε δολοφονίες εβραίων. Ήταν ένα αστείο! «Ήθελα να δείξω πόσο τρελός είναι ο σύγχρονος κόσμος, ιδιαίτερα κάποιες υπηρεσίες που διατίθενται online». Το βίντεο υποτίθεται ήθελε να καταδείξει την γελοιότητα του να υπάρχουν «άνθρωποι στο Fiverr [στμ: ένα website όπου πουλιούνται υπηρεσίες στην τιμή των 5 δολαρίων] που θα έλεγαν οτιδήποτε για πέντε δολάρια»· του «θάνατος στους εβραίους» περιλαμβανομένου.
Ο PewDiePie πράγματι κατάφερε να δείξει πόσο τρελός είναι ο σύγχρονος κόσμος – απλά όχι με τον τρόπο που ήθελε. Ο σάλος με τον PewDiePie είναι ένα σημαντικό μάθημα για τον τρόπο με τον οποίο ο ρατσισμός μπορεί να παρεισφρήσει στην κοινωνία και σταδιακά να εξελιχτεί σε κανονικότητα. Πιο συγκεκριμένα, ρίχνει ένα φως στον τρόπο με τον οποίο οι προκαταλήψεις προβάλλονται και διαδίδονται διαδικτυακά· στον τρόπο με τον οποίο ο ρατσισμός και το μίσος επωάζονται σε διαδικτυακές κοινότητες και διαχέονται στον offline κόσμο.
Ελάτε τώρα όμως! Στα σοβαρά ήταν αυτό παρατραβηγμένο; Ο PewDiePie μπορεί να είναι ένας βλαμμένος, αλλά σίγουρα δεν ήθελε το αστείο του πράγματι να τροφοδοτήσει τον αντισημιτισμό, σωστά;
Το θέμα είναι ότι οτιδήποτε κι αν εννοούσε ο PewDiePie, στην πραγματικότητα δεν έχει σημασία. Ένα αστείο ποτέ δεν είναι απλά ένα αστείο: έχει πάντα συνέπειες. Τα αστεία βοηθούν να προσδιοριστούν και να στερεοποιηθούν κοινωνικοί διαχωρισμοί. Είτε πιάνεις το αστείο κι είσαι ένας από εμάς, είτε δεν το πιάνεις κι είσαι ένας από αυτούς.
Τα αστεία επίσης βοηθούν να εξομαλυνθούν αδιανόητες ιδέες. Και ο PewDiePie έχει ήδη βοηθήσει να γίνει αυτό: βοήθησε να γίνει ο ρατσισμός λίγο πιο mainstream. Εν τέλει, εάν ένας τόσο διάσημος αστέρας του YouTube λέει τέτοια πράγματα, τότε πρέπει να είναι οκ, σωστά;
Πράγματι, η δουλειά του PewDiePie έχει εκθειαστεί από γνωστούς θιασώτες της λευκής ανωτερότητας, όπως ο Andrew Anglin, συντάκτης του daily stormer, ενός αμερικάνικου ειδησεογραφικού ναζιστικού blog. Στις 22 Ιανουαρίου, το blog άλλαξε το σύνθημά του και το έκανε «το νούμερο ένα παγκοσμίως site οπαδών του PewDiePie» κι ο Anglin έγραψε ένα άρθρο συγχαίροντας τον Kjellberg επειδή «έκανε τις μάζες να αισθάνονται άνετα με τις ιδέες μας».
Όπως τόνισε ο Anglin, ο PewDiePie είναι «σίγουρα ο άνθρωπος που παρακολουθούν οι περισσότεροι στον πλανήτη» και «είναι επίσης ο τύπος του ανθρώπου στον οποίο εύκολα εκατομμύρια άνθρωποι θα ορκίζονταν πίστη». Βλέπετε, ο PewDiePie δεν μοιάζει με τέρας. Είναι χαριτωμένος με αγορίστικο στυλ· είναι πλακατζής, όχι κήρυκας. Δεν καταλαβαίνεις ότι επηρεάζεσαι, νομίζεις ότι ψυχαγωγείσαι.
Η προπαγάνδα και οι προκαταλήψεις είναι παλιές όσο ο χρόνος και τα αστεία ήταν πάντα ένας από τρόπους με τους οποίους επωάζονταν σε μικρές ομάδες και διαχέονταν κατόπιν σε όλη την κοινωνία. Πάντως, καθώς οι καιροί αλλάζουν, αυτά τα αστεία βρίσκουν νέες μορφές για να εμφανίζονται. Για παράδειγμα, οι ναζί είχαν τις καρικατούρες στις εφημερίδες. (…)
Σήμερα οι εφημερίδες πεθαίνουν, αλλά έχουμε τα memes και τις διαδικτυακές κοινότητες. Κι αυτές έχουν δημιουργήσει τους δικούς τους ψηφιακούς τρόπους για να διαχέουν το μίσος. Οι περισσότεροι ξεκίνησαν με το 4chan, ένα διαβόητο φόρουμ που εξέθρεψε την ρατσιστική κουλτούρα των τρολς και βασικά έγραψε το εγχειρίδιο οδηγιών για το πώς η λευκή ανωτερότητα κωδικοποιείται και διασπείρεται online.
Το μίσος καμουφλάρεται πίσω από παράλογα memes κι ένα πομπώδες ρητορικό στυλ, κρυμμένο σε καρτουνίστικες φιγούρες όπως ο Pepe the Frog, η μασκότ της alt-right. Τίποτε δεν είναι σοβαρό· όλα είναι ένα αστείο.
