ιστορία επιστημονικού μυστικισμού: τάο και φυσική

Είναι οι σύγχρονες τεχνο-επιστήμες, τα τεχνοεπιστημονικά μέσα του βιο-πληροφορικού (καπιταλιστικού) παραδείγματος, μαγεία; Η ερώτηση, σαν τέτοια, θα μπορούσε να θεωρηθεί προκλητική. Στην εποχή των bytes και των γονιδίων τι θα μπορούσε να θεωρηθεί “μαγικό”; Οι οθόνες αφής; Οι έξυπνες μηχανές; Οι γενετικοί ανασχεδιασμοί; Τα ρομπότ σε μέγεθος εντόμου; Η χαρτογράφηση των αντιδράσεων του εγκεφάλου χωρίς αυτές να εκφράζονται με ομιλία ή/και μορφασμούς;

Ωστόσο, η γενικευμένη χρήση εργαλειομηχανών τσέπης (για παράδειγμα τα τωρινά smart phones) ή η γενικευμένη χρήση βιοτεχνολογικών εφαρμογών (για παράδειγμα η in vitro ανθρώπινη γονιμοποίηση), η εγγύτητα, η συνάφεια, η μέση κοινωνική εξοικείωση με αντικείμενα ή διαδικασίες hi tech, καθόλου δεν αποκλείει την φετιχιστική αντιμετώπισή τους. Το αντίθετο ακριβώς συμβαίνει.

Δεν πρόκειται μόνο για τον φετιχισμό του εμπορεύματος – τον οποίο σωστά είχε προβλέψει ο Μαρξ. Πρόκειται για έναν γενικευμένο τεχνολογικό φετιχισμό, κατ’ αρχήν σε ότι αφορά όλες αυτές τις εφαρμογές που διαρκώς πολλαπλασιάζονται στην καθημερινή ζωή των πρωτοκοσμικών. Πρόκειται για μια γενικευμένη τεχνολογική μάγευση, που θα γίνεται διαρκώς και πιο έντονη, όσο μεγαλώνει η απόσταση των γνώσεων του “μέσου χρήστη” των μηχανών ή των διαδικασιών, απ’ την λειτουργία, την κατασκευή, την ιστορική προέλευση, τα υλικά, το γνωσιακό υπόβαθρο όλων αυτών των “θαυμάτων”. Ήδη οι εργαλειομηχανές τσέπης είναι “μαγικές”: κάνουν πράγματα και θαύματα, τόσα και τέτοια που είναι πολύ περισσότερα απ’ οτιδήποτε θα μπορούσαν καν να φανταστούν (ή να ζητήσουν) οι χρήστες τους.

Ο φετιχισμός του εμπορεύματος, στη γενικότητά του, βρίσκεται στη μια άκρη της καταναλωτικής αλυσίδας. Στην άλλη βρίσκεται η διαφήμιση. Η διαφήμιση είναι η μυθο-λογία για τα προσόντα και τις ικανότητες των εμπορευμάτων. Συνεπώς, αν στη μια άκρη βρίσκεται ο καταναλωτής, στην άλλη άκρη βρίσκεται κάποιο team ειδικών της μαζικής κουλτούρας, της μαζικής ψυχολογίας, κλπ.

Ο φετιχισμός του high tech εμπορεύματος, ή, ακόμα και “μη εμπορεύματος” με την άμεση έννοια (όπως είναι, για παράδειγμα, τα social media τα οποία διατίθενται προς χρήση δωρεάν) έχει επιπλέον χαρακτηριστικά. Η μαγεία της τεχνολογίας έχει στην αρχή και στο τέλος της ιδιαίτερες στάσεις και συγκεκριμένες ιδέες που αφορούν τα υψηλού επιπέδου εργαλεία (και τις επιστήμες που διαμορφώνουν αυτό το υψηλό επίπεδο) και την αξία τους μέσα στις κοινωνίες. Στους πρώτους κρίκους της αλυσίδας – της – μάγευσης δεν βρίσκονται μόνο οι ειδικοί της προώθησης εμπορευμάτων. Αλλά και οι επαγγελματικές ιδεολογίες των τεχνοεπιστημόνων. Είναι ένας βασικός πυρήνας επαγγελματικών ιδεολογιών που έχουν σχέση όχι μόνο με τον καταμερισμό εργασίας και εξουσίας μέσα στον καπιταλισμό (καταμερισμός που είναι, πλέον, ασταθής) αλλά και με την νομιμοποίηση αυτού του καταμερισμού, μέσα στο σύνολο των κοινωνικών διαδικασιών. Ο ειδικός της τεχνοεπιστήμης δεν είναι απλά φορέας μιας διαχωρισμένης “γνώσης” (τα εισαγωγικά είναι εδώ σκόπιμα) στην οποία μπορεί και πρέπει να ασκείται κριτική για την μερικότητα, τα προνόμια ή το (κοινωνικό) κόστος της. Ο ειδικός αυτός είναι επίσης αναπαραγωγός ενός αόρατου (ίσως) αλλά συμπαγούς και αδιάλλακτου συστήματος σφετερισμών – μέσω – της – γνώσης (ή της άγνοιας)· της ιεράρχησης, της τυποποίησης ή του αποκλεισμού των όποιων γνώσεων. Ο Φουκώ θα μιλούσε για την γνώση / εξουσία. Δεν παραλείπουμε καθόλου αυτήν την σημαντική προσέγγιση. Την αντιλαμβανόμαστε δίπλα σ’ ένα πιο παραδοσιακό σχήμα, της γνώσης / κεφάλαιο και της γνώσης / εργασία.

Ο φετιχισμός των τεχνοεπιστημόνων, τα θεωρήματα (συνήθως αυθαίρετα ή κατά συνθήκην) της γνωσιακής υπεροχής τους επειδή είναι πολύ κοντύτερα στην Αλήθεια του Κόσμου (με το “α” κεφαλαίο) σε σχέση με τον κάθε μη ειδικό, ο γνωσιακός φετιχισμός των πρώτων κρίκων της αλυσίδας, των κορυφών της όποιας γνωσιακής πυραμίδας, αυτός λοιπόν ο ειδικός φετιχισμός είναι που διατρέχει όλη την αλυσίδα νοματοδοτήσεων και αξιολογήσεων όταν πρόκειται για αντικείμενα ή/και διαδικασίες των τεχνοεπιστημών. Ο καταναλωτής (ο τελικός χρήστης / χειριστής / ωφελούμενος) υπο-δέχεται όχι μόνο την υποτιθέμενη αυταξία της χ ή της ψ εφαρμογής (συσκευής ή/και διαδικασίας), αλλά κι όλη την ιεραρχία της γνωσιακής διαστρωμάτωσης, που παράγουν και αναπαράγουν υπέρ τους οι ειδικοί τεχνο-επιστήμονες. Τηρουμένων των αναλογιών πρόκειται για το ίδιο μοντέλο με εκείνο της θρησκείας. Υπάρχει διαφορά ανάμεσα στα “θαύματα της πίστης” και στα “θαύματα της τεχνολογίας”, και φυσικά οι οπαδοί των δεύτερων κοροϊδεύουν τα πρώτα (μέχρις ότου αποδείξουν οι κβαντοφυσικοί ότι τα πρώτα είναι, επίσης, πραγματικά). Όμως υπάρχει μεγάλη ομοιότητα στις ιδεολογικές λειτουργίες.