Η Χάνα Άρεντ μίλησε κάποτε με ακρίβεια για την «κοινοτυπία του κακού». Για το πώς δηλαδή τα γρανάζια του καπιταλισμού επιτρέπουν σε τυράννους να επιβάλλουν τον έλεγχο και να μετατρέπουν το κακό σε αδιανόητες γραφειοκρατικές ενέργειες: οι άνθρωποι δεν είναι δολοφόνοι, «κάνουν απλά την δουλειά τους».
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η σύγχρονη ψηφιακή οικονομία έχει εκκολάψει μια νέα εκδοχή της κοινοτυπίας του κακού. Τα ρατσιστικά memes λειτουργούν σαν αστεία κατανοητά μόνο στο εσωτερικό μιας κοινότητας κι ενισχύουν διαδικτυακά τους δεσμούς μεταξύ αποξενωμένων λευκών αντρών. Το στυλ αυτών των memes, η παρατραβηγμένη, εξωφρενική φύση τους, μας κάνει να μην τα παίρνουμε στα σοβαρά. Τα απορρίπτουμε ως χιούμορ. Αλλά με αυτό τον τρόπο ο ρατσισμός έρπει κι αναπτύσσεται στη ζωή μας. Όχι μ’ ένα πάταγο, αλλά με μια ατάκα.
Από πότε ο φασισμός έγινε κουλ;
Τα αστεία του PewDiePie είναι η αιχμή του δόρατος
Όπως όλοι οι νεαροί αστέρες πριν από αυτόν, ήταν τελικά αναπόφευκτο για τον PewDiePie να προσπαθήσει να διαχωριστεί από την προσεγμένη εικόνα μέσω της οποίας απόκτησε φήμη. Για άλλους ήταν τα τατουάζ και τα ναρκωτικά αλλά για τον 27χρονο σταρ του YouTube, που έγινε γνωστός χάρη στην ενασχόλησή του με τα βιντεοπαιχνίδια, ήταν μια σειρά από αντισημιτικά σχόλια – γιατί ξέρεις, το να γελάς με το ολοκαύτωμα είναι μαγκιά.
Στα βίντεό του, που παρακολουθούν 53 εκατομμύρια συνδρομητές, έδειξε τη σβάστικα, έπαιξε το εμβατήριο των ναζί, έκανε κι έναν χιτλερικό χαιρετισμό. Τι πλακατζής! Στο πιο πρόσφατο βίντεο, ο PewDiePie, πραγματικό όνομα Felix Kjellberg (το αναφέρω επειδή αρνούμαι να γράψω ξανά ένα τόσο ηλίθιο παρατσούκλι) πλήρωσε δύο ινδούς μέσω ενός crowdfunding website, να σηκώσουν ένα πανό που έγραφε «θάνατος σε όλους τους εβραίους». Ένας λευκός τύπος με καθαρή αξία 124 εκατομμύρια δολάρια που βάζει δυο μελαμψούς φτωχούς ανθρώπους να σηκώσουν ένα πανό με κάλεσμα σε γενοκτονία είναι απίστευτος χαβαλές, δεν είναι; (…)
Δεν υπάρχει κάτι ιδιαίτερα καινούριο στα αστεία του Kjellberg – η χρήση ναζιστικών συνθημάτων κι αισθητικής για λόγους πρόκλησης ήταν κάτι που έκαναν νεαροί από παλιότερα. (…) Τι καλύτερος τρόπος να «την σπάσεις» στις αριστερές και φιλελεύθερες ελίτ αλλά και στους γονείς σου από το να παρελαύνεις σαν ο παλιός φασίστας εχθρός; Σήμερα όμως, στην ψηφιακή εποχή, εκτός από το «χώσιμο» στην μαμά και τον μπαμπά μόνο, η αντίδραση καταλήγει σε χιλιάδες κλικς στο διαδίκτυο. Αυτό είναι βούτυρο στο ψωμί ανθρώπων όπως ο Kjellberg.
Στο παρελθόν το να ζωγραφίζεις σβάστικες στις τουαλέτες του σχολείου μπορεί να μην ήταν θέμα, σήμερα όμως το ψηφιακό αντίστοιχο είναι, εξαιτίας του γεγονότος ότι οι πραγματικοί νεοναζί, φασίστες, εναλλακτικοί δεξιοί, ακροδεξιοί, ή όπως-αλλιώς-θες-να-ονομάζεις-εν-συντομία-τους-ρατσιστές, έβαλαν καινούρια κοστούμια και δοκιμάζουν να κάνουν την αποκρουστική πολιτική τους πιο ευκολοχώνευτη.
[Μία νέα εκδοχή του ρατσιστή είναι] αυτοί που λανσάρουν τα σκούρα κοστούμια και τα ακριβά παπούτσια σε συνδυασμό με λίγο ατημέλητο λουκ – κάτι σαν συνδυασμός παλιού άγγλου μαφιόζου και Milo Yiannopoulos. Το Southern Poverty Law Centre στην Αμερική συνόψισε αυτή την εικόνα, σχολιάζοντας τον Richard Spencer σαν μια «κουστουμαρισμένη εκδοχή του παλιού υπέρμαχου της λευκής ανωτερότητας. Ένα είδος επαγγελματία ρατσιστή με μοντέρνα ρούχα».Η χιλιαστική ορμή του Spencer και του Yiannopoulos, αλλά και τα «άκακα» ακραία αστεία του Kjellberg δουλεύουν για τον ίδιο σκοπό: να κάνουν τον ρατσισμό κανονικότητα. Η εναλλακτική δεξιά δεν απέχει πολύ ως προς τις πρακτικές από τους χίπστερς που δουλεύουν στις δημόσιες σχέσεις, ούτε οι ειρωνείες του Kjellberg για τους εβραίους απέχουν σε στυλ από τα αστεία με πορδές ενός παιδιού. Αυτό που καταφέρνουν είναι να κάνουν τις διακρίσεις σε βάρος μειονοτήτων να φαίνονται κοινωνικά αποδεκτές, πολιτιστικά επιτρεπτές, κανονικές.