Εννοούνται (για να μην κατηγορηθούμε) δύο πράγματα. Πρώτον, ότι είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα η όποια γνώση απ’ την ιδεολογική (ή, ακόμα σημαντικότερο, η φετιχιστική) επένδυσή της. Το γνωρίζω με τρόπο τεκμηριωμένο, είναι σημαντικό. Εξίσου σημαντικό είναι και το δεν γνωρίζω. Η ιδεολογία (και ο φετιχισμός) των τεχνοεπιστημών είναι να αρνούνται συστηματικά το δεύτερο. Εμφανίζουν κατηγορηματικές Αλήθειες (με το “α” κεφαλαίο) αν και εκείνες που αντέχουν να είναι τέτοιες, είναι πολύ λιγότερες απ’ όσες σερβίρουν. Και πιο περιορισμένης ισχύος.
Δεύτερον, ο “μη ειδικός” δεν είναι γνώστης, ειδικά όταν θεωρεί πως “ξέρει” επειδή σέρφαρε στον κυβερνοχώρο και τσιμπολόγησε τις ανοησίες που του έκαναν εντύπωση… 

Αυτή εδώ η αναφορά ασχολείται την μεταφυσική των τεχνο-επιστημών. Δεν είναι ένας πλήρης οδηγός, αλλά μια εισαγωγή. Η αφορμή είναι κάπως παλιά. Ωστόσο έκανε μεγάλη αίσθηση στην εποχή της. Και, γι’ αυτό, είναι διδακτική.

τάο και φυσική

Πριν 5 χρόνια είχα μια πανέμορφη εμπειρία. Αυτή ήταν που μ’ έβαλε σ’ έναν καινούργιο δρόμο κι αυτή ήταν που με οδήγησε στη συγγραφή αυτού του βιβλίου. ‘Ενα απόγευμα του καλοκαιριού κάθισα κοντά στη θάλασσα. Με πήρε η ώρα καθώς κοιτούσα αφηρημένος τα κύματα να σκάνε στην αμμουδιά. Άλλο δε διαπερνούσε τη σκέψη μου, παρά ο ρυθμός της ανάσας μου και η αναλογία του μ’ εκείνον των κυμάτων.
Ξαφνικά συνειδητοποίησα πως το εγώ μου, το άμεσο και απώτερο περιβάλλον μου, το σύμπαν, ακολουθούσε τα βήματα ενός υπέροχου χορού. Σαν καθηγητής της Φυσικής, ήξερα πολύ καλά, πως η άμμος, τα βράχια, το νερό κι ο αέρας γύρω μου, δεν ήταν τίποτα περισσότερο από σύνολα παλλόμενων μορίων και ατόμων, που στην αδιάκοπή τους κίνηση αλληλοεπιδρούν το ένα στ’ άλλο, δημιουργώντας και καταστρέφοντας κάθε στιγμή άλλα μόρια κι άλλα άτομα. Ήξερα, ακόμα, πως η γήινη ατμόσφαιρα βομβαρδίζεται ασταμάτητα από τις “κοσμικές ακτινοβολίες”, που μεταφέρουν μόρια με υπερβολικό ενεργειακό φορτίο από την άκρη του σύμπαντος και προκαλούν αναρίθμητες συγκρούσεις με τα μόρια του αέρα.
Όλα αυτά μου ήταν γνώριμα και κατανοητά, εφόσον χρόνια τώρα σπούδαζα θεωρητική φυσική, αλλά μέχρι εκείνο το απόγευμα είχα συλλάβει αυτές τις έννοιες μόνο από τις περιγραφές των βιβλίων, τα διαγράμματα στους πίνακες, τα μαθηματικά σύμβολα και τις εξισώσεις. Και ξαφνικά, καθώς πλησίαζε το σούρουπο, εκεί στην άκρη της ακρογιαλιάς, οι θεωρητικές γνώσεις μου έγιναν ορατές! Ναι, “είδα” τους καταρράκτες της κοσμικής ακτινοβολίας να κατεβαίνουν από τον ουρανό, “είδα” τα μόρια του αέρα να συγκρούονται, “είδα” την αλληλεπίδραση των μορίων του περιβάλλοντος και του σώματός μου, καθώς υπάκουαν στους συμπαντικούς ρυθμούς. “Ένοιωσα” τον κοσμικό χορό, μέσα μου, ολόγυρα, παντού. “Ένιωσα” τον αιώνιο ρυθμό της ύπαρξης και της απουσίας, “άκουσα” τη βουή του σύμπαντος και “κατάλαβα” ότι όλα όσα συνέλαβα, δεν ήταν τίποτε άλλο απ’ το Χορό του Σίβα, του Άρχοντα των Χορευτών, που λατρεύουν οι Ινδοί.
Ήδη είχα συμπληρώσει αρκετά χρόνια σπουδών πάνω στη θεωρητική φυσική και την πειραματική έρευνα. Αλλά μέσα στο ίδιο διάστημα είχα ενδιαφερθεί για τον ανατολικό Μυστικισμό, και δεν άργησα ν’ αντιληφθώ τις αναλογίες του με τη σύγχρονη δυτική Επιστήμη. Με είχε τραβήξει ιδιαίτερα η προβληματική της φιλοσοφίας του Ζεν, που μου θύμιζε τα αινίγματα της κβαντικής θεωρίας. Ωστόσο, σε πρώτη φάση, η αντίληψη των αναλογιών παρέμενε στο επίπεδο της προσωπικής σκέψης. Δεν μπορούσε ούτε ν’ αποδειχθεί, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του επιστημονικού ορθολογισμού, ούτε να γίνει αισθητή εμπειρία, σύμφωνα με τις ανατολικές διδασκαλίες.
Με την πρόοδο του χρόνου, τα ενδεικτικά στοιχεία των αναλογιών πλήθαιναν. Έτσι, αναγκάστηκα να περάσω απ’ την απλή υποψία στη διερεύνηση. Ανέλαβα, ούτε λίγο ούτε πολύ, να γεφυρώσω το χάσμα ανάμεσα στην αναλυτική σκέψη και τη διαλογική εμπειρία. Ο δρόμους μου ήταν δύσκολος.
Στην αρχή, χρησιμοποίησα “δυναμικά φυτά”.1 Με βοήθησαν να καταλάβω πόσο ελεύθερα μπορεί να κινηθεί και να “χορέψει” ο ανθρώπινος νους. Πόσο άνετα προβάλλουν οι αρχέτυπες γνώσεις απ’ τα κατάβαθα του συνειδητού. Θυμάμαι ακόμη την πρώτη μου εμπειρία με τα “φυτά”. Τα χρησιμοποίησα ύστερα από χρόνια αναλυτικής σκέψης. Η σύνθεση κι η ζωντάνια των εννοιών πρόβαλε τόσο ανάγλυφα, ώστε ένοιωσα να δακρύζω από χαρά και, σαν τον Καστανέντα,2 έγραψα τις εντυπώσεις μου στο χαρτί.
Αργότερα, ήρθε η εμπειρία του Χορού του Σίβα… Ακολούθησαν άλλες παρόμοιες εμπειρίες που με βοήθησαν προοδευτικά να καταλάβω, ότι ανάμεσα στη Μοντέρνα Φυσική και στην Αρχαία Ανατολική Σοφία υπάρχει πράγματι μια υπέροχη αρμονική αναλογία. Για πολλά χρόνια συνέχισα να κρατάω σημειώσεις, τόσο από τις πειραματικές μου έρευνες, όσο κι από τις διαλογιστικές μου εμπειρίες. Ορισμένες από τις σημειώσεις αυτές πήραν τη μορφή άρθρων που δημοσιεύτηκαν. Τελικά, όλες μαζί έγιναν ένα βιβλίο.

Το εξώφυλλο της 3ης έκδοσης του βιβλίου του Capra (στο κάτω μέρος του λέει ότι έχει πουλήσει ήδη 1 εκατομμύριο αντίτυπα).

Αυτό είναι το πρώτο μισό του προλόγου του βιβλίου: το τάο της φυσικής: μια εξερεύνηση των αναλογιών ανάμεσα στη μοντέρνα φυσική και στον ανατολικό μυστικισμό. Γραμμένο το 1974 απ’ τον Fritjof Capra, έναν αυστρο-αμερικάνο φυσικό με σημαντικές σπουδές και καριέρα ερευνητή στη σωματιδιακή φυσική, στη θεωρεία συστημάτων και στην κβαντική φυσική, το βιβλίο κυκλοφόρησε στις αρχές του επόμενου χρόνου (1975) στις ηπα, από έναν ασήμαντο εκδοτικό οίκο, για να γίνει best seller “από στόμα σε στόμα” και, στη συνέχεια, να κάνει 43 εκδόσεις σε 23 γλώσσες (!). Το τάο της φυσικής προκάλεσε ένα είδος “σκανδάλου” στην εποχή του: επειδή πρότεινε ομοιότητες και αναλογίες ανάμεσα στον πιο σκληρό πυρήνα των πρωτοπόρων τότε θεωριών της φυσικής, ουσιαστικά την κβαντική θεωρία, και παμπάλαιες ανατολικές (κινέζικες, ιαπωνικές και ινδικές) φιλοσοφίες και μεταφυσικές. Για εκείνους κι εκείνες, ωστόσο, που δεν σκανδαλίστηκαν, το τάο και φυσική ήταν μια ακόμα επιβεβαίωση, και μάλιστα από απροσδόκητη μεριά (αυτήν ενός δυτικού φυσικού στην αιχμή των ερευνών) για την υπεροχή των ανατολικών δοξασιών / θρησκειών έναντι της δύσης.

Σήμερα εκείνο το βιβλίο θα ήταν από αδιάφορο έως απαράδεκτο (στα μέρη μας αλλά όχι μόνο). Σε μια εποχή που η φυσική είναι υπερ-εξοπλισμένη, για παράδειγμα, μ’ έναν μεγάλο επιταχυντή ανδρονίων (CERN), μοιάζει αδιανόητο να την συσχετίσει κανείς με μεταφυσικές και μυστικισμούς – “ανατολικούς” ή οτιδήποτε άλλο. Οι επιστήμες συνολικά, και ειδικά οι τεχνοεπιστήμες αιχμής, εκείνες δηλαδή που παράγουν λιγότερο ή περισσότερο εντυπωσιακές εφαρμογές, εμφανίζονται σαν απόλυτα διαχωρισμένες έως εχθρικές απέναντι σ’ αυτό που το μέσο μυαλό αντιλαμβάνεται σαν “μεταφυσική”.

Το εξώφυλλο της 35ης (επετειακής) έκδοσης.

Δεν είναι δυνατόν να κάνουμε εδώ μιαν αξιόπιστη περίληψη του τάο και φυσική του Fritjof Capra· ενός βιβλίου γεμάτου με δυτική φυσική (συμπεριλαμβανόμενων διάφορων αποσπασμάτων απ’ τα ιερά τέρατά της, απ’ τον Αϊνστάιν ως τον Χάιζεμπεργκ, και απ’ τον Μπορ μέχρι…) και, αντίστοιχα, ανατολικές φιλοσοφίες. Ο Capra μιλάει πιο αναλυτικά απ’ την σκοπιά της κβαντικής φυσικής· κι εκεί είναι, κυρίως, που βρίσκει τις αναλογίες με τις φιλοσοφίες της αρμονίας του κόσμου, της σύνθεσης των αντιθέτων, κλπ. Θα σταθούμε μόνο σε κάποια σημεία, που θα μπορούσαν να συμβάλλουν σε μια αρχική κριτική για την, ας την πούμε έτσι, “αληθοφάνεια” των επιστημών, ακόμα κι αν δεν είναι μόνο θεωρίες ή υποθέσεις αλλά παράγουν εφαρμογές. Ή, για να το πούμε λίγο διαφορετικά, σε σημεία που θα μπορούσαν να συμβάλλουν σε μια αρχική κριτική στο συμπαγές σύμπλεγμα των τεχνοεπιστημών, αντιμετωπίζοντας με κριτικό τρόπο την εγκυρότητά τους, εγκυρότητα που θεωρούν αυτονόητη επειδή – παράγουν – αποτελέσματα (εφαρμογές, τεχνολογικά κατορθώματα, κλπ).

Νωρίς στο βιβλίο του ο Capra κάνει μια σύντομη αναδρομή στη δυτική επιστήμη:

Η καρτεσιανή φιλοσοφία δεν είχε μόνον ιδιαίτερη σημασία για την ανάπτυξη της κλασσικής φυσικής. Παράλληλα, επηρέασε δραστικά – κι εξακολουθεί άλλωστε να επηρεάζει τις μέρες μας – τον δυτικό τρόπο σκέψης. Η περίφημη διατύπωση του Καρτέσιου “cogito, ergo sum” (σκέπτομαι, άρα υπάρχω) οδήγησε τον δυτικό άνθρωπο να εξισώσει την ταυτότητά του με το μυαλό του, αγνοώντας τον οργανισμό του σαν ένα αδιάσπαστο σύνολο. Συνέπεια του καρτεσιανού διαχωρισμού ήταν η γνωστή αντίληψη των περισσότερων δυτικών στοχαστών – αλλά και καθημερινών ανθρώπων – πως ο πραγματικός εαυτός τους είναι ένα απομονωμένο “εγώ”, κρυμμένο στο εσωτερικό του σώματός τους. Ο νους διαχωρίστηκε από το σώμα, το μυαλό ανέλαβε να ελέγχει καταπιεστικά τον οργανισμό και η διάσταση αυτή έφερε σε σύγκρουση τη συνειδητή θέληση με τα ασυνείδητα ένστικτα. Και ο αρχικός καρτεσιανός διαχωρισμός επεκτάθηκε, οδηγώντας κυριολεκτικά στη διάσπαση του ανθρώπινου όντος. Ο άνθρωπος χωρίστηκε σε επιμέρους τμήματα, ιεραρχημένα κάτω από την οπτική μιας αυθαίρετης ηθικής αξιολόγησης. Ο δυτικός άνθρωπος είδε να συγκρούονται οι επιθυμίες του ως προς τις ικανότητές του, οι προσδοκίες του ως προς τα υποκειμενικά “πιστεύω”. Ξέπεσε στο χάος μιας συνεχιζόμενης μεταφυσικής σύγχυσης, μιας μόνιμης πίκρας και απογοήτευσης ως προς τον εαυτό του. Έφτασε στο σημείο να εγκρίνει ένα μέρος της προσωπικότητάς του και ν’ απορρίπτει το άλλο. Να υπερηφανεύεται για το ένα και να ντρέπεται το άλλο. Αρνήθηκε την αρμονία και τη γαλήνη για τον εαυτό του και κατάντησε αιχμάλωτος της απογοήτευσης.
Η εσωτερική αυτή διάσπαση του ανθρώπου, που προκλήθηκε απ’ την υιοθέτηση του Καρτεσιανισμού, αντικαθρεφτίζει και την οπτική του απέναντι στον “εξωτερικό” κόσμο, που τον βλέπει σαν ένα σύνολο από ξεχωριστά αντικείμενα και συμβάντα. Το φυσικό περιβάλλον, κάτω από την οπτική αυτή, θεωρείται σαν σύμπλεγμα ξεχωριστών τμημάτων, που το καθένα προσφέρεται για εκμετάλλευση από διαφορετικές ομάδες συμφερόντων.
Η διασπαστική οπτική επεκτείνεται στη συνέχεια μέσα στην ίδια την κοινωνία, με τον σχηματισμό διαφορετικών εθνών, φυλών, θρησκευτικών και πολιτικών ομάδων. Έτσι, η πίστη για την ύπαρξη όλων αυτών των ξεχωριστών τμημάτων – μέσα στον εαυτό μας, μέσα στο περιβάλλον μας και μέσα στην κοινωνία – αποτελεί και το βασικότερο αίτιο των σύγχρονων κοινωνικών, οικολογικών και πολιτιστικών κρίσεων. Η πίστη αυτή αποτελεί την κατάρα του Καρτεσιανισμού, που μας αλλοτρίωσε τόσο από την φύση όσο και από τους συνανθρώπους μας. Προκάλεσε μιαν άνιση κατανομή των φυσικών πόρων σε τεράστιες διαστάσεις και γέννησε το παγκόσμιο οικονομικό και πολιτικό χάος. Σήκωσε τα κύματα της βίας, τόσο τα αυθόρμητα όσο και τα νόμιμα, ενώ παράλληλα μόλυνε και διέφθειρε το φυσικό περιβάλλον σε τέτοιο σημείο, που να καταντήσει κάθε εκδήλωση ζωής αρρωστημένη, τόσο από φυσική όσο κι από διανοητική άποψη.
‘Ετσι, ο καρτεσιανός διαχωρισμός και η μηχανιστική άποψη του κόσμο είχαν τόσο την ευεργετική όσο και την καταστροφική τους πλευρά. Σημείωσαν εξαιρετικές επιτυχίες στην ανάπτυξη της κλασσικής φυσικής και της τεχνολογίας, αλλά παράλληλα είχαν εξολοθρευτικές συνέπειες για τον πολιτισμό, την ανθρωπότητα, τον πλανήτη. Η δυτική επιστήμη έφτασε στο απόγειό της μέσα στις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα, κι αυτό χάρη στον καρτεσιανό διαχωρισμό και στη μηχανιστική αντίληψη του κόσμου. Σήμερα, τη βλέπουμε κατάπληκτοι να εγκαταλείπει την πίστη της στον τεμαχισμό (του “εσωτερικού κόσμου”, του περιβάλλοντος, της κοινωνίας) και να επιστρέφει στην ιδέα της ενότητας όπως την εξέφρασαν οι πρώτοι έλληνες φιλόσοφοι και οι θρησκείες της Ανατολής.
Σε αντίθεση με τη μηχανιστική άποψη της Δύσης, η Ανατολή διατήρησε και έθρεψε μιαν άποψη καθαρά “οργανική”… Στη βουδιστική φιλοσοφία η νοοτροπία του διαχωρισμού του αντιληπτού κόσμου σε ξεχωριστά τμήματα καθώς και η αντίληψη του εγώ σαν ξεχωριστής και απομονομένης από το περιβάλλον οντότητας…  ονομάζεται αβιντία (άγνοια) και αποτελεί μιαν απ’ τις κατώτερες καταστάσεις του νου, που μπορεί ωστόσο να ξεπεραστεί:

Όταν ο νους βρίσκεται σε κατάσταση διατάραξης βλέπει τον κόσμο σαν ένα πλήθος από ξεχωριστά πράγματα. Όταν ο νους ηρεμήσει, το πλήθος των ξεχωριστών πραγμάτων εξαφανίζεται.

Εδώ ο Capra κάνει ένα βασικό λάθος. Το Καρτεσιανό “cogito, ergo sum” (σκέφτομαι, άρα υπάρχω) προκάλεσε μια αργή αλλά και δραματική επανάσταση μόνο στο βαθμό που δεν υπονοούσε προϋποθέσεις και όρια στο τι σημαίνει “σκέφτομαι”.3 Κατά τα άλλα, ήταν “παιδί” της ιεραρχίας του χριστιανισμού που, μέσω της φιλοσοφίας αρχικά και ύστερα της επιστήμης, διαμόρφωσε την “δυτική σκέψη”: της ανωτερότητας του μυαλού και της σκέψης, της κατωτερότητας του σώματος. Γιατί, ενώ τα “παλάτια” του χριστιανισμού (οι διανοούμενοι, η ανώτερη και ανώτατη ιεραρχία, διάφορες φράξιες, διάφορα μοναστήρια) ζητούσαν απ’ τους απλούς πιστούς το “πίστευε και μη ερεύνα” (επέβλεπαν τις μάζες των “πτωχών τω πνεύματι” και των “σωματικά αδύναμων”…), οι ίδιοι ερευνούσαν· με τους τρόπους που ήταν συμβατοί, έστω και στα όρια, των δογμάτων τους.

Η διάκριση, ο διαχωρισμός ανάμεσα σε “σώμα” και “πνεύμα”, και η ιεράρχιση του “πνεύματος” σε πολύ υψηλή θέση (και του “σώματος” σε πολύ χαμηλή) προϋπήρξε του Καρτέσιου. Προϋπήρξε, ακόμα, και του χριστιανισμού σαν συγκροτημένης πειθαρχικής θρησκείας. Από πολλές απόψεις ήταν προϊόν της διοικητικής και στρατιωτικής αριστοκρατίας και των αυλικών της, σε διάφορες μαζικές κοινωνίες του μακρινού παρελθόντος (κίνα, ινδία, μεσοποταμία, αίγυπτος). Σε κάθε περίπτωση ήταν μεταφυσική / ιδεολογική δοξασία, ταιριαστή με τα συμφέροντα που είχαν διάφορες κάστες διανοούμενων / ιερέων μέσα στα πλέγματα εξουσίας, ήδη 2 ή και 3 χιλιάδες χρόνια π.χ. Όλη η κοσμική “οικονομία” τόσο των Εγώ όσο και των Εμείς που στον Καρτέσιο βρήκε έναν απ’ τους προφήτες της και που, στον 18ο και στον 19ο αιώνα, άρχισε να γίνεται απ’ την μια μεριά επιστημονική σκέψη και απ’ την άλλη ασκητική του σώματος και της καθημερινής ζωής, (υπό την πολιτική και ιδεολογική ηγεμονία της τότε αστικής τάξης, και μάλιστα των πιο πουριτανικών εκδοχών της), είχε και έχει θεολογική, μεταφυσική, ιδεολογική (ή όπως αλλιώς θέλει κανείς να την χαρακτηρίσει) καταγωγή.