Κάποτε είχε γραφτεί πώς είναι επίφοβο το γεγονός ότι οι άνθρωποι νομίζουν ότι ο φασισμός έρχεται με τέρατα που φοράνε στολές. Όχι, το 2017 ο φασισμός καταφτάνει φορώντας σακάκι, γραβάτα κι ένα κουμπί «subscribe now».
Η πτώση του μεγαλύτερου αστέρα του YouTube είναι το σύμπτωμα μιας σοβαρότερης αρρώστιας
(…) Για αυτούς που τα απεχθάνονται, τα βίντεο του Kjellberg, στα οποία σχολιάζει διάφορα καθώς παίζει βιντεοπαιχνίδια, είναι ανατριχιαστικά σαν νύχια που ξύνουν μαυροπίνακα, ακόμη κι όταν δεν περιλαμβάνουν αναφορές στους ναζί. Γι’ αυτό δεν προκαλεί έκπληξη το ότι έξω από την κοινότητα των παικτών βιντεοπαιχνιδιών, η πτώση του προκάλεσε μεγάλη ικανοποίηση.
Το γεγονός ότι καλύφθηκε σαν μια μεγάλη ιστορία με πλήρη δημοσιογραφική έρευνα από την WSJ αρκεί για να καταδείξει τόσο τις υπέρογκες αμοιβές των «διασημοτήτων» του διαδικτύου (το Forbes έκανε την εκτίμηση ότι τα κέρδη του Kjellberg το 2016 έφτασαν τα 15 εκατομμύρια δολάρια) όσο και το τεράστιο, αφοσιωμένο κοινό που ακολουθεί τέτοιους «αστέρες». Μέχρι τον Δεκέμβριο του 2016, το κανάλι του Kjellberg είχε 50 εκατομμύρια συνδρομητές.
Αυτή είναι η μία ιστορία που μπορούμε να πούμε. Πώς η τεχνολογία, το χρήμα και η διασημότητα συνδυάστηκαν στο πιο καυτό ζήτημα του 2017: την άνοδο του λευκού εθνικισμού και του φασισμού στην Αμερική. Θα ήταν το πιο εύκολο· αλλά δεν είναι αυτή όλη η ιστορία.
Η πραγματική ιστορία με τον PewDiePie δεν είναι ότι κάποιος που είσαι προδιατεθειμένος να αντιπαθήσεις – εξαιτίας του συνδυασμού αφέλειας κι αχαλίνωτης ενεργητικότητας που προβάλλει ή επειδή απορρίπτεις συνολικά την βιομηχανία που εκπροσωπεί ή σου φαίνεται εξωφρενικό κάποιος να βγάζει τόσα πολλά λεφτά κάνοντας ουσιαστικά τίποτε – πήρε τελικά αυτό που του άξιζε. Το θέμα δεν είναι εκεί και το ζήτημα με τον ίδιο τον PewDiePie είναι πέρα από αυτά. Ο PewDiePie είναι μία από τις 50 εκατομμύρια-και-μία σταγόνες σε έναν ωκεανό, πιασμένη σ’ ένα ρεύμα που καταλήγει σε μια αποκρουστική ακτή.
Η διαδικτυακή alt-right (εναλλακτική δεξιά) είναι χτισμένη πάνω στα lulz2 και πάνω σε καλά προστατευμένα προνόμια που απολαμβάνουν άνθρωποι χωρίς την προσωπική ικανότητα ή την ιστορική κατανόηση για να αντιληφθούν τα πράγματα που αυτά τα προνόμια τους επιτρέπουν να λένε. Το να ξαναγράψουμε την ιστορία του Felix Kjellberg προκειμένου να τον εμφανίσουμε σαν τέρας – πιάνοντας έτσι το ρεύμα των πρόσφατων ιστοριών με μεγάλη απήχηση, όπως του Milo Yiannopolous και του Richard Spencer – θα ήταν ερευνητική τεμπελιά και θα συσκότιζε ένα πολύ σημαντικότερο στοιχείο: ότι οι «edgelords», τα αγόρια και οι άντρες που μαζεύονται σε διαδικτυακές κοινότητες κι αναπαραγάγουν με ένταση κηρύγματα μίσους και μισογυνισμό, θα συνεχίσουν να σπρώχνουν τα όρια μέχρι να καταλήξουν σε ένα πραγματικά ζοφερό μέρος.
Επειδή η σχέση του PewDiePie με τους ακολούθους του, όπως αυτή του Milo με τους οπαδούς του, είναι τόσο ένα σύστημα αλληλο-επιβεβαίωσης, όσο και μια κουλτούρα αντρισμού, κάνουμε την λάθος διάγνωση να θεωρούμε αυτή την σχέση νορμάλ, τραβηγμένη μεν, αλλά όχι ασυνήθιστη. Την παίρνουμε τοις μετρητοίς, επειδή «οι άντρες είναι άντρες» και κάνουν τέτοια. Μπορεί να δαιμονοποιούμε ορισμένους (αυτούς που ξεφεύγουν εντελώς), αλλά συνεχίζουμε να τους αγνοούμε ως πραγματικότητα και μετά παριστάνουμε τους σοκαρισμένους όταν η εμμονή τους για προσοχή συνδυάζεται τελικά με την ικανότητά τους να ακούγονται.
Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε απλά με το τι είναι λάθος και σωστό. Φυσικά τα ρατσιστικά αστεία, τα τρολς και οι φασιστικές κοινότητες στο διαδίκτυο είναι λάθος· φυσικά κι έχουν ξεφύγει από τον έλεγχο με την υποστήριξη εταιρειών που τους παρέχουν πλατφόρμες για να οργανώνονται και να μιλάνε. Αλλά εδώ έχουμε να κάνουμε με το τι κρύβεται πίσω από την σκοτεινή πλευρά του διαδικτύου, κι αν μπορούμε να το σταματήσουμε.
Ο Kjellberg δεν είναι ούτε ο πρώτος, ούτε ο μοναδικός παραγωγός βίντεο του είδους του, αλλά το αποτύπωμά του είναι παντού. Η υπερπληθώρα βίντεο του τύπου «Let’s play» και ό,τι σχετικό με τα βιντεοπαιχνίδια, που αποτελεί το περιεχόμενο με τους περισσότερους συνδρομητές στο YouTube, φέρει τα σημάδια του, τα ιδιώματά του, την πιεστική γλώσσα του. Χάρη στην τύχη και τις ευνοϊκές συνθήκες, η επιρροή του σε μια ταχύτατα αναδυόμενη μηντιακή αγορά του 21ου αιώνα, είναι μόνιμη, δημιουργώντας τρόπους, σχήματα και πρότυπα έκφρασης, σε έκταση που ξεπερνάει την ίδια του την φήμη. Εάν το youtubing είναι τέχνη, τότε είναι ένας κατά λάθος Πικάσο.
Αλλά οι περισσότεροι άνθρωποι που συζητούνε τώρα σχετικά με τον Kjellberg, δεν είναι ιδιαίτερα εξοικειωμένοι με την φιγούρα του. Οι άνθρωποι τείνουν να υπερεκτιμούν το πόσο κοινές και διαδεδομένες είναι στην πραγματικότητα οι θέσεις τους και τα ενδιαφέροντά τους, ένα φαινόμενο που είναι γνωστό ως προκατάληψη της ψευδούς συναίνεσης. Η προκατάληψη αυτή εξηγεί το γιατί κάποιοι συγγενείς σου σοκάρονται διαρκώς από πράγματα που βλέπουν στο Facebook· εξηγεί σε μεγάλο βαθμό γιατί τόσο η δεξιά όσο και η αριστερά σοκάρονται από τις αντιδράσεις απέναντι στον Ομπάμα και τον Τραμπ. Εξηγεί επίσης γιατί ο Felix Kjellberg φαίνεται να είναι ένα τόσο εύκολο θέμα για δοκίμια και εξηγήσεις: επειδή ο Felix Kjellberg έχει απήχηση κυρίως σε νεαρούς, των οποίων οι ιδέες και οι εμμονές δεν λαμβάνονται σοβαρά υπόψη στις συζητήσεις για τα «μεγάλα θέματα».
Στις ηλικίες 13 ως 18, το περιοδικό Variety ανέφερε το 2014, ο PewDiePie είναι περισσότερο αναγνωρίσιμος από κάθε μεγάλο σταρ του κινηματογράφου. Εάν αυτό σας φαίνεται απίστευτο, τότε μπορείτε να καταλάβετε τι σημαίνει προκατάληψη ψευδούς συναίνεσης. Τα κολλημένα στις οθόνες παιδιά – που κατά βάση αγνοούν τα θέματα ψυχαγωγίας, ειδησεογραφίας και κουλτούρας που θεωρούμε σημαντικά και τον κόσμο όπως οι υπόλοιποι μπορεί να καταλαβαίνουμε – χτίζουν τον δικό τους κόσμο: χτίζουν το μέλλον. Πενήντα εκατομμύρια από αυτούς. Και οι οπαδοί του PewDiePie, είτε μας αρέσει είτε όχι, παίρνουν κάτι πραγματικό από αυτόν.
«Πολλοί άνθρωποι με βλέπουν σαν ένα φιλαράκι τους με το οποίο μπορούν να χαλαρώσουν 15 λεπτά την μέρα» εξήγησε ο Kjellberg το 2014. «Η μοναξιά μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή μας φέρνει κοντά. Αλλά ποτέ δεν θέλησα να γίνω πρότυπο· απλά θέλω να τους καλέσω να περάσουν λίγη ώρα μαζί μου».
Παρόλη την ανεπιτήδευτη και σχεδόν προσομοιωμένη οικειότητα που βγάζουν αυτές οι δηλώσεις, δεν υπάρχει τίποτε πιο απογοητευτικό από μια προσωπικότητα του YouTube που της ξεφεύγει ασυναίσθητα ένα ρατσιστικό σχόλιο ή μια απωθητική συμπεριφορά. Τις πρώτες βδομάδες του ’17, η αντιδραστική αντίληψη του Kjellberg για τις κοινωνικές και πολιτικές δυναμικές οδήγησε, όπως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, σε καταστροφή.
Πρώτα η βρετανική The Sun εντόπισε ένα απόσπασμα από ένα βίντεο, στο οποίο ο Kjellberg χρησιμοποιεί έναν ρατσιστικό χαρακτηρισμό κατά τη διάρκεια μιας ιδιαίτερα θριαμβευτικής στιγμής. Μερικές μέρες αργότερα, μια όλο και πιο έντονη τάση αναφορών στους ναζί, τον χίτλερ και την αντισημιτική θεματολογία – η Wall Street Journal μέτρησε εννιά – κατέληξε εκρηκτικά σε ένα βίντεο στο οποίο ο Kjellberg προσέλαβε δύο άντρες από την Ινδία να σηκώσουν ένα πανό που έγραφε «θάνατος σε όλους τους εβραίους» (μια παραγγελία που ο Kjellberg ισχυρίζεται ότι ποτέ δεν πίστεψε ότι θα την έκαναν πράξη).