Είτε φανεί παράδοξο, είτε όχι, αυτή η καταγωγή είναι αρκετά κοντύτερα στις καταγωγικές αρχές των ανατολικών φιλοσοφιών· αρκετά κοντύτερα απ’ ότι θα περίμενε κανείς αν μυθοποιούσε τις δεύτερες (πράγμα που κάνει, όντως, ο Capra). Ακόμα και το απόσπασμα της βουδιστικής φιλοσοφίας που αναπαράγαμε πιο πάνω (όπως και σχεδόν όλα όσα παρόμοια επικαλείται ο Capra στο βιβλίο του) στο νου αναφέρονται. Βέβαια είναι ένας νους που δεν είναι μόνο “λογικός” αλλά και διαισθητικός· ένας νους που είναι ταυτόχρονα σκέψη και υπερβατική εμπειρία. Ωστόσο η έδρα του παραμένει εκεί: στο κρανίο.

Είναι σωστό ότι υπάρχει πράγματι πολύ μεγάλη διαφορά στο τι παρήγαγε η (δυτική) θρησκευτική μεταφυσική μεταμορφωμένη σε επιστήμες (με βασίλισσες, ανάμεσά τους, την φυσική και τα μαθηματικά), τουλάχιστον ως τον 19ο και το μεγαλύτερο μέρος του 20ου αιώνα, και στο τι παρήγαγαν οι (ανατολικές) φιλοσοφίες / μεταφυσικές. Ωστόσο, η διαφορά ανάμεσα σ’ αυτό που ο Capra σωστά ονομάζει μηχανιστικότητα και διαμελισμό / κατακερματισμό σαν βάση της δυτικής επιστήμης, απ’ την μια μεριά, και σαν οργανικότητα / ολότητα / έμπνευση σαν βάση των ανατολικών φιλοσοφιών απ’ την άλλη, δεν θα έπρεπε να αναζητηθεί στον πραγματισμό της πρώτης και στην υπερβατική ενατένιση της δεύτερης. Αυτή η διαφορά, οι πηγές και οι αιτίες της, θα έπρεπε να αναζητηθούν μάλλον σε διαφορές πρακτικής σκοπιμότητας της μιας ή της άλλης “φιλοσοφίας”. Κι όταν λέμε “πρακτική χρησιμότητα” εννοούμε χρησιμότητα συσσώρευσης πλούτου, δύναμης, κύρους, κλπ. Σ’ αυτό το ζήτημα η Προτεστανική ηθική και το πνεύμα του καπιταλισμού του Weber προσφέρει πάντα πολύτιμη βοήθεια.

Πιο κρίσιμο, ωστόσο είναι αυτό: το ερώτημα της Αλήθειας (με το “α” κεφαλαίο). Υπάρχει κάτι τέτοιο, εκ προοιμίου και από ανέκαθεν, οπότε πρέπει να “ανακαλυφθεί”, με τον έναν, τον άλλο τρόπο; Ή πρόκειται για μια “έννοια κατασκευασμένη”, μια έννοια θεολογικά / μεταφυσικά κατασκευασμένη, που είτε κατασκευαστής της είναι η επιστήμη (στους καιρούς μας οι τεχνοεπιστήμες) είτε είναι η φιλοσοφία, δεν παύει να είναι μια κατασκευή, περιορισμένη πάντα δυσανάλογα πολύ σε σχέση με τις πεποιθήσεις των οπαδών της· σα να λέμε πάντα μικρή, πολύ μικρότερη απ’ τη λάμψη της; Δυτικοί επιστήμονες (τουλάχιστον ως πριν την κβαντική φυσική και την κβαντομηχανική στην πλήρη τους ανάπτυξη) θα διαφωνούσαν ίσως στα πάντα με τους μυστικιστές εάν ήταν δυνατόν να αναμετρηθούν μεταξύ τους, αλλά θα συμφωνούσαν σ’ αυτό: ναι, υπάρχει η Αλήθεια του κόσμου (του μεγάκοσμου, του μικρόκοσμου…) Ο φυσικός σωματιδίων Capra δείχνει γοητευμένος απ’ την μυστικιστική εκδοχή αυτής της απάντησης, εκεί στα τέλη των (δυτικών) ‘60s και στις αρχές των ‘70s, όταν χιλιάδες άλλοι δυτικοί επίσης είχαν γοητευτεί απ’ την μακρινή Ανατολή, ακόμα κι αν δεν καταλάβαιναν από τι ακριβώς (αρκούσε ο εξωτισμός):


Οι Μυστικιστές της Ανατολής δεν προσπαθούν να συλλάβουν της πραγματικότητα μόνο με λέξεις, σύμβολα και ιδέες. Προσπαθούν πάνω απ’ όλα να “νιώσουν” την πραγματικότητα, χάρη στην άμεση συναισθηματική εμπειρία. Διαβάζουμε για παράδειγμα στις Ουπανισάδες:
Όποιος ακούσει αυτό που δεν ακούγεται.
όποιος πιάσει αυτό που δεν πιάνεται,
όποιος δει αυτό που δεν βλέπεται,
όποιος γευτεί και μυριστεί αυτό που δεν έχει γεύση και οσμή,
αυτό που δεν έχει αρχή και τέλος,
αυτό που είναι το μεγαλύτερο και το μικρότερο συνάμα,
αυτός θα ελευθερωθεί από το στόμα του θανάτου.
Η γνώση που αποκομίζεται από μια τέτοιαν εμπειρία, ονομάζεται “απόλυτη γνώση” σύμφωνα με την ορολογία των Βουδιστών, εφόσον δε συνδέεται με διακρίσεις, καταχωρήσεις, ιεραρχίσεις, αφαιρέσεις, μ’ άλλα λόγια, με ιδιότητες του χαρακτηρίζουν την περιορισμένη ορθολογική γνώση.

Ο Capra δείχνει ενθουσιασμένος. Δεν δίνει καμία σημασία στο γεγονός ότι η “απόλυτη γνώση” (σα να λέμε: η Αλήθεια) που μνημονεύει, είναι κάτι σαν “εισιτήριο” απαλλαγής από κάτι σχετικό με τον θάνατο (αναφέρεται σαν “στόμα”). Αν, όμως, ο θάνατος (όχι σαν γεγονός· αυτό είναι αναπόδραστο· σαν φόβος ίσως;) είναι, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, η αιτία (της αναζήτησης; της κατασκευής;) της Αλήθειας, τότε οποιαδήποτε μυστικιστική (ανατολική) “απόλυτη γνώση” / Αλήθεια, όπως και οποιαδήποτε επιστημονική (δυτική) αλήθεια, δεν είναι τίποτα περισσότερο από σπονδές, ικεσίες, στους βωμούς αυτού του φόβου.
Έχουν υπάρξει (σοβαρές) διαφορές στο εθιμοτυπικό, στο συντακτικό, στο ιδεολογικό μέρος αυτών των ικεσιών. Ο Capra επιμένει στο ότι η μυστικιστική Αλήθεια είναι “πιο αληθινή” απ’ την (ιστορικά τουλάχιστον) ορθολογική (των δυτικών):

Οι μυστικιστές της Ανατολής επιμένουν και επαναλαμβάνουν αδιάκοπα πως η απώτερη πραγματικότητα δεν μπορεί ποτέ να αποτελέσει το αντικείμενο μιας ορθολογικής διατύπωσης ή μιας αποδεικτικής επιχειρηματολογίας. Δεν μπορεί ποτέ να γίνει αντικείμενο μιας προφορικής ή γραπτής περιγραφής, εφόσον ξεφεύγει από την περιοχή των διανοητικών ικανοτήτων. Η απόλυτη αλήθεια δεν μπορεί να εκφραστεί με τα περιορισμένα όργανα της διανοητικής σκέψης, δηλαδή τις λέξεις, γραπτές ή προφορικές.
Διαβάζουμε και πάλι στις Ουπανισάδες:
Είναι κάτι που δεν βλέπεται από το μάτι,
που δεν λέγεται με την ομιλία,
που δε συλλαμβάνεται με το νου.
Κάτι που δεν το ξέρουμε και δεν το καταλαβαίνουμε.
Πώς, λοιπόν, θα μπορούσαμε να το διδάξουμε;
Ο Λάο Τσε, που ονομάζει την “απόλυτη αλήθεια” των βουδιστών Τάο, πολλά χρόνια πριν την εμφάνιση του Βούδα, αρχίζει με την παρακάτω φράση τη διδασκαλία του Τάο Τε Τσινγκ: “Το Τάο που μπορεί να εκφραστεί δεν είναι το αιώνιο Τάο”.

Το ότι η “απόλυτη αλήθεια” δεν μπορεί να μεταβιβαστεί δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει! Το αντίθετο. Υπάρχει σαν τέτοια, προκαταβολικά και άσχετα απ’ το ποιοί και πόσοι θα την φτάσουν… Όμως αυτό είναι πολύ γνωστό στη δυτική μεταφυσική / στον δυτικό θρησκευτικό μυστικισμό: λέγεται “φώτιση”. “Θεία φώτιση”. Εξατομικευμένο, και αδύνατο να μεταβιβαστεί σαν τέτοιο.

Παράξενο ή όχι, μια παρόμοια προσέγγιση, με πιο πεζό τρόπο οπωσδήποτε, μοιράζονταν μεταξύ τους οι δυτικοί φυσικοί και μαθηματικοί τον 19ο αιώνα. Όχι ότι η “απόλυτη αλήθεια” δεν συλλαμβάνεται απ’ το νού· αλλά ότι δεν συλλαμβάνεται απ’ τον κοινό νου. Όχι ότι δεν λέγεται με την ομιλία· αλλά ότι δεν λέγεται με την κοινή ομιλία. Όχι ότι δεν βλέπεται από το μάτι· αλλά ότι δεν βλέπεται απ’ το κοινό, γυμνό μάτι.4 Σε τελευταία ανάλυση οι δυτικοί επιστήμονες δεν αρνούνταν εντελώς την έμπνευση (το αντίθετο: στα προσωπικά ημερολόγια πολλών απ’ τους πιο διάσημους ανάμεσά τους υπάρχουν τέτοιες αναφορές στην “ανεξήγητη” και “ξαφνική” έμπνευση, που τους έλυσε, ως δια μαγείας, πολλά προβλήματα…). Απλά ήθελαν (και έφτιαξαν) μια κωδίκωση της Αλήθειας τέτοια που να τους οχυρώνει και τους κατοχυρώνει απέναντι στους οπαδούς της “εξ αποκαλύψεως Αλήθειας” – δηλαδή στους παπάδες. Φαίνεται ότι στην ανατολή δεν υπήρξε τέτοια ανάγκη…

Κατά κάποιον τρόπο μοιάζει να αναγνωρίζει τον πιο πάνω συλλογισμό μας (εκτός απ’ την τελευταία πρόταση· κρίσιμη από πολιτική άποψη!) και ο Capra:

…Οι φυσικοί επιστήμονες χρησιμοποιούν κατά βάση τη γνώση που τους προσφέρει ο ορθολογισμός. Από τη μεριά τους, οι μυστικιστές ασχολούνται κατά κύριο λόγο με τη γνώση της έμπνευσης. Αλλά, τόσο στο χώρο της φυσικής όσο και σ’ εκείνον του μυστικισμού, παρεμβαίνουν συχνά και τα δύο είδη γνώσεων.

Συνεπώς: υπάρχει μια κοινή βάση (και πάντα υπήρχε, τουλάχιστον σ’ αυτό που ονομάζεται “ιστορικοί χρόνοι”): υπάρχει μια Αλήθεια, από καταβολής του κόσμου, άσχετη από εμάς, την οποία μπορούμε ωστόσο να γνωρίσουμε. Απο εκεί ξεπήδησαν δύο διαφορετικοί κλάδοι (δύο τουλάχιστον). Για τους δυτικούς επιστήμονες η αναζήτηση της γνώσης και της Αλήθειας – του – Κόσμου, σήμαινε τον διαμελισμό, τον τεμαχισμό των πραγμάτων, ως όλο και μικρότερα κομμάτια, μέχρι (προς το παρόν…) υποατομικά σωματίδια, μποζόνια, κλπ. Για τους ανατολικούς μυστικιστές η αναζήτηση της γνώσης και της Αλήθειας – του – Κόσμου σήμαινε την ενόραση, τον διαλογισμό, κάποιο είδος εμπειρικής “Αποκάλυψης”.
Οι δυτικοί επιστήμονες, κατάγονταν (το είπαμε ήδη) από ένα παρόμοιο με τους δυτικούς μυστικιστές (αν και πολύ φτωχότερο) είδος μεταφυσικής. Και ουσιαστικά ποτέ δεν έκοψαν τον ομφάλιο λώρο τους μ’ αυτήν την μεταφυσική / θεολογία.

Στην εισήγηση η φυσική σαν ιδεολογία (εκδήλωση του game over, στο Φυσικό, στις 29/1/14), κάτω απ’ τον τίτλο “ο νόμος της φύσης”, υποστηρίχτηκαν τα εξής:

… Εκτός απ’ την ιδέα της αναζήτησης και ανακάλυψης της Αλήθειας μέσω τεμαχισμού [υπήρχε εκτενής αναφορά νωρίτερα στη συγκεκριμένη εισήγηση] υπάρχει άλλη μια που βρισκεται στην αφετηρία των επιστημών και της εξέλιξής τους, και τις διατρέχει. Είναι η ιδέα του “νόμου”. Η φυσική είναι γεμάτη “νόμους”. Θα έλεγε κανείς ότι η Αλήθεια – της – φύσης είναι συνταγματικού είδους. [Πράγμα που ήταν απόλυτα ταιριαστό με την πολιτική προσέγγιση της ανερχόμενης και επαναστατικής τότε αστικής τάξης για την οργάνωση των κοινωνιών: νόμοι συνταγματικά κατοχυρωμένοι, ενάντια στην αυθαιρεσία των βασιλιάδων και της εκκλησίας…]
Από μόνη της αυτή η ιδέα, που μοιάζει κοινότοπη, δείχνει την καταγωγή του βασικού εννοιακού υποστρώματος των επιστημών απ’ τον μεγάλο αντίπαλό τους, την θεολογία. Για την τελευταία, η τάξη του κόσμου ήταν προϊόν της θεϊκής σοφίας, προϊόν κατά κάποιον τρόπο των θεϊκών “διαταγών”. Η ιδέα του “θείου νόμου” (που ρύθμιζε την τάξη του κόσμου αλλά και, ακόμα πιο έντονα, την τάξη των ανθρώπινων σχέσεων) ήταν συνεπής, καθώς πλαισιωνόταν απ’ την ιδέα της “θείας δίκης”, της “τιμωρίας” (των παραβατών) κλπ. Νόμος χωρίς δικαστήριο και τιμωρία δεν μπορεί να εννοηθεί.