Ο Kjellberg δεν υπήρξε ποτέ ένα ιδιαίτερα καλλιεργημένο άτομο. Τα αποσπασματικά, τσιριχτά κορακίστικά του περιείχαν πάντα πολλές αναφορές σε «bitches» και η επιμονή του να αναφέρεται στους οπαδούς του ως «bros» είναι αναπόσπαστο μέρος της μη ρεαλιστικής ανδροκεντρικής οπτικής που η κουλτούρα του gaming έχει σχηματίσει για το κοινό της. Και σαν ένας διαμορφωτής, ο Kjellberg ενισχύει την κουλτούρα αυτή καλλιεργώντας την. Είναι τόσο δημιούργημα όσο και καθοδηγητής μιας ανδροκρατικής βιομηχανίας και κουλτούρας που περνάει μια σοβαρή κρίση ταυτότητας.
Οι ειρωνείες του reddit, οι εικόνες με τον Pepe the frog κι όλα τα αντίστοιχα διαδικτυακά σοκαριστικά αστεία, γεννιούνται από μία κουλτούρα που είναι απομονωμένη από την πραγματική ζωή. Αστεία με τον χίτλερ ή αστεία με βιασμούς ξεκινούν αρχικά από αφέλεια, αλλά τελικά σκληραίνουν και γίνονται πεποιθήσεις: πάρτε για παράδειγμα όλους αυτούς τους κωμικούς που πιάνονται απροετοίμαστοι όταν κάνουν ένα κακό αστείο και μετά, από αντίδραση στις επικρίσεις, το χοντραίνουν ακόμη περισσότερο και καταλήγουν μοχθηροί. Προβάλλοντας τις σκιές μας πάνω στον Άλλο – εμείς, οι καλοί άνθρωποι, που ψάχνουμε και κατακεραυνώνουμε αυτούς που είναι κατά βάθος κακοί – μας εμποδίζει να δούμε πώς αυτές οι κοινότητες ξεκινούν, μεγαλώνουν και τρέφονται από την απόρριψη.
Όχι, δεν επιχειρηματολογούμε κατά της πολιτικής ορθότητας, που είναι ένα άθλιο κατασκεύασμα του συντηρητισμού, ούτε καλούμε σε συμπάθεια για τα ιντερνετικά τρολς. Αλλά το ηλιακό φως προσφέρει την καλύτερη αποστείρωση και όσα δεν βλέπουμε – ή αρνούμαστε να δούμε – δεν μπορούμε να τα διορθώσουμε. Κλείνοντας τα μάτια μπροστά στις απεχθέστερες πλευρές τις κουλτούρας μας, βάζουμε τα τρολς σε μια θέση από την οποία μπορούν να κάνουν την χειρότερη ζημιά.
Είμαστε προδιατεθειμένοι να κρατιόμαστε μακριά από τους σπασίκλες του reddit, τα τρολς με τα anime-avatar και (τώρα τελευταία) τις νεράιδες με τα ναζιστικά χαρακτηριστικά, έτσι όλα αυτά τα πλάσματα μένουν αόρατα – μέχρι που παύουν να είναι. Γίνονται κοινότητες που στην αρχή φαίνονται σαν να ήρθαν από το πουθενά. Αλλά από κάπου έρχονται: την βαρεμάρα, την μοναξιά και το καθολικό συναίσθημα (που πολλοί από εμάς ξεπέρασαν ευτυχώς κατά την παιδική ηλικία) ότι είσαι το κέντρο του σύμπαντος, αλλά όλοι σε κακομεταχειρίζονται παρ’ όλη την προσπάθεια που κάνεις.
Για αυτά τα αγόρια, ο βιασμός και η Άννα Φρανκ είναι εξίσου ιστορίες με φαντάσματα, απλά μονοπάτια προς τον εξτρεμισμό. Το θέμα είναι ότι αυτή η γενιά των βαθιά ταραγμένων σπασίκλων θα φωνάζει πάντοτε δυνατότερα, θα φωνάζει ο ένας πάνω από τον άλλο, θα φωνάζουν πάνω από τις γυναίκες. Οι σπασίκλες φωνάζουν επειδή νομίζουν ότι δεν ακούγονται· αυτός είναι ο μόνος λόγος που οποιοσδήποτε φωνάζει.
Χρειάζεται ένα μόλις μικρό βήμα ώστε αυτοί που αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους ως θύματα-ήρωες να σχετιστούν με τους edgelords που ωθούν ο ένας τον άλλον στον εξτρεμισμό, ακριβώς όπως συμβαίνει με τους ακτιβιστές των «αντρικών δικαιωμάτων» ή τις μάτσο τυπάρες με τα φτιαγμένα, τερατώδη αυτοκίνητα: κανείς άλλος δεν καταλαβαίνει το ζόρι που τραβάνε, την ανάγκη τους για αναγνώριση, την ανάγκη τους για βοήθεια. Στην πραγματικότητα, διασύρονται διαρκώς για την συμπεριφορά τους. Έτσι σπρώχνουν ο ένας τον άλλο, κι επειδή όλο το χιούμορ ξεκινάει από έναν σπόρο δυσφορίας, και οι σπόροι μπορεί εν τέλει να ανθίσουν, τα αστεία μίσους καταλήγουν τελικά σε ωμό μίσος.