Οι επιστήμονες μετακίνησαν με την ιδέα του “νόμου” απ’ τον ουρανό στο παρατηρησιακό τους πεδίο· ωστόσο την επανεπένδυσαν με την υποτιθέμενη εγκυρότητα του ακλόνητου. Μάλιστα οι “νόμοι της φύσης” υποτίθεται ότι είναι ακόμα πιο απαράβατοι απ’ τους ανθρώπινους, εφόσον δεν εμπίπτουν στη δυνατότητα αναθεωρήσεων. Και συγκροτούνται σαν τέτοιοι απ’ την επαναληψιμότητα ενός ορισμένου αποτελέσματος, σε μια συγκεκριμένη διαδικασία, εάν ισχύουν πάντα οι ίδιες βασικές συνθήκες. Αλλά αυτοί οι “νόμοι” δεν αποτελούν ένα είδος απολογίας του κάθε φαινομένου. Είναι μόνο το στατιστικά επιβεβαιωμένο συμπέρασμα, στο οποίο καταλήγουν οι ίδιοι οι επιστήμονες.

Υπάρχει ένα τουλάχιστον ένοχο μυστικό για πολλούς απ’ αυτούς τους νόμους, ένα μυστικό που προδίδει τον βαθμό στον οποίο οι Αλήθειες της φυσικής είναι, τελικά, διανοητικές κατασκευές. Είναι οι γνωστές όσο και μυστηριώδεις “σταθερές”. Απ’ το g (επιτάχυνση της βαρύτητας) ως το h (σταθερά του Πλανκ), απ’ το k (σταθερά του Μπόλτζμαν) ως τη σταθερά του Αβογκάντρο, ακόμα κι αυτό το ατελείωτο π της σχέσης ανάμεσα στις ακτίνες και τις περιφέρειες των κύκλων, κάθε φορά που ξεφυτρώνει μια “σταθερά” είναι για να καλύψει μια τρύπα στις (επιστημονικές) εξηγήσεις.
Κάποια θεωρία (στη μαθηματική της διατύπωση) πρέπει να διασωθεί, αφού φαίνεται να επαναλαμβάνονται στις πειραματικές διαδικασίες τα αποτελέσματα που προέβλεπε θεωρητικά· ωστόσο δεν έχει εξηγηθεί ακόμα πλήρως, κι ούτε είναι δυνατόν. Ας “φυτέψουμε” λοιπόν έναν συγκεκριμένο αριθμό (την “σταθερά”) για να σώσουμε τα προσχήματα και την αξιοπιστία της θεωρίας έναντι της απαίτησης για κύρος στις επιστημονικές Αλήθειες.

Η ιδέα που πλασσάρουν, για μαζική χρήση, οι κατασκευαστές της “επιστημονικής Αλήθειας” (όποια κι αν είναι αυτή) σαν Καθολικής, Γενικής, Υψηλής και με την Ισχύ “νόμου”· η κατηγορηματική δήλωση ότι αυτό που ονομάζεται επιστήμη (όπως το μάθαμε στη δύση) δεν έχει καμία σχέση με αυτό που ονομάζουμε θρησκεία (όπως, επίσης, το ξέρουμε στη δύση – και άλλοι το ξέρουν διαφορετικά στην ανατολή)· αυτά είναι εντελώς συμβατικά έως ψεύτικα. Και προορίζονται για την κατανάλωση των κατώτερων έως μεσαίων βαθμίδων της τεχνοεπιστημονικής γνωσιακής ιεραρχίας. Απ’ τους φοιτητές μέχρι τα μεσαία (τεχνικά) στελέχη των ερευνών και των επαγγελμάτων. Προορίζονται, επίσης, για την υιοθέτησή τους μέσα απ’ την κατανάλωση των εφαρμογών: εάν δουλεύει γιατί δεν είναι Αλήθεια;

Στα υψηλά κλιμάκια, μακριά απ’ το “μεγάλο κοινό”, το ζήτημα μπαίνει εντελώς διαφορετικά. Η Θεωρία των Πάντων που με μεγάλο πάθος κυνηγούν πολλές τεχνο-επιστημονικές ειδικότητες, δεν είναι τίποτα άλλο απ’ μια κοσμική παραλλαγή της μεταφυσικής της θεϊκής (παντο-δύναμης) γνώσης. Και δεν είναι ούτε ένας ούτε δύο αλλά πολλές δεκάδες, ακόμα και εκατοντάδες εκείνοι οι top φυσικοί και μαθηματικοί της δυτικής επιστήμης που έφτασαν να καλούν (ή να πιστεύουν) την “ύπαρξη του θεού”. Όχι σαν μουσάτου γέρου – αυτές είναι εικόνες για λαϊκή κατανάλωση. Αλλά σαν “ανώτατης δύναμης”.

Εντελώς ενδεικτικά:

Ο θεός είναι ο δημιουργός του σύμπαντος και εκείνος που ελεύθερα διαμόρφωσε τους νόμους της κίνησης.

Robert Boyle, φυσικός και χημικός, θεωρούμενος από πολλούς σαν ο θεμελειωτής της σύγχρονης χημείας.

Όσο περισσότερο ερευνώ την επιστήμη τόσο περισσότερο πιστεύω στον θεό.

Albert Einstein, ο γνωστός.

Μπορεί να φαίνεται παράδοξο, αλλά κατά την γνώμη μου η επιστήμη είναι πιο ασφαλής δρόμος προς τον θεό σε σχέση με την θρησκεία.

Raul Davies, φυσικός, βραβείο Kelvin απ’ το Ινστιτούτο Φυσικής το 2001, και βραβείο Faraday το 2002 απ’ την Royal Society.

Η αίσθηση της απορίας οδηγεί τους περισσότερους επιστήμονες στην παραδοχή της ύπαρξης ενός Ανώτερου Όντος… Μια υπέρτατης Διάνοιας, που κυριαρχεί σ’ όλη την δημιουργία και τους φυσικούς νόμους.

Abdus Salam, βραβείο νόμπελ φυσικής 1979.

Κάθε επιστημονική ανακάλυψη είναι, επίσης, και μια θρησκευτική ανακάλυψη. Δεν υπάρχει σύγκρουση ανάμεσα στην επιστήμη και την θρησκεία. Η γνώση μας για τον θεό γίνεται μεγαλύτερη μέσα από κάθε ανακάλυψη για τον κόσμο.

Joseph H. Taylor, νόμπελ φυσικής 1993.

Όσο πιο βαθιά και συστηματικά μελετάς την επιστήμη, τόσο περισσότερο πιστεύεις στο θεό.