Φανταστείτε τα αποδεκτά όρια του μίσους στο χιούμορ, έστω λίγες δεκαετίες πριν, με ειρωνείες για τους μαύρους ή αστεία για την ενδοοικογενειακή βία, και πώς αυτά μπορεί να διευρύνθηκαν χωρίς σοβαρή αντίδραση από την κοινωνία ώστε να μπει ένας φραγμός. Φανταστείτε τώρα ότι οι αυτοί που έκαναν τέτοια δήθεν αστεία υπάρχουν σήμερα σε έναν κόσμο που όσο τουλάχιστον μπορούν να καταλάβουν, είναι γεμάτος από ανθρώπους που τους επικροτούν και τους πιέζουν να συνεχίσουν.
Επειδή παραβλέπουμε αυτούς τους τύπους καθώς πηγαίνουν από το Α στο Β, υποθέτουμε ότι το Α είναι ίδιο με το Β· ποτέ δεν «άλλαξαν», απλά αποκαλύφθηκαν. Η πραγματικότητα είναι ότι κοιτούσαμε αλλού, ίσα-ίσα μέχρι η αλλαγή να συντελεστεί έξω από την περιφερειακή μας όραση. Η πραγματικότητα είναι ότι η κατάσταση απαιτούσε όρια, αλλά δεν τα βάλαμε, επειδή αυτοί οι τύποι είναι πολύ αηδιαστικοί για να ασχοληθούμε μαζί τους. Τραβώντας μια βολική γραμμή ανάμεσα στους «βλαμμένους του reddit» από την μία και τα «τέρατα» από την άλλη δεν βοηθάει καθόλου στο να τους σταματήσουμε, πόσο μάλλον να τους βοηθήσουμε. Απλά βολεύει εμάς τους υπόλοιπους.
Συνηθίσαμε τόσο πολύ να επικαλούμαστε τον «νόμο του Godwin» (την ιδέα ότι κάθε συζήτηση στο ιντερνέτ θα φτάσει εν τέλει στο σημείο που κάτι θα συγκριθεί με τον χίτλερ ή τους ναζί) ώστε τον εσωτερικεύσαμε και πια δεν μπορούμε να ακούσουμε συγκεκριμένα πράγματα επειδή είναι πολύ χοντρά για να τα αφήσουμε. Όταν λες κάτι τόσο χοντρό και το φτάνεις σε τέτοια άκρα και παρόλα αυτά δεν ακούγεσαι, συνεχίζεις να φωνάζεις όλο και δυνατότερα, χοντραίνοντάς το περισσότερο κάθε φορά. Κι αν ακόμη αισθάνεσαι αγνοημένος; (…)
Φανταστείτε πόσο εύκολο θα ήταν να ειδωλοποιήσετε κάποιον ο οποίος πετυχαίνει να διευρύνει το προσωπικό σας «πλαίσιο Overton» 3 – την κατηγορία με όλα όσα θεωρείτε αδιανόητα – ώστε να περιλάβει τα πράγματα που δεν θα τολμούσατε να πείτε έξι μήνες πριν, κάθε έξι μήνες. Είναι ένα υπέροχο συναίσθημα απελευθέρωσης και παραβατικότητας που δεν εξαντλείται ποτέ: ό,τι σε έκανε να ανατριχιάζεις πριν, τώρα ακούγεται κοινότυπο, όλοι το λένε, όλοι το έχουν κανονικοποιήσει και τώρα πρέπει να προχωρήσουμε σε κάτι άλλο. Σε κάτι χειρότερο ή αλλιώς κανείς δεν θα το προσέξει. Αυτή η ανταποδοτική διαδικασία παρέχει ισχυρότατη επιβεβαίωση, διδάσκοντας ότι το χειρότερο πράγμα που κάποιος μπορεί να σκεφτεί δεν τον κάνει ένα άθλιο άτομο, αλλά ήρωα.
Αυτή η στρατηγική ομαδικής θεραπείας περιλαμβάνει επίσης ένα είδος αλληλο-αδειοδότησης: παραβλέπουμε τον βαθμό στον οποίο οι άντρες παρατηρούν διαρκώς ο ένας τον άλλο, ή τον «αρχηγό» αν υπάρχει, για να δουν πού είναι το όριο – παράδειγμα ο Τραμπ να λέει στον Billy Bush «αυτές σ’ αφήνουν να κάνεις οτιδήποτε». Όταν καμία πλευρά αυτής της συζήτησης δεν έχει το κύρος ή την αυθεντία για να επιβάλλει όρια, τότε γίνεται ένα αυτοτροφοδοτούμενο σύστημα επικύρωσης και συναίνεσης· ο ένας δικαιολογεί κι επιβεβαιώνει τον άλλο μέχρι να φτάσουν στα άκρα.
Η άνοδος και η πτώση μετά, ακολουθούν προδιαγεγραμμένη πορεία: είναι το υπερκινητικό παιδί στο τραπέζι που προκαλεί το γέλιο και μετά συνεχίζει τις χαζομάρες τόσο ώστε στο τέλος να το απομακρύνουν. Μόνο που στην περίπτωση του Kjellberg, η προσοχή δεν προερχόταν από ενήλικες, αλλά από μία βάση οπαδών για την οποία ξόδεψε πέντε χρόνια καλλιεργώντας την και ευχαριστώντας την και αυτή σε αντάλλαγμα τον προέτρεπε στα πάντα.