Lord William Kelvin, φυσικός, με μια σίγουρη θέση στην ιστορία της φυσικής για την θεωρητική δουλειά στην θερμοδυναμική, την ιδέα του απόλυτου μηδέν, κ.α.

Και η θρησκεία και η επιστήμη χρειάζονται μια πίστη στον θεό. Για τους πιστούς ο θεός είναι η αρχή. Για τους φυσικούς ο θεός είναι το τέρμα όλων των θεωριών… Για τους πρώτους είναι το θεμέλιο. Για τους δεύτερους είναι το στρέμμα της εγκυρότητας όλων των γενικών νόμων για τον κόσμο.

Max Plank – ποιός δεν ξέρει αυτό το όνομα;

Η επιστήμη είναι αδύνατον να απαντήσει πως είναι δυνατή η δημιουργία της ύλης απ’ το τίποτα. Έχουμε φτάσει στα όρια των διανοητικών δυνατοτήτων μας απ’ την στιγμή που παραδεχόμαστε ότι εφόσον η ύλη δεν μπορεί να είναι αιώνια και αυθύπαρκτη, δεν μπορεί παρά να δημιουργήθηκε.

James Clerk Maxwell, φυσικός και μαθηματικός. Η ιστορία των επιστημών τον τοποθετεί, όχι άδικα, στην ίδια σειρά με τον Einstein και τον Newton.

Η πρώτη γουλιά των φυσικών επιστημών θα σε κάνει άθεο· αλλά στο πάτο του ποτηριού σε περιμένει ο θεός.

Werner Heinseberg, νόμπελ φυσικής το 1932, για την συμβολή του στην δημουργία της κβαντικής μηχανικής.

Ο θεός είναι μαθηματικός πολύ υψηλής τάξης, και χρησιμοποίησε μαθηματικά υψηλού επιπέδου όταν έφτιαχνε τον κόσμο.

Paul A. M. Dirac, νόμπελ φυσικής 1933 (μαζί με τον Schrodinger), απ’ τους πρωτεργάτες της κβαντικής μηχανικής και της κβαντικής ηλεκτροδυναμικής. Προέβλεψε θεωρητικά την ύπαρξη της αντι-ύλης.

Η μεταφυσική (έως θεο-λογία) της δυτικής επιστήμης είναι ριζωμένη πολύ πριν “τα πράγματα που δουλεύουν”, τις εφευρέσεις, τις εφαρμογές, τα τεχνολογικά θαύματα του τελευταίου κύματος γίνουν τα βασικότερα κομμάτια της καθημερινότητας.

Απ’ την άλλη μεριά, το ότι “τα πράγματα δουλεύουν” δεν είναι απόδειξη Αληθειών. Είναι απόδειξη συμβάσεων που είναι (έχουν γίνει) ισχυρές. Μέσα σ’ αυτές τις συμβάσεις που έχουν αξία νοηματοδότησης είναι κι αυτό το είδος ωφελιμισμού που βολεύει το καπιταλιστικό πνεύμα.

Τα “πράγματα δουλεύουν” (χωρίς το κοινό να μπορεί να εξηγήσει πως) και στα κόλπα των ταχυδακτυλουργών. Αλλά υπάρχουν πολλές περιπτώσεις “πραγμάτων που δουλεύουν” χωρίς να είναι αναγκαία μια θεωρία και κάποια Αλήθεια με το “α” κεφαλαίο, σαν προϋπόθεση. (Οι πολλοί μακρινοί μας πρόγονοι τοξότες / κυνηγοί τα κατάφερναν μια χαρά χωρίς κάποια επιστήμη των τάσεων και των βολών).

Συνεπώς το ότι οι μηχανές δουλεύουν (όταν και όπως δουλεύουν σε κάθε ιστορική περίοδο) θα έπρεπε να αποσυνδέεται απ’ το ιδεολογικό πλαίσιο της ανωτερότητάς τους. Αυτό θα ήταν (στην τωρινή φάση της αλλαγής καπιταλιστικού παραδείγματος) μια κρίσιμη αρχική πράξη απο-μάγευσης.

Ziggy Stardust
cyborg #06 – 06/2016

  1. Με τον όρο “δυναμικά φυτά” ο συγγραφέας εννοεί παραισθησιογόνα φυτά. Πιθανολογούμε διάφορα είδη μανιταριών. ↩︎
  2. Ο Carlos Castaneda, περουβιάνος που μετανάστευσε στις ηπα στα 25 του και στη συνέχεια σπούδασε ανθρωπολογία στο UCLA (πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, στο L.A.), έγινε διάσημος στα τέλη της δεκαετίας του ‘60 και στη δεκαετία του ‘70, χάρη σε τρία βιβλία του (The Teachings of Don Juan: A YaquiWay of Knowledge· A Separate Reality· και Journeyto Ixtlan). Τα βιβλία έγραψε ο Castaneda κατά την διάρκεια των ανθρωπολογικών σπουδών του. Εκεί περιέγραφε τις εμπειρίες του (κυρίως τις “εμπειρίες μύησης / γνώσης”) απ’ την σχέση του μ’ έναν ινδιάνο του μεξικό, σαμάνο, που στα βιβλία ονομάζεται don Juan Matus.
    Σε πρώτη φάση τα βιβλία του Castaneda έγιναν δεκτά με ενθουσιασμό, όχι μόνο από εκείνα τα τμήματα της πρωτοκοσμικής νεολαίας που στα ‘60s και ‘70s “ψάχνονταν” με εναλλακτικές (ως προς τον δυτικό πολιτισμό) θεωρήσεις του κόσμου (συνήθως με την βοήθεια παραισθησιογόνων – στην εξιστόρηση του Castaneda για τον don Juan το βασικό ήταν το peyote), αλλά και από ανθρωπολόγους. Αργότερα διάφοροι απ’ την δεύτερη κατηγορία άσκησαν κριτική για αυθαιρεσίες (του Castaneda), ακόμα και fiction περιγραφές.Εκ των πραγμάτων, εφόσον το ζήτημα της σαμανικής / ινδιάνικης κουλτούρας και γνώσης έγινε θέμα μεταξύ πρωτοκοσμικών (αμερικάνων) ειδικών, δεν θα μπορούσε παρά να μπει στην αρένα της Αλήθειας, της Αληθινής Αλήθειας, κλπ.
    Οι σαμάνοι, όπως και οι ιθαγενείς πληθυσμοί διάφορων περιοχών του κόσμου, δεν γράφουν βιβλία· αυτό είναι γνωστό… ↩︎
  3. Ο καταραμένος και αφορισμένος τόσο απ’ τους χριστιανούς όσο και απ’ τους εβραίους Σπινόζα, με την “Ηθική” του, είχε αποδείξει τι μπορεί να σημαίνει (που μπορεί να οδηγήσει) η αιρετική απελευθέρωση της σκέψης απ’ τα θρησκευτικά ταμπού: στην απόδειξη της ύπαρξης του θεού με κανόνα και διαβήτη! Δηλαδή, στην απόδειξη της υπεροχής της ανθρώπινης σκέψης απέναντι σ’ όλες τις θεο-λογίες!!! ↩︎
  4. Περισσότερα και αναλυτικότερα στη σειρά κειμένων η σκέψη και το κύκλωμα – Sarajevo. ↩︎