Η αμφισβήτηση αυτού του πλαισίου – της συλλογικής ιδεολογίας, των συμπλεγματικών τρόπων που τα αγόρια και οι άντρες χρησιμοποιούν για να επιτηρούν κι ελέγχουν τη συμπεριφορά τη δική τους και των άλλων – σημαίνει το σπάσιμο των κανόνων αυτής της «Λέσχης Αντρών». Είναι αδύνατο να θέσεις ερωτήσεις χωρίς να βρεθείς αντιμέτωπος με τα κόμπλεξ του αντρισμού και τα επιχειρήματα «δεν είναι όλοι οι άντρες το ίδιο» προς υπεράσπιση της αρρενωπότητας: «πώς τολμάς να λες ότι ακολουθώ την αγέλη και τον αρχηγό;»
Σε μια ιστορία όπως αυτή με τον Kjellberg, προκύπτει επίσης η ιδέα ότι εάν το να είσαι «οπαδός» είναι μέρος της ταυτότητάς σου, τότε οποιαδήποτε αμφισβήτησή του «ήρωα» είναι επίσης προσβολή σε βάρος σου, τουλάχιστον σε δύο επίπεδα: τόσο σαν εξαιρετικού, ανεξάρτητου σκεπτόμενου ατόμου, όσο και σαν ανθρώπου με εκλεπτυσμένα γούστα ώστε να σου αρέσουν τα πράγματα που σου αρέσουν. Μια έρευνα πάνω στην κουλτούρα ενός τέτοιου ατόμου – μ’ ό,τι κι αν έχει να κάνει: βιντεοπαιχνίδια, το YouTube ή την λευκή ανωτερότητα – είναι απολύτως μια επίθεση σε βάρος του από μία γωνία που δεν μπορεί να δει ακόμη κι αν είχε μάτια στην πλάτη. Επειδή, όπως με κάθε ερώτημα που αφορά προνόμια, οι συνέπειες έχουν υπαρξιακές διαστάσεις: το άτομο νομίζει ότι ο κόσμος είναι έτσι, αλλά στην πραγματικότητα είναι αλλιώς κι ο εγκέφαλός δεν είναι ικανός να κάνει επεξεργασίες με τέτοιο τρόπο.
Εντέλει, όλα καταλήγουν σε ένα στάτους κβο αυτό-προστασίας κι αυτό-θεραπείας που κατευθύνεται ελικοειδώς στην τρέλα, με όλους στην μάζα να διαβεβαιώνουν ο ένας τον άλλο ότι όλα είναι κανονικά, όλα είναι οκ: στην πραγματικότητα είναι οι άλλοι που δεν καταλαβαίνουν. Κάθε edgelord και κάθε εκκολαπτόμενος φασίστας φαντασιώνεται τον εαυτό του ως Neo του Matrix που ανοίγει τα μάτια του στην κρυφή αλήθεια.
Η φαντασίωση του Εκλεκτού είναι η πλέον δύσκολη να σπάσει ή να ανακοπεί, επειδή ταΐζει πλουσιοπάροχα την λαιμαργία του Εγώ – κι επειδή δεν υπάρχει κανένα στοιχείο, επιχείρημα ή ντροπή να την εμποδίσει· καταβροχθίζει τα πάντα. Είναι αυτό που ακόμη και κάποιοι σε αυτούς τους χαλαρούς κύκλους των προνομιούχων κομπιουτεράκηδων αναγνωρίζουν σαν «Xanatos Gambit»4: είτε έτσι, είτε αλλιώς, κερδίζω. Μπορούμε να εντοπίσουμε μια εκδοχή αυτής της συνθήκης σε μια παλιότερη απάντηση του PewDiePie στις επικρίσεις: «Νομίζω ότι το να παριστάνουμε την αστυνομία της πολιτικής ορθότητας στο τέλος θα μας γαμήσει όλους» είχε πει σε ένα βίντεο «και αυτό τον χρόνο, το 2017, αποφάσισα να κάνω ένα βήμα πίσω. Από δω και πέρα θα είμαι ο αληθινός εαυτός μου».
Προσθέστε σε αυτά το γεγονός ότι στην κουλτούρα μας οι άντρες εκπαιδεύονται να θεωρούν τον εαυτό τους ως τον μόνο αντικειμενικό κι ορθολογικό παράγοντα και τότε θα δείτε μια ειδική μορφή ριζοσπαστικοποίησης για την οποία δεν έχουμε καν όνομα, επειδή είναι καινούργια. Σε άλλες χώρες, εάν ένας νεαρός άντρας αισθάνεται τόσο σημαντικός και σωστός κι επίσης τόσο παραγνωρισμένος ώστε να είναι πρόθυμος να ξεπεράσει τα όρια ή να βλάψει άλλους προκειμένου να γίνει ακουστός, υπάρχει ένα όνομα για αυτό: τρομοκρατία. Απλά δεν μπορούμε να το δούμε στον εαυτό μας.
Κάπου στα τελευταία 10-20 μηνύματα στο facebook – δεν χρειάζεται να πάτε πιο κάτω – θα βρείτε κατά πάσα πιθανότητα ένα μήνυμα από κάποιον κοντινό με αστεία για την «Λίστα του Σίντλερ», ή με αναφορές για το πώς κάποιο βιντεοπαιχνίδι είναι «εντελώς βιασμός», ή με συγκαλυμμένες-ή-όχι-και-τόσο-συγκαλυμμένες διαπιστώσεις ότι κάποιες γυναίκες «είναι πουτάνες».
Είναι «τέρατα»; Όχι. Αλλά χρησιμοποιείτε τα «τέρατα» για να προφυλάξετε τον εαυτό σας από το να αναγνωρίσετε τερατώδη στοιχεία πάνω τους, για να αποφύγετε να τους αντιμετωπίσετε, για να μην χρειαστεί να σηκώσετε το καπάκι κι ανακαλύψετε τι συμβαίνει πιο μέσα. Προτιμάτε να περιμένετε κι ελπίζετε ότι το τέλος της ιστορίας θα είναι κάπως διαφορετικό για τον δικό σας άνθρωπο. Η βία, το μίσος, ο οργανωμένος εξτρεμισμός είναι για άλλους, όχι για αυτούς που ξέρουμε.
Ο PewDiePie είναι σύμπτωμα μιας αρρώστιας της πλειοψηφίας, αλλά επειδή συνέβη να γίνει πλούσιος, μας φαίνεται αρκετό να σταματήσουν οι αντιδράσεις σ’ αυτόν. Η πτώση του προκαλεί αισθήματα αντικαπιταλιστικά, αντικομφορμιστικά, μας κάνει να αισθανόμαστε όλα αυτά τα πράγματα που μας αρέσουν όταν προσπαθούμε να αποδείξουμε ότι είμαστε καλύτεροι. Αλλά η αλήθεια είναι ότι το έδαφος στο οποίο αναπτύσσονται τέτοιες καταστάσεις είναι η πραγματικότητα του κόσμου μας και θα συνεχίσουμε να ενθαρρύνουμε τέτοιες συμπεριφορές και νοοτροπίες, μέχρι να ωριμάσουν οι καρποί τους.
Ο λόγος για αυτό είναι τρομερός και εξαιρετικά απλός: επειδή η κλαψιάρικη αλαζονεία κι αυτοϊκανοποίηση της λευκής, αντρικής οργής – από το gamergate ως τους anonymous, από το wikileaks ως το fappening, όλες αυτές οι αναπτυσσόμενες μορφές της σύγχυσης και της οργής της «alt-right» που με δυσκολία θα εντοπίζατε ακόμη και στην ριζοσπαστική δεξιά – είναι τόσο αποκρουστικές που είναι σχεδόν αδύνατο να δούμε καθαρά χωρίς προσχήματα κι αμφιβολίες. Αλλά δεν θα βρούμε θεραπεία, ούτε αυτοί θα βρούνε θεραπεία, εάν δεν προσπαθήσουμε. Η κατάντια τους είναι οικτρή, αλλά παρακολουθείστε καθώς εξαπλώνεται.
- Οι Yiannopoulos και Spencer είναι δύο από τους κυριότερους – κι εξαιρετικά αγαπημένους στα media – εκφραστές της ακροδεξιάς στις ΗΠΑ. Φανατικοί υποστηρικτές του Τραμπ και πρωτεργάτες της alt-right (μάλιστα ο Spencer είναι εμπνευστής του όρου). Ο μεν Yiannopoulos έγινε γνωστός χάρη στις προβοκατόρικες τοποθετήσεις του εναντίον μεταναστών, γυναικών κι ομοφυλόφιλων, ο δε Spencer είναι υπέρμαχος της λευκής ανωτερότητας, νοσταλγός των ναζί κι εμπνευστής του σχεδίου μετατροπής των ΗΠΑ σε «καταφύγιο της λευκής φυλής» μέσω μιας «ήπιας εθνοκάθαρσης». Και οι δύο έχασαν πόντους δημοσιότητας όταν ο πρώτος μίλησε θετικά για την παιδοφιλία και ο δεύτερος μαγνητοσκοπήθηκε να χαιρετά ναζιστικά σε πανηγυρική συγκέντρωση για την νίκη του Τραμπ. Το σχετικό «σκάνδαλο» και η προσωρινή αποπομπή τους από την πρώτη γραμμή της πολιτικής είχαν την λειτουργία του κατευνασμού και καθησυχασμού: εφόσον αυτά οι δύο ακραίοι εξορίστηκαν κάτω από μαζικές ιαχές αποδοκιμασίας, τότε λύθηκε το πρόβλημα του φασισμού. Οκ… ↩︎
- Lulz: ιντερνετική αργκό. Εναλλακτική εκδοχή στον πληθυντικό του παλιότερου lol (συντομογραφία του laughing out loud ή του lots of laughs). Το lol είναι το απολύτως στοιχειώδες σχόλιο συμφωνίας / επικρότησης / επιβράβευσης οποιουδήποτε περιεχομένου στο διαδίκτυο. Στις υποκουλτούρες που έχουν αναπτυχθεί online, το lol αποτελεί την θεμελιώδη μονάδα μέτρησης της επιτυχίας και το τυποποιημένο επιχείρημα «I did it for the lulz» αποτελεί με την σειρά του την μόνη κι ικανή δικαιολόγηση οποιουδήποτε διαδικτυακού κρετινισμού. Είναι ένας φαύλος κύκλος: η βλακεία επιβραβεύεται με βλακώδη σχόλια, τα οποία ωθούν σε ακόμη μεγαλύτερες βλακείες, μέχρι να χαθεί κάθε έλεγχος λογικής και το σπιράλ των lulz να καταλήξει στην ωμότητα. ↩︎
- Overton window: το φάσμα των ιδεών / απόψεων που είναι κοινωνικά αποδεκτές έως ανεκτές. Η έννοια προέρχεται από την οικονομία των media και πρωτοδιατυπώθηκε από τον Joseph Overton, στέλεχος ενός ερευνητικού κέντρου για τα media. Το Overton window είναι μία προσέγγιση του δημόσιου λόγου, σύμφωνα με την οποία το τι επιτρέπεται να ακουστεί δεν ταυτίζεται με την κυρίαρχη άποψη, αλλά κινείται σ’ ένα ευρύτερο πλαίσιο που κωδικοποιημένα είναι το «οριακά αποδεκτό, ευαίσθητο, δημοφιλές, κυρίαρχο». ↩︎
- Όρος βγαλμένος από τα επιτραπέζια και βίντεο-παιχνίδια. Πρόκειται για ένα καλοσχεδιασμένο πλάνο κινήσεων του οποίου τα αποτελέσματα, ασχέτως του ποιος κερδίζει ή χάνει, ευνοούν τον οργανωτή του σχεδίου. ↩︎